Δευτέρα 25 Απριλίου 2011

Aγωγή,Μάθηση, Κατάρτιση, υπό το φως της διαλεκτικής και υλιστικής προσέγγισης.

Αγωγή. Από την αρχ. ελλην. λέξη άγω (=οδηγώ, κατευ­θύνω, διευθύνω) < αγωγή (=καθοδήγηση, διεύθυνση). Ο όρος χρησιμοποιείται συχνά άλλοτε για να δηλώσει την παι­δαγωγική πράξη, άλλοτε το αποτέλεσμα της και άλλοτε την ποιότητα του προσώπου. Γενικά, όμως, αποτελεί τη σκόπιμη και συστηματική προσπάθεια για τη διαμόρφωση της προσω­πικότητας, προετοιμάζοντας για τις ανάγκες του κοινωνικού συστήματος. Η αγωγή διαφοροποιείται, όχι μόνο από τον ένα κοινωνικο-οικονομικό σχηματισμό στον άλλο, αλλά και μέσα στη συγκεκριμένη κοινωνία σύμφωνα με την ταξική θέση του ανθρώπου μέσα σ' αυτήν. Ασκείται από την οικογένεια, τα εκπαιδευτικά και τα άλλα κοινωνικά ιδρύματα και τελικά την κοινωνία σα σύνολο, αναπαράγοντας τις κοινωνικές σχέσεις που κυριαρχούν σ' αυτήν, ξεκινώντας από τον τρόπο παρα­γωγής. (Στο θέμα αυτό θα επανέλθουμε με άλλη αφορμή, όταν εξετάσουμε συγγενείς έννοιες της αγωγής). Είναι αυτο­νόητο, αφού η αγωγή έχει πλατύτερη κοινωνική σημασία να είναι καθοριστική και για το περιεχόμενο της μόρφωσης και της εκπαίδευσης.

Μάθηση. Από το αρχ. ελλην. ρήμα μάω και τη ρίζα του ΜΑΘ (=επιθυμώ, ποθώ, έχω άμεσο σκοπό) > μανθάνω (=μα-θαίνω) > μάθησις-ση. Η έννοια αυτή αφορά περισσότερο τις λειτουργικές ικανότητες του ανθρώπου που σχετίζονται με την αντίληψη, τη μνήμη, την εντύπωση, τη συνήθεια, τη δημι­ουργία απλούστατων συμβατικών αντανακλαστικών, σύνθε­των κινητικών και λεκτικών έξεων, αντιδράσεων διάκρισης κατ' αίσθηση κλπ. Οι θεωρίες που αφορούν τις λειτουργίες της μάθησης και τις ικανότητες του ανθρώπου σε κάθε ηλι­κιακή φάση είναι μια από τις σπουδαιότερες παραμέτρους της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Η μάθηση συντελείται και μέσα από την Εκπαίδευση, δεν αποτελεί όμως κοινωνικά θε­σμοποιημένη διαδικασία. Η διαφορά της μάθησης με τις προηγούμενες έννοιες είναι ότι η πρώτη είναι μια "γηγενής" ανθρώπινη ικανότητα. Ο άνθρωπος μαθαίνει, ούτως ή άλλως, εφ' όσον αντιλαμβάνεται, σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Μαθαίνει κανείς και χωρίς να πάει σχολείο ή χωρίς να ασχοληθεί συστηματικά με κάποιο γνωστικό αντικείμενο. Στα διάφορα στάδια ανάπτυξης του ανθρώπου ο χαρακτήρας της μάθησης αλλάζει. Σύμφωνα και με τις τελευταίες επι­στημονικές θεωρίες, οι πνευματικές ικανότητες τόσο των ενηλίκων όσο και των υπερηλίκων (οψιμάθεια), όχι μόνο δεν μένουν στάσιμες ή ατροφούν, αλλά αντιθέτως αυξάνονται ακόμα και κατά 60%, αρκεί να υπάρχει πνευματικά προσπά­θεια και εγρήγορση.

Κατάρτιση.Η ελληνική λέξη προέρχεται από τη σύνθε­ση της αρχ. ελλην. πρόθεσης κατά και του επιθέτου άρτιος (=πλήρης, τέλειος στο είδος του, κατάλληλος, ακριβώς προ­σαρμοζόμενος) > καταρτίζω (= αρθρώνω, εφοδιάζω, προε­τοιμάζω εξαντλητικά) >κατάρτισις (=εφοδιασμός με γνώσεις και εκγύμναση δεξιοτήτων). Απ' ότι φαίνεται σήμερα, στον τομέα της εκπαιδευτικής πολιτικής, ο όρος χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο σαν μηχανική μεταφορά του ξενικού όρου training. Αν και συχνά προβάλλεται με τη φιλοδοξία να υποκαταστήσει την έννοια της εκπαίδευσης, θα θέλαμε να υπογραμμίσουμε τη στενότητα του όρου κατάρτιση (=Training) με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Έτσι, η κατάρτιση είναι κατά μια έννοια εκπαίδευση, όμως μόνο όταν η τελευταία περιορίζεται στην εκγύμναση, την καλλιέργεια μιας συγκε­κριμένης δεξιότητας, που ίσως μπορεί να αναπτυχθεί κι άμεσα στην κοινωνική παραγωγή. Δεν είναι τυχαίο ότι ο όρος αποσαφηνίζεται, ακριβώς όταν αναφέρεται σε πεδία επαγ­γελματικής φύσης της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Στην αγ­γλική γλώσσα ο εκπαιδευτής (trainer) είναι ο εκγυμναστής, ο προπονητής που κατευθύνει το μαθητή του σ' έναν και μο­ναδικό στόχο, προς μια και μοναδική δεξιότητα. Η αγγλική λέξη ΐΓ3ίπ χρησιμοποιείται με τη διπλή ιδιότητα, τόσο της πει­θαρχίας μέσω των παιδευτικών διαδικασιών, όσο και του "συρμού", της αλληλουχίας σκέψεων, ιδεών και ενεργειών προς μια επιθυμητή κατεύθυνση (πράξη).^ Η λειτουργία της κατάρτισης αφορά στο πλαίσιο της εκμάθησης κάποιας δε­ξιότητας (πρακτικής ή πνευματικής) μέσα από τις διαδικα­σίες επίτευξης στενών, αυστηρά καθοδηγούμενων και πε­ριορισμένων στόχων, σε αντιπαράθεση με τους ευρύτερους στόχους της εκπαίδευσης που επιτρέπουν την ευελιξία του τρόπου σκέψης και δράσης. Στη ρωσική γλώσσα το train irovats χρησιμοποιείται για τον αθλητικό τομέα (προπόνηση) και τον τομέα εκγύμνασης των ζώων. Όταν η εκπαίδευση ταυτίζεται με την κατάρτιση, τότε μορφώνει μονομερώς, σ' εξάρτηση από τη συγκεκριμένη μελλοντική δραστηριότητα του μαθητευόμενου, αντί να μορφώνει ολόπλευρα και να λει­τουργεί σαν πυκνωτής που συγκεντρώνει την πείρα του υλι­κού και πνευματικού πολιτισμού της κοινωνίας, για να διαπαι­δαγωγήσει ανθρώπους συντελεστές της κοινωνικής εξέλι­ξης και κύριους της μοίρας τους. Το ζήτημα, επομένως, αφορά το σκοπό της εκπαίδευσης και της αγωγής. Ο άνθρω­πος που απόκτησε πολλές αλλά αποσπασματικές γνώσεις και επιδεξιότητες, μπορεί να θεωρηθεί καταρτισμένος, δεν μπορεί όμως ούτε τη δική του ζωή να βελτιώσει, γιατί όσο προσαρμόζεται παθητικά στο κοινωνικό κατεστημένο τόσο διαιωνίζει τη δική του εξάρτηση απ' αυτό. Η εκπαίδευση, ίσως, να εμπεριέχει για συγκεκριμένους λόγους και στόχους στοιχεία κατάρτισης, σε καμία περίπτωση όμως οι όροι εκ­παίδευση και κατάρτιση δεν μπορούν να αλληλοκαλύπτονται.
ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΤΕΥΧΟΣ 3

Δεν υπάρχουν σχόλια: