Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2011

Τεράστια η προσφορά του ΚΚΕ στις τέχνες και στα γράμματα. Mέρος Γ' (τελευταίο)



Η τρίτη περίοδος, από το 1950 μέχρι το 1975, μετεμφυλιοπολεμική, είναι η πιο επώδυνη. Στην περίοδο αυτή και μέσα ακόμα κι από τη βαθιά παρανομία του δεν έδειξε μικρότερο ενδιαφέρον για την εκπαίδευση. Ομως η περίοδος έχει άλλα χα­ρακτηριστικά. Είναι η περίοδος κατά την οποία επιχειρείται με την ΕΟΚ η καπι­ταλιστική ενοποίηση, η διαμόρφωση διακρατικών μηχανισμών εξουσίας σε οι­κονομικό και πολιτικό ευρωπαϊκό επίπεδο.
Η δική μας θέση, αλλά και της συντριπτικής πλειοψηφίας των συνειδητοποιημένων ανθρώπων, από την αρχή, ήταν και είναι ΟΧΙ στην Ευρώπη των μονοπω­λίων. Οι αντιδραστικές όμως κυβερνήσεις και ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός, εκ­μεταλλευόμενοι τη νίκη τους στον εμφύλιο πόλεμο, προωθούν τα φιλοπολεμικά σχέδια στην περιοχή και γίνεται επιθετικότερος, όσο υφίσταται ήττες σε διεθνές επίπεδο, στην Κίνα, στην Κούβα, στο Βιετνάμ κ.ά.
Στις συνθήκες της παρανομίας ο αγώνας διοχετεύεται σε νόμιμες μορφές πάλης. Μέσα από την ΕΔΑ, ως συμμαχία των αριστερών προοδευτικών δυνάμεων. Μέσα από τις συνδικαλιστικές και επιστημονικές οργανώσεις σε πείσμα όλων των μηχανισμών καταστολής και κρατικής τρομοκρατίας.

Η παιδεία και η εκπαίδευση του Ελληνικού λαού στέκεται στο κέντρο του ενδια­φέροντος του Κόμματος. Δύο μεγάλους τομείς έχει ν' αντιμετωπίσει: Την εσωτε­ρική κατάσταση στην Ελλάδα και το Πρόβλημα των πολιτικών προσφύγων οι οποίοι βρήκαν καταφύγιο στις Σοσιαλιστικές κυρίως, χώρες ή ήταν διάσπαρτοι
σε άλλες χώρες του κόσμου.
Και όσον αφορά τον πρώτο, από το 1950 ακόμα ζητάει να μειωθούν οι πολεμι­κές δαπάνες στο 10% και τα χρήματα να διατεθούν για την υγεία και την παιδεία. Το 8ο Συνέδριο του ΚΚΕ, το 1961, η 5η Ολομέλεια της ΚΕ το 1963, το Πρόγραμ­μα πάλης του 1964, η 12η Ολομέλεια της ΚΕ το 1965, το 9ο Συνέδριο, θέτουν αλ­ληλοδιάδοχα το πρόβλημα της εκπαίδευσης και της παιδείας του ελληνικού λαού. Σε πέντε ομάδες προβλημάτων εστιάζεται η προσοχή του Κόμματος στην περίο­δο αυτή: Το πρόβλημα του αναλφαβητισμού και της υποχρεωτικής δωρεάν λαϊκής εκπαίδευσης. Το γλωσσικό πρόβλημα, που πάντα ήταν στο κέντρο του ενδιαφέρο­ντος του, το οποίο αυτή όμως την εποχή αποκτάει ιδιαίτερη επικαιρότητα, καθώς βρισκόμαστε στην υποχρέωση για ανάπτυξη ΤΕΕ με την προοπτική της εισόδου μας στην τότε ΕΟΚ. Ο εκδημοκρατισμός της εκπαίδευσης, συνίσταται: Στον πα­ραμερισμό του εμφυλιοπολεμικου πνεύματος. Την εξάλειψη του σοβινισμού και του μεγαλόΐδεατισμού που καθρεφτίζονται στα σχολικά βιβλία όλων των τάξεων. Την καταπολέμηση του αντικομμουνισμού και του αντι-σοβιετισμού. Μέτωπο πάλης για τα προβλήματα της νεολαίας, ενάντια στον αμερικάνικο τρόπο ζωής, τα ναρκωτικά κλπ. Την ανάδειξη της διαλεκτικής σύνδεσης κοινωνικής και εκπαι­δευτικής πραγματικότητας που σημαίνει διαλεκτική σύνδεση της ριζικής εκπαι­δευτικής αλλαγής με τη ριζική κοινωνικο-οικονομική.
Σε αυτή την περίοδο το Κόμμα προσπάθησε και το πέτυχε να αναδείξει το πρό­βλημα της εκπαίδευσης σαν κεντρικό πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας. Και η δραστηριότητα του συνίσταται στα ακόλουθα τρία σημεία: Να ανασυνθέσει την αποκτημένη μέχρι την ώρα εκείνη εκπαιδευτική εμπειρία και με βάση αυτή να επιχειρήσει την κριτική του νέου εκσυγχρονισμού της εκπαίδευσης που δύο φορές επιχειρείται (1959-'61 και 1962-1965), και τέλος να ευαισθητοποιήσει και να κι­νητοποιήσει το εργατικό και λαϊκό κίνημα στον αγώνα για μια πραγματικά λαϊκή  παιδεία. Και είναι κάτι που το Κόμμα το πέτυχε σε σημαντικό βαθμό, γιατί ανά­γκασε τις κυβερνήσεις να θεσμοθετήσουν λύσεις που ανοίγουν προοπτικές για το μέλλον, στην επόμενη περίοδο.
Το εκπαιδευτικό επιτελείο του Κόμματος, με τη συνεισφορά προσωπικοτήτων σαν τους Ρόζα Ιμβριώτη, Κώστα Σωτηρίου, Νίκο Κιτσίκη, Γιώργη Αθανασιάδη, Μιχάλη Παπαμαύρο κ.ά., συντάσσει μια σειρά από μελέτες που απαντούν στα οξυμένα εκπαιδευτικά προβλήματα και δείχνει πόσο έξω από την πραγματικότη­τα και τις λαϊκές ανάγκες βρίσκεται η αστική ηγεσία, όταν επιχειρεί με τους Ν. 3917 και 3973 του 1959, το ΝΔ 3853/59 και το ΒΔ 671/61 της ΕΡΕ και ο Ν. 4379/64 της Ενωσης Κέντρου, να δώσει λύσεις σε προβλήματα που δεν είναι τε­χνοκρατικά αλλά βαθύτατα κοινωνικά. Πως η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που επιχειρείται και από την ΕΡΕ και την ΕΚ δε σχεδιάστηκε με βάση τις ανάγκες του ελληνικού λαού, αλλά με προοπτική τις ανάγκες της μεταπολεμικής ανάπτυξης, στη βάση και των σχεδιασμών ιμπεριαλιστικών οργανισμών, όπως του ΟΟΣΑ.
Στον τομέα της μαζικής δράσης αναδείχθηκε το αίτημα του 15% (προίκα της παιδείας), η ανάγκη επαγγελματικής και επιστημονικής κατάρτισης του εκπαι­δευτικού δυναμικού (πανεπιστημιακή μόρφωση των εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων), κριτική των σχολικών προγραμμάτων και των άθλιων σχολικών βι­βλίων που τα διέκρινε έκδηλη η σκοταδιστική αντίληψη των πραγμάτων, το πρό­βλημα της γλώσσας, της ιδιωτικής εκπαίδευσης και της παραπαιδείας.
Στον τομέα του προβλήματος των πολιτικών προσφύγων. Κι εδώ το Κόμμα κέρ­δισε τη μεγάλη μάχη, γιατί κατόρθωσε να συντονίσει τις προσπάθειες για τη σωστή μόρφωση και τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών. Την καθοδηγητική ευθύνη γι' αυτή τη λεπτή δουλειά ανέθεσε το Κόμμα σε μια 5μελή επιτροπή από τους Π. Κόκκαλη, Ελλη Αλεξίου, Γ. Αθανασιάδη, Γ. Ζώΐδη και Κωστόπουλο. Στα σχο­λεία των Λαϊκών Δημοκρατιών δημιουργήθηκαν παράλληλες τάξεις όπου διδά­σκονταν η ελληνική γλώσσα, η ελληνική ιστορία και η γεωγραφία της Ελλάδας.
Με τον τρόπο αυτό λύθηκε το πρόβλημα της κοινωνικοποίησης των νέων αν­θρώπων στο σοσιαλιστικό σύστημα των χωρών που ζούσαν, ταυτόχρονα όμως διατηρήθηκε, μπαίνοντας στις σωστές του βάσεις, ο πατριωτισμός και ο πόθος του επαναπατρισμού για προσφορά στο λαϊκό κίνημα της χώρας μας.
Και τα αποτελέσματα υπήρξαν καταπληκτικά. Ολοι σπούδασαν ή σε ΑΕΙ ή σε Ανώτερες επαγγελματικές σχολές, σταδιοδρόμησαν σα στελέχη επιστημονικών ιδρυμάτων, επιχειρήσεων κλπ. Ενδεικτικοί της εκπαιδευτικής αυτής προσπάθειας είναι οι 115 τίτλοι εκπαιδευτικών και λογοτεχνικών βιβλίων που κυκλοφόρησαν και διαβάστηκαν από τους πολιτικούς πρόσφυγες και τα παιδιά τους.
Η περίοδος αυτή υπήρξε επώδυνη για τους εκπαιδευτικούς αλλά και γεμάτη αγω­νία για την εκπαίδευση. Ο αγώνας αυτός ο οποίος έφτασε σε ύψος πρωτοφανέρω­το για τη μαζικότητα του, έμεινε ανολοκλήρωτος. Γιατί αυτοί που εμφανίστηκαν  σαν ηγέτες της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, με τη συντηρητικότητά τους μας άφησαν το "Ακαδημαϊκό απολυτήριο", ουσιαστικά μια πράξη νομικής καθιέρω­σης της ταξικής επιλογής και ανισότητας, μια υπερτροφικά ανεπτυγμένη φροντι­στηριακή παραπαιδεία και δυναμωμένη την ιδιωτική εκπαίδευση. Φθίνουσα ήταν η στήριξη της δημόσιας εκπαίδευσης. Η αποστασία και η δικτατορία του 1967, αναζωογόνησαν την εμφυλιοπολεμική νοοτροπία.
Η τρέχουσα περίοδος μετά τη μεταπολίτευση (1974) είναι μια περίοδος με εντε­λώς άλλα χαρακτηριστικά. Από το 1979-'80, αρχίζει ένας νομοθετικός οργασμός προσαρμογής της τεχνο-επαγγελματικής εκπαίδευσης στα πρότυπα της ΕΟΚικής πολιτικής, ενώ η Γενική εκπαίδευση αναπροσαρμόζεται σιωπηλά και με κάποια βραδύτητα με τις "υποδείξεις - συστάσεις" του Συμβουλίου των Υπουργών Παι­δείας της ΕΟΚ. Η Ανωτάτη Εκπαίδευση, τέλος, εξωθείται να αποδεχθεί την ολο­σχερή εξάρτηση της από τις μονοπωλιακές επιχειρήσεις και να λειτουργήσει ασφυκτικά για λογαριασμό των πολυεθνικών, μια και ο προσανατολισμός της έρευνας, η αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της εξυπηρετούν άμεσα τους κερδο­σκοπικούς στόχους των μονοπωλίων.
Η κατάσταση της εκπαίδευσης πάλι στη χώρα μας βρίσκεται σε κρίσιμο σημείο. Ουσιαστικά η πρωτοβάθμια εκπαίδευση είναι διαλυμένη και λειτουργεί με διοι­κητικά και όχι παιδαγωγικά κριτήρια. Το Γυμνάσιο βρίσκεται μετέωρο ανάμεσα στο Δημοτικό και το Λύκειο. Κι αυτό το τελευταίο εξακολουθεί να παραμένει και στα πλαίσια της μεταρρυθμιστικής καταιγίδας του Ν. 2525. Εντείνεται ο ρόλος του σαν ταξικού φίλτρου και προθάλαμου - φροντιστηρίου για τους λιγότερους που θα συνεχίζουν στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Ακόμη και η λύση του Ενιαίου Πολυκλαδικού Λυκείου ατόνισε και τελικά ακυρώθηκε γιατί ήταν ο τύπος σχο­λείου που απαιτούσε δαπάνες για τη λειτουργία του, την ώρα που η κατεύθυνση των διεθνών ιμπεριαλιστικών οργανισμών και οι εσωτερικές καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις στοχεύουν σε δραστικό περιορισμό των κοινωνικών δαπανών, καθώς και εκδίωξη της Τεχνικο-επαγγελματικής εκπαίδευσης από τη Λυκειακή βαθμίδα και την αντιμετώπιση της σαν υποδεέστερης μορφής εκπαίδευσης.
Ωστόσο ούτε το Πολυκλαδικό Λύκειο μπορεί να δώσει λύση στο πρόβλημα της παιδείας. Γιατί η αντίληψη πάνω στην οποία στηρίζεται είναι η αρχή της εντατι­κοποίησης της γνώσης, η απλή πρόσθεση της τεχνικο-επαγγελματικής εκπαί­δευσης στη γενική σε όφελος της πρώτης και η πρόωρη προετοιμασία (μέσα στο Λύκειο) κατώτερων στελεχών της παραγωγής.
Το Πολυκλαδικό Λύκειο δεν ήταν τίποτε περισσότερο από μια ακόμη προσπά­θεια σύνδεσης του σχολείου με τους μηχανισμούς της καπιταλιστικής παραγω­γής. Επ' ουδενί στο μυαλό όσων σχεδιάζουν την εκπαιδευτική πολιτική δεν είναι οι πραγματικές μορφωτικές ανάγκες του λαού μας. Χρειάζεται δηλαδή επέκταση της βασικής εκπαίδευσης στα 12 χρόνια, ενιαία και αδιαίρετα για όλους τους νέους σαν απαραίτητο υπόβαθρο της μετέπειτα τε-χνικο-επαγγελματικής τους μόρφωσης.
Οχι σαν προσθετική λειτουργία περισσότερων γνωστικών αντικειμένων και πληροφοριών, αλλά σαν διαδικασία συγκέντρωσης στις θεμελιώδεις γνώσεις και ικανότητες που ανακύπτουν μέσα από την οργανική σύνδεση των γνώσεων, μέσα από την αποκάλυψη των βασικών νομοτελειών που διέπουν τη φύση και την κοι­νωνία και την επαλήθευση τους στην πράξη, στην παραγωγική και κοινωνική δράση.
Πριν από το 10ο Συνέδριο η Συντονιστική Επιτροπή (ΣΕ) του Κόμματος έχει επεξεργαστεί την κατάσταση της εκπαίδευσης μας, τις θέσεις του Κόμματος και δίνει πλήρη και ολοκληρωμένη πρόταση για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Στη συνέχεια η Επιτροπή παιδείας (αργότερα Τμήμα Παιδείας της ΚΕ) επωμίζε­ται την ευθύνη. Μέσα από την εργασία και τη δραστηριότητα τους προκύπτουν οι μπροσούρες: "Οι κομμουνιστές προτείνουν" για τα διάφορα προβλήματα της εκ­παίδευσης. Οργανώνει τα συμπόσια: "Σχολείο και ιδεολογία" και "Πανεπιστήμιο και κοινωνία". Τον τελευταίο χρόνο δίνει για συζήτηση το κείμενο εργασίας: "Το Πολυτεχνικό σχολείο, γενικής εκπαίδευσης", που βρίσκεται ακόμα σε στάδιο επεξεργασίας, με προοπτική να γίνει στόχος πάλης ενός παλλαϊκού μετώπου.
Οι θέσεις και αρχές του Κόμματος διατηρούν ακέραια την επικαιρότητα τους 80 χρόνια συνέχεια. Γιατί τα προβλήματα της εκπαίδευσης μένουν τελικά άλυτα παρ' όλες τις αναδιατάξεις ή κάποιες προωθήσεις που έγιναν κάτω από την πάλη του λαϊκού κινήματος, που κι αυτές σήμερα απειλούνται και αφαιρούνται. Δύο πράγ­ματα είναι εκείνα που με ιδιαίτερη επιμονή επιδίωξε το Κόμμα. Το πρώτο είναι το θέμα της Δημοτικής γλώσσας, που με καθυστέρηση 60 χρόνων από τότε που το έβαλε για λύση του ΚΚΕ και ενάμιση σχεδόν αιώνα από τότε που δημιουργήθηκε το Ελληνικό κράτος, βρήκε τη λύση του, αλλά με προβλήματα ως προς την διδα­σκαλία της γλώσσας.
Το δεύτερο είναι το πρόβλημα του αναλφαβητισμού. Ο αναλφαβητισμός εξακο­λουθεί να υπάρχει και σήμερα στις παραμονές της τρίτης χιλιετίας. Και υπάρχει γιατί και η υποχρεωτικότητα της εκπαίδευσης είναι ελαστική και γιατί η εκπαί­δευση δε λειτουργεί σωστά. Τραγικότερη όμως, για τις σημερινές συνθήκες, είναι η ύπαρξη του λειτουργικού αναλφαβητισμού. Αυτός που αποφοίτησε από κάποιο σχολείο, γνωρίζει γραφή και ανάγνωση, αλλά προσέρχεται στην κοινωνική δρα­στηριότητα, χωρίς τα απαραίτητα εφόδια, χωρίς επαγγελματικές και τεχνικές γνώσεις, χωρίς την κρίση και με την πνευματική και κοινωνική του καλλιέργεια αποσπασματική. Προσωπικότητα ευάλωτη στη χειραγώγηση από τους διάφο­ρους μηχανισμούς του συστήματος, εργατικό δυναμικό περιορισμένης χρήσης.
Αυτό το κεντρικό πρόβλημα αναδεικνύοντας το ΚΚΕ, οργάνωσε την πάλη του λαϊκού κινήματος, προβάλλοντας στόχους και απαιτώντας συγκεκριμένα μέτρα  και Νομοθετήματα (που φυσικά απορρίφθηκαν) για την καταπολέμηση του αναλ­φαβητισμού.
Με λίγα λόγια, τα κεντρικά προβλήματα της εκπαίδευσης παραμένουν άλυτα για το λαό και τις ανάγκες του και στις σημερινές συνθήκες χειροτερεύουν, γιατί η επίλυση των εκπαιδευτικών προβλημάτων δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί χώρια από την γενικότερη οικονομικοκοινωνική πολιτική που αδιάλειπτα όλα αυτά τα χρόνια στοχεύει στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων της πλουτοκρατίας, σε βάρος των πολλών.
Η πρωτοφανής επίθεση των μονοπωλίων, ενάντια στο δικαίωμα στη μόρφωση και την εργασία που βιώνουμε στις μέρες μας, ενισχύει τη διαπίστωση αυτή και μαζί το σημερινό ρόλο του ΚΚΕ.
Σαν άξιος συνεχιστής της πρωτοπόρος του παράδοσης, θεωρητικής και πρακτι­κής στο μέτωπο της Παιδείας, να κάνει τα ζητήματα της παιδείας υπόθεση όλου του λαϊκού κινήματος, ιδιαίτερα του εργατικού, προσβλέποντας όχι μόνο σε μεγα­λύτερη αποτελεσματικότητα του αγώνα, αλλά πάνω απ' όλα στη δημιουργία των προϋποθέσεων για την οριστική τους επίλυση.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

πολυ καλο