Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2013

Ινδοευρωπαίοι (2)

Την Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου δημοσιεύτηκε το άρθρο του Γ.Χ. Χουρμουζιάδη, Ινδοευρωπαίοι 1. Το δεύτερο και τρίτο μέρος του άρθρου δεν δημοσιεύτηκε λόγω επικαιρότητας. Επανερχόμαστε λοιπόν έστω και μετά από σχεδόν 40 μέρες.


" 'Εγραφα στο προηγούμενο σημείωμά μου ότι οι πρώτες προσεγγίσεις των ευρωπαϊκών γλωσσών, αναφορικά με τον ινδοευρωπαϊκό τους χαρακτήρα, την καταγωγή τους, δηλαδή, από μια κοινή "μητέρα" γλώσσα, ήταν αποκλειστικά συγκριτικές. Αυτό σημαίνει πως η μόνη φροντίδα των πρώτων "ινδοευρωπαιολόγων" ήταν η σύνταξη πινάκων, όπου φαίνονταν οι ομοιότητες που υπήρχαν ανάμεσα στις ινδοευρωπαϊκές γλώσσες και οι ομαδοποιήσεις, που θα μπορούσαν να γίνουν με τις ομοιότητες αυτές. Μια τέτοια φροντίδα, βέβαια, δεν οδηγούσε σε λύσεις των προβλημάτων που σχετίζονταν με την έρευνα. Αντίθετα, μάλιστα, πλήθαιναν οι διχογνωμίες και κάθε τόσο έβλεπε το φως και μια νέα θεωρία. Στα μέσα του 19ου αιώνα όμως, ένας άλλος μελετητής των γλωσσολογικών φαινομένων διατύπωσε μια καινούρια μεθοδολογική πρόταση, σχετική με το θέμα και έτσι οι ερευνητικές κατευθύνσεις γνώρισαν νέους προσανατολισμούς. Το όνομα του νέου γλωσσολόγου ήταν Αύγουστος Σλάιχερ και η πρότασή του είχε ιστορικό χαρακτήρα. Πίστευε, δηλαδή, πως η σωστή γνώση μας για τις ινδοευρωπαϊκές γλώσσες έπρεπε να θεμελιωθεί στη μέθοδο της αποκατάστασης. Στην προσπάθεια, με άλλα λόγια, να βρούμε τη μορφή που είχαν οι όμοιες λέξεις κατά την πρώτη τους εμφάνιση. Ενα παράδειγμα για τον τρόπο με τον οποίο δούλευε η πρόταση του Σλάιχερ είναι η λέξη "αγρός". Η λέξη αυτή, κατά την άποψή του, στην πρώτη της μορφή ήταν "agras", εξελίχθηκε όμως και, έτσι, στη σανσκριτική γλώσσα έγινε "ajras", στη λατινική "ager" και στη γοτθική "akrs". Βέβαια, αυτή η διαδικασία των αποκαταστάσεων που κατά τον Σλάιχερ οδηγούσε στην πρώτη μορφή των λέξεων που παρουσίαζαν χαρακτηριστικές ομοιότητες μέσα στις ευρωπαϊκές γλώσσες δεν έγινε από όλους τους ερευνητές δεκτή. Διατυπώθηκαν πολλές αντιρρήσεις, που είτε βοηθούσαν στην επινόηση βελτιώσεων είτε προκαλούσαν καθυστερήσεις. Στο σημείο όμως που όλοι οι σχετικοί μελετητές συμφωνούσαν ήταν πως όλες αυτές οι γλώσσες που διακρίνονταν για τις χαρακτηριστικές τους ομοιότητες πρέπει να είχαν προκύψει από μια κοινή γλώσσα. Αυτήν την αρχική γλώσσα την αποκάλεσαν "πρωτοϊνδοευρωπαϊκή".
Αυτή η συμφωνία, όμως, δε σηματοδοτούσε και τη λύση. Από τον εντοπισμό μιας"μητέρας" γλώσσας προέκυπταν μερικά δύσκολα ερωτήματα. Από αυτά τα πιο σημαντικά είναι εκείνα που έχουν ιστορικό χαρακτήρα και που αφορούν το πότε η πρώτη αυτή γλώσσα άρχισε να διασπάται και να "σκορπίζει", άρα πότε οι λαοί που μιλούσαν αυτά τα γλωσσικά προϊόντα, τις νέες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες, δηλαδή, άρχισαν να μετακινούνται, για να αναζητήσουν τις νέες "πατρίδες" τους. Ποιες κατευθύνσεις πήραν αυτές οι μετακινήσεις, ποιοι παράγοντες τις επηρέασαν και ποια ήταν τα τελικά τους πολιτισμικά χαρακτηριστικά. Βέβαια, στο πλαίσιο των αναζητήσεων του Σλάιχερ, είχε διατυπωθεί ένα γενεαλογικό δέντρο, όπου γινόταν μια προσπάθεια, για να δοθούν απαντήσεις σ' αυτά τα ερωτήματα, η σχετική πρόταση όμως φάνηκε υπερσχηματοποιημένη και δεν έγινε από όλους δεκτή. Σύμφωνα με την πρόταση αυτή, πρέπει να αποδεχτούμε δυο βασικούς κλάδους των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών, που ξεκινούν από την αρχέγονη ινδοευρωπαϊκή γλώσσα και απλώνονται σε όλον τον ευρωπαϊκό χώρο, για να αποτελέσουν τελικώς, όχι μόνο το γλωσσικό ιστό της ηπείρου, αλλά και τον πολιτισμικό της. Ο ένας από τους κλάδους αυτούς πρωτοεμφανίζεται με τα χαρακτηριστικά της "Σλαβογερμανικής", για να διαμορφωθεί σε τέσσερις άλλες ομάδες. Στη "Βαλτοσλαβική", που διασπάται στη "Βαλτική" και τη "Σλαβική" και τη "Γερμανική", που εξελίσσεται κατευθείαν από την παλιά κοινή. Ο δεύτερος βασικός κλάδος πρωτοεμφανίζεται με τα χαρακτηριστικά της "Αριο-ελληνο-ιταλο-κελτικής", για να διαμορφωθεί σε δυο ομάδες. Η πρώτη από αυτές, η "Ελληνο-ιταλο-κελτική", διασπάται στην "Κελτική", στην "Ιταλική", στην "Αλβανική" και στην "Ελληνική". Η δεύτερη, η "Αρια", διασπάται στην "Ιρανική" και στην "Ινδική". Αυτή η πρόταση όμως δεν έπεισε, είχε λάθη και κάποιες ανεξήγητες αυθαιρεσίες, που αναφέρονταν στην προφορά και στην αδυναμία να εξηγηθούν οι διαφορές και οι ομοιότητες στη γραμματική δομή των λέξεων.
Ετσι, η γλωσσολογική έρευνα προχώρησε σε άλλες προτάσεις, που λίγο ως πολύ φαίνονταν πιο κοντά στην αλήθεια, χωρίς όμως να ικανοποιούν όλες τις πλευρές της έρευνας. Η πρώτη από αυτές τις προτάσεις διατυπώθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα από τον Τζ. Σμιθ και προέβλεπε τέσσερις μεγάλες ομάδες γλωσσών που τέμνονταν μεταξύ τους, για να δικαιολογήσουν με τον τρόπο αυτό την αιτία των ομοιοτήτων τους. Οι ομάδες αυτές ήταν: Ιταλική και Ελληνική, Κελτική, Γερμανική και Βαλτοσλαβική και, τέλος, Ινδοϊρανική και Αρμενική. Η δεύτερη πρόταση διατυπώθηκε από τον Φ. Αντραντος στα 1982 και προέβλεπε τρεις φάσεις εξέλιξης των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών. Στην πρώτητοποθετούνται οι γλώσσες της Ανατολίας. Στη δεύτερη φάση τοποθετούνται δυο ομάδες: Η βόρεια: Δυτικές Ινδοευρωπαϊκές - Σλαβική - Γερμανική και η νότια: Ελληνική, Θρακική - Αρμενική και Αρια. Τέλος, στην τρίτη φάση τοποθετούνται επίσης δυο ομάδες, η βόρεια: Δυτική Ινδοευρωπαϊκή - Σλαβική - Γερμανική και η νότια: Ινδοϊρανική από την οποία προέρχονται η Θρακοαρμενικοελληνική και η Ινδική.
Η τελευταία πρόταση, για την ώρα, είναι αυτή που διατύπωσαν οι Σοβιετικοί γλωσσολόγοι Τ. Γκαμτζερελίτζε και Ι. Ιβάνοφ. Η πρόταση αυτή προβλέπει την αρχική πρωτοϊνδοευρωπαϊκή, από την οποία, με τη βοήθεια μιας μακρόχρονης διαδικασίας διασπάσεων, προέκυψαν τελικά οι σύγχρονες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες: Ελληνική, Αρμενική, Ινδοϊρανική, Βαλτοσλαβική, Γερμανική, Ιταλική, Κελτική, Τοχαρική και οι Γλώσσες της Ανατολίας. Βέβαια, όπως τονίζει ο Τζ. Μάλορι, καλά θα ήτανε να δεχτούμε μια από αυτές τις προτάσεις. Ετσι, θα βρίσκαμε μια λύση που θα μπορούσε να μας "... εξηγήσει γιατί ο μισός πληθυσμός της Γης μιλά γλώσσες, οι οποίες σαφώς σχετίζονται μεταξύ τους, πράγμα που απαιτεί να υποθέσουμε ότι κάποτε σε κάποιο μέρος της Ευρασίας υπήρχε ένας πληθυσμός, ο οποίος μιλούσε μια γλώσσα, που ήταν ο άμεσος πρόγονος όλων εκείνων των γλωσσών, τις οποίες αναγνωρίζουμε σήμερα ως ινδοευρωπαϊκές".
Δίπλα σ' αυτήν την πρόταση του Μάλορι όμως, θα ήθελα να τοποθετήσω μερικές δικές μου απορίες, όπως αυτές που προκύπτουν από την αρχαιολογική προσέγγιση. Απορίες, με άλλα λόγια, που δεν αναφέρονται μόνο στη γλώσσα, αλλά και στα άλλα πεδία του πολιτισμού, όπου αναπτύσσονται και άλλα στοιχεία της ανθρώπινης δράσης και που σχετίζονται με την οργάνωση και τη χρήση του χώρου, την οικονομία, την τεχνολογία και την ιδεολογία. Δραστηριότητες, επομένως, πιο σύνθετες από τις λέξεις. Δράσεις, που είναι πιο κοντά στην προσπάθεια του ανθρώπου να επιζήσει. Ολ' αυτά, όμως, στο άλλο μας σημείωμα!
Θα βρίσκαμε μια λύση, που θα μπορούσε να μας "... εξηγήσει γιατί ο μισός πληθυσμός της Γης μιλά γλώσσες, οι οποίες σαφώς σχετίζονται μεταξύ τους, πράγμα που απαιτεί να υποθέσουμε ότι κάποτε σε κάποιο μέρος της Ευρασίας υπήρχε ένας πληθυσμός, ο οποίος μιλούσε μια γλώσσα που ήταν ο άμεσος πρόγονος όλων εκείνων των γλωσσών, τις οποίες αναγνωρίζουμε σήμερα ως ινδοευρωπαϊκές""
 ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: