Η τρίτη περίοδος, από το
1950 μέχρι το 1975, μετεμφυλιοπολεμική, είναι η πιο επώδυνη. Στην περίοδο αυτή
και μέσα ακόμα κι από τη βαθιά παρανομία του δεν έδειξε μικρότερο ενδιαφέρον
για την εκπαίδευση. Ομως η περίοδος έχει άλλα χαρακτηριστικά. Είναι η περίοδος
κατά την οποία επιχειρείται με την ΕΟΚ η καπιταλιστική ενοποίηση, η διαμόρφωση
διακρατικών μηχανισμών εξουσίας σε οικονομικό και πολιτικό ευρωπαϊκό επίπεδο.
Η δική μας θέση, αλλά
και της συντριπτικής πλειοψηφίας των συνειδητοποιημένων ανθρώπων, από την αρχή,
ήταν και είναι ΟΧΙ στην Ευρώπη των μονοπωλίων. Οι αντιδραστικές όμως
κυβερνήσεις και ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός, εκμεταλλευόμενοι τη νίκη τους
στον εμφύλιο πόλεμο, προωθούν τα φιλοπολεμικά σχέδια στην περιοχή και γίνεται
επιθετικότερος, όσο υφίσταται ήττες σε διεθνές επίπεδο, στην Κίνα, στην Κούβα,
στο Βιετνάμ κ.ά.
Στις συνθήκες της
παρανομίας ο αγώνας διοχετεύεται σε νόμιμες μορφές πάλης. Μέσα από την ΕΔΑ, ως
συμμαχία των αριστερών προοδευτικών δυνάμεων. Μέσα από τις συνδικαλιστικές και
επιστημονικές οργανώσεις σε πείσμα όλων των μηχανισμών καταστολής και κρατικής
τρομοκρατίας.
Η παιδεία και η
εκπαίδευση του Ελληνικού λαού στέκεται στο κέντρο του ενδιαφέροντος του
Κόμματος. Δύο μεγάλους τομείς έχει ν' αντιμετωπίσει: Την εσωτερική κατάσταση στην
Ελλάδα και το Πρόβλημα των πολιτικών προσφύγων οι οποίοι βρήκαν καταφύγιο στις
Σοσιαλιστικές κυρίως, χώρες ή ήταν διάσπαρτοι
σε άλλες χώρες του
κόσμου.
Και όσον αφορά τον
πρώτο, από το 1950 ακόμα ζητάει να μειωθούν οι πολεμικές δαπάνες στο 10% και
τα χρήματα να διατεθούν για την υγεία και την παιδεία. Το 8ο Συνέδριο του ΚΚΕ,
το 1961, η 5η Ολομέλεια της ΚΕ το 1963, το Πρόγραμμα πάλης του 1964, η 12η
Ολομέλεια της ΚΕ το 1965, το 9ο Συνέδριο, θέτουν αλληλοδιάδοχα το πρόβλημα της
εκπαίδευσης και της παιδείας του ελληνικού λαού. Σε πέντε ομάδες προβλημάτων
εστιάζεται η προσοχή του Κόμματος στην περίοδο αυτή: Το πρόβλημα του
αναλφαβητισμού και της υποχρεωτικής δωρεάν λαϊκής εκπαίδευσης. Το γλωσσικό
πρόβλημα, που πάντα ήταν στο κέντρο του ενδιαφέροντος του, το οποίο αυτή όμως
την εποχή αποκτάει ιδιαίτερη επικαιρότητα, καθώς βρισκόμαστε στην υποχρέωση για
ανάπτυξη ΤΕΕ με την προοπτική της εισόδου μας στην τότε ΕΟΚ. Ο εκδημοκρατισμός
της εκπαίδευσης, συνίσταται: Στον παραμερισμό του εμφυλιοπολεμικου πνεύματος.
Την εξάλειψη του σοβινισμού και του μεγαλόΐδεατισμού που καθρεφτίζονται στα
σχολικά βιβλία όλων των τάξεων. Την καταπολέμηση του αντικομμουνισμού και του
αντι-σοβιετισμού. Μέτωπο πάλης για τα προβλήματα της νεολαίας, ενάντια στον
αμερικάνικο τρόπο ζωής, τα ναρκωτικά κλπ. Την ανάδειξη της διαλεκτικής σύνδεσης
κοινωνικής και εκπαιδευτικής πραγματικότητας που σημαίνει διαλεκτική σύνδεση
της ριζικής εκπαιδευτικής αλλαγής με τη ριζική κοινωνικο-οικονομική.
Σε αυτή την περίοδο το
Κόμμα προσπάθησε και το πέτυχε να αναδείξει το πρόβλημα της εκπαίδευσης σαν
κεντρικό πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας. Και η δραστηριότητα του συνίσταται
στα ακόλουθα τρία σημεία: Να ανασυνθέσει την αποκτημένη μέχρι την ώρα εκείνη
εκπαιδευτική εμπειρία και με βάση αυτή να επιχειρήσει την κριτική του νέου
εκσυγχρονισμού της εκπαίδευσης που δύο φορές επιχειρείται (1959-'61 και
1962-1965), και τέλος να ευαισθητοποιήσει και να κινητοποιήσει το εργατικό και
λαϊκό κίνημα στον αγώνα για μια πραγματικά λαϊκή παιδεία. Και είναι κάτι που το Κόμμα το
πέτυχε σε σημαντικό βαθμό, γιατί ανάγκασε τις κυβερνήσεις να θεσμοθετήσουν
λύσεις που ανοίγουν προοπτικές για το μέλλον, στην επόμενη περίοδο.
Το εκπαιδευτικό
επιτελείο του Κόμματος, με τη συνεισφορά προσωπικοτήτων σαν τους Ρόζα Ιμβριώτη,
Κώστα Σωτηρίου, Νίκο Κιτσίκη, Γιώργη Αθανασιάδη, Μιχάλη Παπαμαύρο κ.ά.,
συντάσσει μια σειρά από μελέτες που απαντούν στα οξυμένα εκπαιδευτικά
προβλήματα και δείχνει πόσο έξω από την πραγματικότητα και τις λαϊκές ανάγκες
βρίσκεται η αστική ηγεσία, όταν επιχειρεί με τους Ν. 3917 και 3973 του 1959, το
ΝΔ 3853/59 και το ΒΔ 671/61 της ΕΡΕ και ο Ν. 4379/64 της Ενωσης Κέντρου, να
δώσει λύσεις σε προβλήματα που δεν είναι τεχνοκρατικά αλλά βαθύτατα κοινωνικά.
Πως η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που επιχειρείται και από την ΕΡΕ και την ΕΚ δε
σχεδιάστηκε με βάση τις ανάγκες του ελληνικού λαού, αλλά με προοπτική τις
ανάγκες της μεταπολεμικής ανάπτυξης, στη βάση και των σχεδιασμών
ιμπεριαλιστικών οργανισμών, όπως του ΟΟΣΑ.
Στον τομέα της μαζικής
δράσης αναδείχθηκε το αίτημα του 15% (προίκα της παιδείας), η ανάγκη
επαγγελματικής και επιστημονικής κατάρτισης του εκπαιδευτικού δυναμικού
(πανεπιστημιακή μόρφωση των εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων), κριτική των
σχολικών προγραμμάτων και των άθλιων σχολικών βιβλίων που τα διέκρινε έκδηλη η
σκοταδιστική αντίληψη των πραγμάτων, το πρόβλημα της γλώσσας, της ιδιωτικής
εκπαίδευσης και της παραπαιδείας.
Στον τομέα του
προβλήματος των πολιτικών προσφύγων. Κι εδώ το Κόμμα κέρδισε τη μεγάλη μάχη,
γιατί κατόρθωσε να συντονίσει τις προσπάθειες για τη σωστή μόρφωση και τη
διαπαιδαγώγηση των παιδιών. Την καθοδηγητική ευθύνη γι' αυτή τη λεπτή δουλειά
ανέθεσε το Κόμμα σε μια 5μελή επιτροπή από τους Π. Κόκκαλη, Ελλη Αλεξίου, Γ.
Αθανασιάδη, Γ. Ζώΐδη και Κωστόπουλο. Στα σχολεία των Λαϊκών Δημοκρατιών δημιουργήθηκαν
παράλληλες τάξεις όπου διδάσκονταν η ελληνική γλώσσα, η ελληνική ιστορία και η
γεωγραφία της Ελλάδας.
Με τον τρόπο αυτό λύθηκε
το πρόβλημα της κοινωνικοποίησης των νέων ανθρώπων στο σοσιαλιστικό σύστημα
των χωρών που ζούσαν, ταυτόχρονα όμως διατηρήθηκε, μπαίνοντας στις σωστές του
βάσεις, ο πατριωτισμός και ο πόθος του επαναπατρισμού για προσφορά στο λαϊκό
κίνημα της χώρας μας.
Και τα αποτελέσματα
υπήρξαν καταπληκτικά. Ολοι σπούδασαν ή σε ΑΕΙ ή σε Ανώτερες επαγγελματικές
σχολές, σταδιοδρόμησαν σα στελέχη επιστημονικών ιδρυμάτων, επιχειρήσεων κλπ.
Ενδεικτικοί της εκπαιδευτικής αυτής προσπάθειας είναι οι 115 τίτλοι
εκπαιδευτικών και λογοτεχνικών βιβλίων που κυκλοφόρησαν και διαβάστηκαν από
τους πολιτικούς πρόσφυγες και τα παιδιά τους.
Η περίοδος αυτή υπήρξε
επώδυνη για τους εκπαιδευτικούς αλλά και γεμάτη αγωνία για την εκπαίδευση. Ο
αγώνας αυτός ο οποίος έφτασε σε ύψος πρωτοφανέρωτο για τη μαζικότητα του,
έμεινε ανολοκλήρωτος. Γιατί αυτοί που εμφανίστηκαν σαν ηγέτες της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, με τη συντηρητικότητά
τους μας άφησαν το "Ακαδημαϊκό απολυτήριο", ουσιαστικά μια πράξη
νομικής καθιέρωσης της ταξικής επιλογής και ανισότητας, μια υπερτροφικά
ανεπτυγμένη φροντιστηριακή παραπαιδεία και δυναμωμένη την ιδιωτική εκπαίδευση.
Φθίνουσα ήταν η στήριξη της δημόσιας εκπαίδευσης. Η αποστασία και η δικτατορία
του 1967, αναζωογόνησαν την εμφυλιοπολεμική νοοτροπία.
Η τρέχουσα περίοδος μετά
τη μεταπολίτευση (1974) είναι μια περίοδος με εντελώς άλλα χαρακτηριστικά. Από
το 1979-'80, αρχίζει ένας νομοθετικός οργασμός προσαρμογής της
τεχνο-επαγγελματικής εκπαίδευσης στα πρότυπα της ΕΟΚικής πολιτικής, ενώ η
Γενική εκπαίδευση αναπροσαρμόζεται σιωπηλά και με κάποια βραδύτητα με τις
"υποδείξεις - συστάσεις" του Συμβουλίου των Υπουργών Παιδείας της
ΕΟΚ. Η Ανωτάτη Εκπαίδευση, τέλος, εξωθείται να αποδεχθεί την ολοσχερή εξάρτηση
της από τις μονοπωλιακές επιχειρήσεις και να λειτουργήσει ασφυκτικά για
λογαριασμό των πολυεθνικών, μια και ο προσανατολισμός της έρευνας, η αξιοποίηση
των αποτελεσμάτων της εξυπηρετούν άμεσα τους κερδοσκοπικούς στόχους των
μονοπωλίων.
Η κατάσταση της
εκπαίδευσης πάλι στη χώρα μας βρίσκεται σε κρίσιμο σημείο. Ουσιαστικά η
πρωτοβάθμια εκπαίδευση είναι διαλυμένη και λειτουργεί με διοικητικά και όχι
παιδαγωγικά κριτήρια. Το Γυμνάσιο βρίσκεται μετέωρο ανάμεσα στο Δημοτικό και το
Λύκειο. Κι αυτό το τελευταίο εξακολουθεί να παραμένει και στα πλαίσια της
μεταρρυθμιστικής καταιγίδας του Ν. 2525. Εντείνεται ο ρόλος του σαν ταξικού
φίλτρου και προθάλαμου - φροντιστηρίου για τους λιγότερους που θα συνεχίζουν
στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Ακόμη και η λύση του Ενιαίου Πολυκλαδικού Λυκείου
ατόνισε και τελικά ακυρώθηκε γιατί ήταν ο τύπος σχολείου που απαιτούσε δαπάνες
για τη λειτουργία του, την ώρα που η κατεύθυνση των διεθνών ιμπεριαλιστικών
οργανισμών και οι εσωτερικές καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις στοχεύουν σε
δραστικό περιορισμό των κοινωνικών δαπανών, καθώς και εκδίωξη της
Τεχνικο-επαγγελματικής εκπαίδευσης από τη Λυκειακή βαθμίδα και την αντιμετώπιση
της σαν υποδεέστερης μορφής εκπαίδευσης.
Ωστόσο ούτε το
Πολυκλαδικό Λύκειο μπορεί να δώσει λύση στο πρόβλημα της παιδείας. Γιατί η
αντίληψη πάνω στην οποία στηρίζεται είναι η αρχή της εντατικοποίησης της
γνώσης, η απλή πρόσθεση της τεχνικο-επαγγελματικής εκπαίδευσης στη γενική σε
όφελος της πρώτης και η πρόωρη προετοιμασία (μέσα στο Λύκειο) κατώτερων
στελεχών της παραγωγής.
Το Πολυκλαδικό Λύκειο
δεν ήταν τίποτε περισσότερο από μια ακόμη προσπάθεια σύνδεσης του σχολείου με
τους μηχανισμούς της καπιταλιστικής παραγωγής. Επ' ουδενί στο μυαλό όσων σχεδιάζουν
την εκπαιδευτική πολιτική δεν είναι οι πραγματικές μορφωτικές ανάγκες του λαού
μας. Χρειάζεται δηλαδή επέκταση της βασικής εκπαίδευσης στα 12 χρόνια, ενιαία και
αδιαίρετα για όλους τους νέους σαν απαραίτητο υπόβαθρο της μετέπειτα
τε-χνικο-επαγγελματικής τους μόρφωσης.
Οχι σαν προσθετική
λειτουργία περισσότερων γνωστικών αντικειμένων και πληροφοριών, αλλά σαν
διαδικασία συγκέντρωσης στις θεμελιώδεις γνώσεις και ικανότητες που ανακύπτουν
μέσα από την οργανική σύνδεση των γνώσεων, μέσα από την αποκάλυψη των βασικών
νομοτελειών που διέπουν τη φύση και την κοινωνία και την επαλήθευση τους στην
πράξη, στην παραγωγική και κοινωνική δράση.
Πριν από το 10ο Συνέδριο
η Συντονιστική Επιτροπή (ΣΕ) του Κόμματος έχει επεξεργαστεί την κατάσταση της
εκπαίδευσης μας, τις θέσεις του Κόμματος και δίνει πλήρη και ολοκληρωμένη
πρόταση για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Στη συνέχεια η Επιτροπή παιδείας
(αργότερα Τμήμα Παιδείας της ΚΕ) επωμίζεται την ευθύνη. Μέσα από την εργασία
και τη δραστηριότητα τους προκύπτουν οι μπροσούρες: "Οι κομμουνιστές
προτείνουν" για τα διάφορα προβλήματα της εκπαίδευσης. Οργανώνει τα
συμπόσια: "Σχολείο και ιδεολογία" και "Πανεπιστήμιο και
κοινωνία". Τον τελευταίο χρόνο δίνει για συζήτηση το κείμενο εργασίας:
"Το Πολυτεχνικό σχολείο, γενικής εκπαίδευσης", που βρίσκεται ακόμα σε
στάδιο επεξεργασίας, με προοπτική να γίνει στόχος πάλης ενός παλλαϊκού μετώπου.
Οι θέσεις και αρχές του
Κόμματος διατηρούν ακέραια την επικαιρότητα τους 80 χρόνια συνέχεια. Γιατί τα
προβλήματα της εκπαίδευσης μένουν τελικά άλυτα παρ' όλες τις αναδιατάξεις ή
κάποιες προωθήσεις που έγιναν κάτω από την πάλη του λαϊκού κινήματος, που κι
αυτές σήμερα απειλούνται και αφαιρούνται. Δύο πράγματα είναι εκείνα που με
ιδιαίτερη επιμονή επιδίωξε το Κόμμα. Το πρώτο είναι το θέμα της Δημοτικής
γλώσσας, που με καθυστέρηση 60 χρόνων από τότε που το έβαλε για λύση του ΚΚΕ
και ενάμιση σχεδόν αιώνα από τότε που δημιουργήθηκε το Ελληνικό κράτος, βρήκε
τη λύση του, αλλά με προβλήματα ως προς την διδασκαλία της γλώσσας.
Το δεύτερο είναι το πρόβλημα
του αναλφαβητισμού. Ο αναλφαβητισμός εξακολουθεί να υπάρχει και σήμερα στις
παραμονές της τρίτης χιλιετίας. Και υπάρχει γιατί και η υποχρεωτικότητα της
εκπαίδευσης είναι ελαστική και γιατί η εκπαίδευση δε λειτουργεί σωστά.
Τραγικότερη όμως, για τις σημερινές συνθήκες, είναι η ύπαρξη του λειτουργικού
αναλφαβητισμού. Αυτός που αποφοίτησε από κάποιο σχολείο, γνωρίζει γραφή και
ανάγνωση, αλλά προσέρχεται στην κοινωνική δραστηριότητα, χωρίς τα απαραίτητα
εφόδια, χωρίς επαγγελματικές και τεχνικές γνώσεις, χωρίς την κρίση και με την
πνευματική και κοινωνική του καλλιέργεια αποσπασματική. Προσωπικότητα ευάλωτη
στη χειραγώγηση από τους διάφορους μηχανισμούς του συστήματος, εργατικό
δυναμικό περιορισμένης χρήσης.
Αυτό το κεντρικό
πρόβλημα αναδεικνύοντας το ΚΚΕ, οργάνωσε την πάλη του λαϊκού κινήματος,
προβάλλοντας στόχους και απαιτώντας συγκεκριμένα μέτρα και Νομοθετήματα (που φυσικά απορρίφθηκαν)
για την καταπολέμηση του αναλφαβητισμού.
Με λίγα λόγια, τα
κεντρικά προβλήματα της εκπαίδευσης παραμένουν άλυτα για το λαό και τις ανάγκες
του και στις σημερινές συνθήκες χειροτερεύουν, γιατί η επίλυση των
εκπαιδευτικών προβλημάτων δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί χώρια από την γενικότερη
οικονομικοκοινωνική πολιτική που αδιάλειπτα όλα αυτά τα χρόνια στοχεύει στην
εξυπηρέτηση των συμφερόντων της πλουτοκρατίας, σε βάρος των πολλών.
Η πρωτοφανής επίθεση των
μονοπωλίων, ενάντια στο δικαίωμα στη μόρφωση και την εργασία που βιώνουμε στις
μέρες μας, ενισχύει τη διαπίστωση αυτή και μαζί το σημερινό ρόλο του ΚΚΕ.
Σαν άξιος συνεχιστής της
πρωτοπόρος του παράδοσης, θεωρητικής και πρακτικής στο μέτωπο της Παιδείας, να
κάνει τα ζητήματα της παιδείας υπόθεση όλου του λαϊκού κινήματος, ιδιαίτερα του
εργατικού, προσβλέποντας όχι μόνο σε μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα του αγώνα,
αλλά πάνω απ' όλα στη δημιουργία των προϋποθέσεων για την οριστική τους
επίλυση.
1 σχόλιο:
πολυ καλο
Δημοσίευση σχολίου