Σάββατο 26 Φεβρουαρίου 2011

Ανταγωνισμοί στο φόντο της καταστροφής κεφαλαίου.

από το ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ
Φουντώνουν τα σενάρια για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, στο φόντο των αντιθέσεων στο εσωτερικό της ΕΕ, που εντείνονται και έχουν στον πυρήνα τους την εξυπηρέτηση των διαφορετικών μερίδων του ευρωενωσιακού κεφαλαίου.
Στη Γερμανία, μετά την κατάθεση από βουλευτές που στηρίζουν τον κυβερνητικό συνασπισμό, πρότασης ενάντια στην αγορά κρατικών ομολόγων από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό αντιμετώπισης κρίσεων, χτες ο Γερμανός Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κρίστιαν Βουλφ, μετά τη συνάντηση που είχε με τον Ιταλό ομόλογό του, Τζιόρτζιο Ναπολιτάνο, δήλωσε ότι «είναι καθοριστικό οι κυβερνήσεις της Ευρώπης με τη συμμετοχή και των κοινοβουλίων, να βρουν ένα μηχανισμό, ο οποίος σε μόνιμη βάση θα απαγορεύει την αγορά κρατικών ομολόγων π.χ. από την ΕΚΤ».

Παράλληλα, ο Κ. Βουλφ, χαρακτήρισε ιδιαίτερα σημαντική τη συμμετοχή των ιδιωτών επενδυτών στα ρίσκα της αγοράς κρατικών ομολόγων, σημειώνοντας: «Εκείνοι οι οποίοι χορηγούν τις πιστώσεις και παίρνουν μεγαλύτερους τόκους, πρέπει να αναλαμβάνουν και μεγαλύτερο ρίσκο, το οποίο να μη μετακυλίεται στο φορολογούμενο στην Ευρώπη ή τον κόσμο».
Υπέρ της ελεγχόμενης χρεοκοπίας της Ελλάδας, με αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, τάσσεται η γερμανική εφημερίδα «Frankfurter Allgemeine Zeitung», η οποία ασκεί κριτική στην πρακτική της ΕΚΤ να αγοράζει κρατικά ομόλογα. Συγκεκριμένα, εκτιμά ότι «η ΕΚΤ έχει αγοράσει κρατικά ομόλογα αξίας περίπου 80 δισεκατομμυρίων από τις προβληματικές χώρες της ευρωζώνης και επομένως έμμεσα χρηματοδοτεί τους προϋπολογισμούς της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας. Ετσι ελλοχεύουν όμως πολλοί κίνδυνοι στον "παραφουσκωμένο" ισολογισμό της ΕΚΤ, διότι από 900 δισεκατομμύρια ξεπέρασε κατά τη διάρκεια της κρίσης τα 1,9 τρισ. ευρώ».
Απηχώντας τις θέσεις ισχυρών μερίδων του κεφαλαίου στην Γερμανία και συνολικά στην ΕΕ, η εφημερίδα σημειώνει ακόμα: «Η ΕΚΤ προχώρησε εξάλλου και σε μια άλλη τακτική διάσωσης, μειώνοντας επικίνδυνα τα στάνταρ ασφαλείας: Αντάλλαξε με ρευστό, κρατικά ομόλογα που πήρε από τις εθνικές τράπεζες των προβληματικών χωρών της ευρωζώνης. Προχώρησε μάλιστα τόσο πολύ που εάν μια υπερχρεωμένη χώρα δεν μπορεί να εξυπηρετήσει το χρέος της, ενδέχεται να προκληθούν σοβαρά προβλήματα στο σύστημα των κεντρικών τραπεζών της Ευρώπης. Γι' αυτό η ΕΚΤ έχει πάρει θέση εδώ και καιρό: Επιδιώκει να αποτρέψει μία αναδιάταξη χρεών, διότι θα αναγκαστεί να αποδεχθεί τις υψηλότερες παραγραφές από τις απαιτήσεις της».
Το ίδιο άρθρο ισχυρίζεται τέλος ότι «ο πρόεδρος της ΕΚΤ Ζαν Κλοντ Τρισέ προπαγανδίζει την επαναγορά των κρατικών ομολόγων από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Φαίνεται ότι εκεί θα ήθελε ευχαρίστως να ξεφορτωθεί τα άχρηστα ομόλογα που έχει συγκεντρώσει. Σε αυτό αντιτίθεται ο Αξελ Βέμπερ, πρόεδρος ακόμα της "Bundesbank", διότι δεν είναι δυνατόν οι πιστωτές των χρεωμένων χωρών να φορτώσουν τα ρίσκα στις χώρες που τις στήριξαν οικονομικά. Οικονομολόγοι και επιχειρηματίες ζητούν δικαίως την αναδιάταξη των χρεών των προβληματικών χωρών και τη συμμετοχή των ιδιωτών-πιστωτών στις απώλειες πριν είναι πολύ αργά και την πληρώσουν όλοι».

Ανακατατάξεις στην παγκόσμια σκακιέρα
«Η Κίνα λογικά θα ξεπεράσει τις ΗΠΑ και θα γίνει η μεγαλύτερη οικονομία παγκοσμίως έως το 2020, για να χάσει στη συνέχεια την πρώτη θέση από την Ινδία έως το 2050», εκτιμά ο επικεφαλής οικονομικός αναλυτής της «Citigroup», Βίλεμ Μπουίτερ, αντανακλώντας τους έντονους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και τις ανακατατάξεις που επιταχύνονται εξαιτίας της καπιταλιστικής κρίσης.
Υποστηρίζει ακόμα ότι «η αναδυόμενη Ασία και Αφρική, θα είναι οι ταχύτερα αναπτυσσόμενες περιοχές, χάρη στην ανάπτυξη του πληθυσμού και του κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Θα ακολουθήσουν, με βάση το ρυθμό ανάπτυξης, η Μέση Ανατολή, η Λατινική Αμερική, η Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, η Κοινοπολιτεία Ανεξάρτητων Κρατών και τέλος τα ανεπτυγμένα κράτη του σήμερα».
Παράλληλα, εκτιμά ότι «αναμένουμε ισχυρή ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας έως το 2050, με το μέσο ρυθμό ανάπτυξης του πραγματικού ΑΕΠ να αγγίζει το 4,5% ετησίως έως το 2030 και το 3,8% ετησίως την περίοδο 2030-2050 (...) Σαν αποτέλεσμα, το παγκόσμιο ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί σε προσαρμοσμένη για την ισοτιμία της αγοραστικής δύναμης βάση, από τα 72 τρισ. δολάρια το 2010, στα 380 τρισ. δολάρια το 2050»

Δεν υπάρχουν σχόλια: