Αναταραχή σε ΗΠΑ και ΕΕ, την ίδια ώρα που η Κίνα δείχνει τα δόντια της
Νέο μπαράζ παρεμβάσεων από ιμπεριαλιστικούς Οργανισμούς και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πυροδότησε η υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας των ΗΠΑ από τον οίκο αξιολόγησης «Standard and Poor΄s», το βράδυ της Παρασκευής, αλλά και το βάθεμα της κρίσης στην Ιταλία, την τρίτη μεγαλύτερη καπιταλιστική οικονομία της Ευρωζώνης.
Στο φόντο της αντιπαράθεσης ανάμεσα στην κυβέρνηση των ΗΠΑ και τους «οίκους αξιολόγησης», αλλά και τους ανταγωνισμούς με την ΕΕ και τις ανερχόμενες ασιατικές οικονομίες, κρύβεται η ανησυχία της αστικής τάξης για την παγκόσμια καπιταλιστική κρίση που βαθαίνει και υπερβαίνει νομοτελειακά κάθε προσπάθεια των κυβερνήσεων και των άλλων κομμάτων του κεφαλαίου να διαχειριστούν ελεγχόμενα και προς όφελος της δικής τους αστικής μερίδας την αναπόφευκτη καταστροφή κεφαλαίου.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) προειδοποίησε χτες ότι οι κύριες παγκόσμιες οικονομίες δείχνουν και πάλι σημάδια επιβράδυνσης, σε μια στιγμή που επανέρχονται οι ανησυχίες για μια νέα ύφεση έπειτα από εκείνη του 2008 - 2009. Τον Ιούνη, σε σχέση με το Μάη, «ισχυρότερα σημάδια αντιστροφής των κύκλων ανάπτυξης έκαναν την εμφάνισή τους στις ΗΠΑ, την Ιαπωνία και τη Ρωσία», αναφέρει ο ΟΟΣΑ σε ανακοίνωσή του. Σύμφωνα με τον Οργανισμό, η ζώνη του ευρώ και η Κίνα βρίσκονταν τον Ιούνη σε φάση «επιβράδυνσης», ενώ οι ΗΠΑ εμφάνιζαν μια «πιθανή κορύφωση» της τάσης αυτής.
Σε ό,τι αφορά στις ΗΠΑ, πρόκειται για την πρώτη υποβάθμιση στην ιστορία τους σε ΑΑ+ από ΑΑΑ, βαθμό που κατείχαν για 70 χρόνια. Τώρα, κατατάσσονται χαμηλότερα από το Λιχτενστάιν και στο ίδιο επίπεδο με το Βέλγιο. Μάλιστα, η «Standard and Poor's» ανακοίνωσε ότι μπορεί να υποβαθμίσει τη μακροπρόθεσμη πιστοληπτική αξιολόγηση των ΗΠΑ για άλλη μια φορά, σε διάστημα τριών μηνών, ενώ το ενδεχόμενο υποβάθμισης αντιμετωπίζουν και οι ασιατικές οικονομίες, «εάν οι χρηματοοικονομικές αγορές παγκοσμίως επιδεινωθούν».
Αυτό που, σε τελική ανάλυση, καταγράφουν οι υποβαθμίσεις, είναι ο παγκόσμιος και συγχρονισμένος χαρακτήρας της κρίσης, η οποία αντανακλάται στο υπέρογκο δημόσιο χρέος και τα ελλείμματα που προκάλεσαν οι καπιταλιστικές κυβερνήσεις τα προηγούμενα χρόνια, για να χρηματοδοτήσουν την «ανάπτυξη», μπουκώνοντας το κεφάλαιο με προνόμια και επιδοτήσεις. Αυτή η βαθιά αντιλαϊκή «ανάπτυξη» εξέθρεψε τα χρέη και δημιούργησε τις προϋποθέσεις για να εκδηλωθεί η κρίση, την οποία αξιοποιεί σήμερα το κεφάλαιο για να ξεμπερδεύει με κάθε εργατική κατάκτηση, παρουσιάζοντάς την αντιεπιστημονικά σαν «κρίση χρέους».
Μοχλός για αντιλαϊκές ανατροπές
Οπως και στην περίπτωση των ευρωπαϊκών κρατών, έτσι και στις ΗΠΑ, τα φιρμάνια των οίκων αξιολόγησης χρησιμοποιούνται σαν μέσο πίεσης, προκειμένου να επιτευχθεί πιο επιθετική πολιτική συναίνεση στο ξεκλήρισμα των λαϊκών δικαιωμάτων σε εθνικό επίπεδο. Γι' αυτό και η αιτιολόγηση της υποβάθμισης από τη «Standard and Poor's» συνοδεύεται από την εκτίμηση ότι «το σχέδιο δημοσιονομικής εξυγίανσης στο οποίο συμφώνησαν πρόσφατα το Κογκρέσο και η κυβέρνηση υπολείπεται από αυτό που, κατά την άποψή μας, θα ήταν αναγκαίο για τη σταθεροποίηση της μεσοπρόθεσμης δυναμικής του χρέους».
Οι περικοπές, δηλαδή, που σχετίζονται κύρια με τις κοινωνικές δαπάνες, δεν κρίνονται αρκετά φιλόδοξες από τον καπιταλιστικό οίκο, που αντικειμενικά συνδράμει τις κυβερνήσεις και τα άλλα κόμματα του κεφαλαίου στο να εκβιάζουν το λαό και να προωθούν νέα ληστρικά μέτρα. Σ' αυτό το πνεύμα, οι οίκοι «Fitch Ratings» και «Moody's» ζητούν αξιόπιστο σχέδιο για τη μείωση του ελλείμματος του προϋπολογισμού των ΗΠΑ σε επίπεδα που θα δικαιολογούν την αξιολόγηση της αμερικανικής οικονομίας με «ΑΑΑ», εστιάζοντας στην περικοπή δαπανών και στη σταθεροποίηση του δημόσιου χρέους στα επίπεδα του 75% του ΑΕΠ.
Αντιδρώντας άμεσα, ο Μπ. Ομπάμα έσπευσε σε χτεσινό του διάγγελμα να διαβεβαιώσει ότι οι ΗΠΑ θα πάρουν όλα τα μέτρα που είναι απαραίτητα για τη μείωση του ελλείμματος του προϋπολογισμού, με νέες περικοπές στις κοινωνικές παροχές, αλλά και με ένα νέο φορολογικό σύστημα. Αξιοποιώντας την πίεση των «οίκων», κάλεσε σε ακόμα στενότερη συνεργασία τους Ρεπουμπλικάνους, με τους οποίους, όπως ο ίδιος είπε, οι Δημοκρατικοί έχουν ήδη εκπονήσει διάφορα σχέδια για τη μείωση του ελλείμματος σε βάρος του λαού.
Αγοράζει ομόλογα η ΕΚΤ
Στο φόντο αυτών των εξελίξεων και με αιχμή το βάθεμα της κρίσης στην Ιταλία, το ΔΣ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας πραγματοποίησε το απόγευμα της Κυριακής έκτακτη τηλεφωνική σύσκεψη, στην οποία αποφασίστηκε να εφαρμόσει η ΕΚΤ «δραστικά» το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της Ιταλίας και της Ισπανίας, διαδικασία που ξεκίνησε ήδη από χτες. Με την απόφαση της ΕΚΤ εμφανίζονται να διαφωνούν τρεις τουλάχιστον κεντρικές τράπεζες της βόρειας Ευρώπης, επιβεβαιώνοντας τους ισχυρούς ανταγωνισμούς και τις αντιθέσεις που μαίνονται στο εσωτερικό της ΕΕ. Μέχρι σήμερα, η ΕΚΤ είχε προχωρήσει σε αγορές μόνο ελληνικών, ιρλανδικών και πορτογαλικών ομολόγων, συνολικής αξίας περίπου 80 δισ. ευρώ.
Την ίδια ώρα, εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης δήλωνε ότι ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) θα πρέπει να «παραμείνει ως έχει», παρά τις εκκλήσεις να αυξηθεί το κεφάλαιο που διαθέτει, λόγω της κλιμάκωσης της κρίσης σε χώρες της Ευρωζώνης.
Στην ανακοίνωσή του, το ΔΣ της ΕΚΤ χαιρετίζει «τις κινήσεις της Ιταλίας και της Ισπανίας να μειώσουν το έλλειμμά τους» με νέα σκληρά αντιλαϊκά μέτρα και ζητάει από τις κυβερνήσεις των χωρών της Ευρωζώνης «να προχωρήσουν με τα μέτρα που συμφωνήθηκαν στη Σύνοδο Κορυφής της 21ης Ιουλίου». Τη διαβεβαίωση ότι η υλοποίηση των αποφάσεων της Συνόδου της 21ης Ιούλη «αποτελεί ισχυρή δέσμευση» των δύο κυβερνήσεων, έδωσαν την Κυριακή ο Γάλλος Πρόεδρος, Ν. Σαρκοζί, και η Γερμανίδα καγκελάριος, Α. Μέρκελ, με κοινή τους δήλωση, στην οποία τονίζουν επίσης «τη μεγάλη σημασία που έχει η έγκριση των αποφάσεων αυτών από τα Κοινοβούλια των χωρών τους έως τα τέλη Σεπτεμβρίου».
Οι εξελίξεις επιβεβαιώνουν τις προειδοποιήσεις του ΚΚΕ, ότι οι αποφάσεις της τελευταίας Συνόδου αποτελούν έναν αναγκαίο και πρόσκαιρο συμβιβασμό ανάμεσα στις καπιταλιστικές χώρες της Ευρωζώνης, που αναπόφευκτα θα ανατραπεί από τις ίδιες τις νομοτέλειες της κρίσης και τον αδυσώπητο ανταγωνισμό για το ποια χώρα και ποια μερίδα της αστικής τάξης θα χάσει περισσότερα ή λιγότερα από την απαξίωση κεφαλαίου. Λίγες μόλις μέρες μετά τη Σύνοδο, το πολιτικό προσωπικό της πλουτοκρατίας έχει ήδη αρχίσει να αμφισβητεί το συμβιβασμό, υπό το βάρος της κρίσης που επεκτείνεται και βαθαίνει.
Αλλεπάλληλες συσκέψεις
Σε μια προσπάθεια να διατηρήσει η διαχείριση της κρίσης το χαρακτήρα της ελεγχόμενης καταστροφής κεφαλαίου, οικονομικοί εκπρόσωποι του G20 είχαν νωρίς την Κυριακή τηλεφωνική συνδιάσκεψη για τις εξελίξεις σε ΗΠΑ και Ευρώπη.
Σε ανακοινωθέν που εκδόθηκε ως κοινή δήλωση των υπουργών Οικονομικών του G20 και των διοικητών των κεντρικών τραπεζών, η λυκοσυμμαχία προσπαθεί να θολώσει τα νερά για τους ασυμβίβαστους ανταγωνισμούς που μαίνονται στο παρασκήνιο. Οπως σημειώνεται, τα κράτη - μέλη του G20 θα παραμείνουν σε στενή επαφή και θα προβούν στις απαραίτητες ενέργειες «για να διασφαλιστούν η χρηματοοικονομική σταθερότητα και η ρευστότητα στις αγορές», σύμφωνα με το «Dow Jones Newswires».
«Είμαστε δεσμευμένοι να λάβουμε συντονισμένη δράση όπου χρειάζεται, να διασφαλίσουμε τη ρευστότητα και να στηρίξουμε τη λειτουργία των χρηματοοικονομικών αγορών, τη χρηματοοικονομική σταθερότητα και την οικονομική ανάπτυξη», επισημαίνεται στην ανακοίνωση και των υπουργών Οικονομικών και των διοικητών των κεντρικών τραπεζών του G7, που επίσης συνεδρίασε εκτάκτως.
Τηλεφωνικές επικοινωνίες είχαν ακόμα ο Βρετανός υπουργός Οικονομικών, Τζ. Οσμπορν, και η γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Κ. Λαγκάρντ, και ο Βρετανός πρωθυπουργός, Ντ. Κάμερον, με τον Γάλλο Πρόεδρο, Ν. Σαρκοζί. Την ίδια ώρα, τα ευρωπαϊκά αστικά ΜΜΕ, μαζί και τα ελληνικά, προσπαθούν να αποπροσανατολίσουν το λαό, παρουσιάζοντας τους Ευρωπαίους πολιτικούς σαν «ανεύθυνους», που κάνουν διακοπές σε κρίσιμες ώρες. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των «Financial Times», που κάνουν λόγο για «ατολμία και ανεπάρκεια» των πολιτικών αρχηγών, χαρακτηρίζοντάς τους «ηγέτες με νεροπίστολα».
Δείχνει τα δόντια της η Κίνα
Τροχιοδεικτικές βολές σε ό,τι αφορά στον πόλεμο των νομισμάτων έριξε ο Guan Jianzhong, επικεφαλής του μεγαλύτερου οίκου αξιολόγησης της Κίνας, η οποία κατέχει και το μεγαλύτερο μέρος των ομολόγων των ΗΠΑ. Μιλώντας στο CNBC, ο επικεφαλής της «Dagong Global Credit Rating» εξέφρασε την εκτίμηση ότι ο κόσμος σταδιακά απορρίπτει το δολάριο και ότι το αμερικανικό νόμισμα παρακμάζει, διαδικασία την οποία χαρακτήρισε «μη αναστρέψιμη». «Το Πεκίνο, ως ο μεγαλύτερος πιστωτής των ΗΠΑ, έχει κάθε δικαίωμα να απαιτήσει από τις ΗΠΑ να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα χρέους και να διασφαλίσει τις θέσεις του σε δολάρια», πρόσθεσε με νόημα.
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου