Φουντώνουν το τελευταίο διάστημα οι
ενδοαστικοί προβληματισμοί γύρω από τα ζητήματα που αφορούν στη διαμόρφωση των
δημοσιονομικών κανόνων στο πλαίσιο της ΕΕ. Η συζήτηση, οι αντιθέσεις και οι
συμβιβασμοί που αφορούν στο μείγμα της αντιλαϊκής πολιτικής εκδηλώνονται
ταυτόχρονα και παράλληλα με τις εν εξελίξει διαδικασίες στελέχωσης και ανάληψης
της προεδρίας στην Κομισιόν καθώς και στα άλλα ευρωενωσιακά όργανα.
«Τηρήστε τους κανόνες που έχουμε
αποφασίσει μαζί, τίποτε περισσότερο, τίποτε λιγότερο» είναι το μήνυμα που απέστειλε εκ
νέου χτες με δηλώσεις του σε ραδιοφωνικό δίκτυο, ο Γερμανός υπουργός
Οικονομικών Β. Σόιμπλε, σημειώνοντας πως «ο συνδυασμός
δημοσιονομικής πειθαρχίας και οικονομικής ανάπτυξης έχει αποτέλεσμα», αποτελεί
«εφικτό στόχο». Αντίστοιχο είναι το μήνυμα από τον επικεφαλής της
κεντρικής τράπεζας της Γερμανίας (Μπούντεσμπανκ), Γ. Βάιντμαν. Σε
άρθρο του, στην εφημερίδα «Suddeutsche Zeitung» διαπιστώνει ότι «μόλις
χαλαρώσει η πίεση στις αγορές, εμφανίζονται από την πλευρά των πολιτικών αιτήματα
για χαλάρωση των κανόνων», προσθέτοντας «δεν έχουμε ανάγκη από
αποδυνάμωση, αλλά από ενίσχυση των δημοσιονομικών κανόνων». Σύμφωνα με
τον ίδιο «δεν μπορεί να οικοδομηθεί βιώσιμη ανάπτυξη πάνω σε ένα βουνό
ιδιωτικού ή κρατικού χρέους».
Από την πλευρά του, σύμφωνα με τη γαλλική
εφημερίδα «Λε Μοντ», ο Γάλλος Πρόεδρος Φρ. Ολάντ, σε επιστολή που
απέστειλε στον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Χ. Β. Ρομπάι, κάλεσε την ΕΕ να
επιδείξει «μεγαλύτερη ευελιξία στην εφαρμογή των δημοσιονομικών
κανόνων». Σύμφωνα με τον ίδιο, «το θέμα είναι να επωφεληθούμε
πλήρως από τις ευελιξίες, κυρίως προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι μεταρρυθμίσεις
που εφαρμόζουν οι χώρες, καθώς και η οικονομική κατάστασή τους». Θέτει
δηλαδή το θέμα της χάραξης της αντιλαϊκής πολιτικής ανάλογα με τη φάση του
οικονομικού κύκλου, στην κάθε οικονομία, και σε συνδυασμό με τις εκάστοτε
ανάγκες των μονοπωλίων και των επιχειρηματικών ομίλων που καθένας από αυτούς
στηρίζει και εκπροσωπεί.
Στον ίδιο άξονα φαίνεται να συντάσσεται
και ο Ιταλός πρωθυπουργός Μ. Ρέντσι, σύμφωνα με τον οποίο,
αυτό που προέχει δεν είναι τόσο η αλλαγή των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας,
αλλά «η ερμηνεία του με τη χρήση των περιθωρίων που αυτό επιτρέπει,
προκειμένου να υπάρξει δημοσιονομική ευελιξία». Μιλώντας σε Ιταλούς βουλευτές,
ενόψει και της ανάληψης της Προεδρίας στην ΕΕ το β' εξάμηνο του 2014, σημείωσε
πως η Ιταλική Προεδρία θα παρουσιάσει πρόγραμμα «1.000 ημερών». Σε κείμενο που
«διέρρευσε» σε διεθνές ειδησεογραφικό πρακτορείο, γίνεται λόγος για την «προώθηση
της ανάπτυξης και της απασχόλησης», σε συνδυασμό με μια αναπροσαρμογή
των κρατικών προϋπολογισμών. Οπως δήλωσε, η χώρα του θα εξασφαλίσει ένα
«σημαντικό εκπρόσωπο» στη νέα σύνθεση της Κομισιόν.
Την ίδια ώρα, ο υποψήφιος για την προεδρία
της Κομισιόν Ζ. Κ. Γιούνκερ, χωρίς να τον κατονομάσει, αλλά
προφανώς απαντώντας στον Ιταλό πρωθυπουργό, σε δηλώσεις του από το Βερολίνο,
σημείωσε πως «δε θα υπάρξουν αλλαγές στο Σύμφωνο Σταθερότητας», το
οποίο θα«ερμηνευθεί όπως έχει προβλεφθεί στο υφιστάμενο κείμενο».
Το πεδίο των αντιπαραθέσεων και των
ανταγωνισμών στην ΕΕ συμπληρώνεται και από τα ζητήματα που συνδέονται με τις
επικείμενες ανακεφαλαιοποιήσεις των ευρωπαϊκών τραπεζών, μετά
τους διαγνωστικούς ελέγχους που διενεργούνται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική
Τράπεζα. Η επικεφαλής της ενιαίας εποπτικής αρχής Ντ. Νουί σημείωσε
πως οι «αγορές βρίσκονται σε αρκετά καλή κατάσταση και υπάρχει
διαθέσιμη ρευστότητα για τις τράπεζες».
Οξυμένες αντιθέσεις πίσω από τα πρόσωπα
Την ίδια ώρα, αντανακλώντας τις αντιθέσεις
γύρω από το μείγμα της αντιλαϊκής πολιτικής, εντείνονται και τα παζάρια για τον
επόμενο πρόεδρο της Κομισιόν. Οι αντιθέσεις επικεντρώνονται στο
πρόσωπο του υποψηφίου του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ), Ζαν Κλοντ
Γιούνκερ, ο οποίος πρέπει να εξασφαλίσει την πλειοψηφία των 28 ηγετών
της ΕΕ και τουλάχιστον 376 ψήφους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ο διορισμός του
περιλαμβάνεται σε ένα ευρύτερο πακέτο, μαζί με την προεδρία του Ευρωπαϊκού
Συμβουλίου, την προεδρία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και
τη θέση του Υπατου Εκπροσώπου Εξωτερικής Πολιτικής της ΕΕ. Το
απροκάλυπτο αλισβερίσι που ακολούθησε το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών και οι
πρόσφατες συμφωνίες με ανταλλάγματα μεταξύ ΕΛΚ και σοσιαλδημοκρατών
επιβεβαιώνουν ότι πίσω από τη συζήτηση για το ποια πρόσωπα θα λάβουν τα ανώτατα
αξιώματα στα ευρωενωσιακά όργανα, βρίσκονται οι συνολικότερες ενδοαστικές
αντιθέσεις στο εσωτερικό της ΕΕ για το μείγμα διαχείρισης που θα εφαρμοστεί, οι
προσπάθειες κάθε αστικής τάξης να εξασφαλίσει καλύτερες θέσεις στον μεταξύ τους
ανταγωνισμό.
Σύμφωνα με δημοσίευμα των «Financial
Times», ο σημερινός πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Χέρμαν βαν
Ρομπάι, ενόψει και της συζήτησης για το πρόγραμμα και τις
προτεραιότητες της επόμενης Κομισιόν, αποστέλλει προ του Ευρωπαϊκού
Συμβουλίου έγγραφο για τη «στρατηγική ατζέντα» της ΕΕ την επόμενη πενταετία
(όσο διαρκεί η θητεία της νέας Κομισιόν). Υποστηρίζει ότι οι Βρυξέλλες θα
πρέπει να αποφεύγουν να αναμιγνύονται σε τομείς πέραν των σημερινών
αρμοδιοτήτων τους, απηχώντας τις επιφυλάξεις αστικών τάξεων όπως της Βρετανίας
και της Ολλανδίας για «υπερβολική» μεταφορά εθνικών αρμοδιοτήτων στους
ευρωπαϊκούς υπερεθνικούς θεσμούς και ιδιαίτερα στην Επιτροπή. Παράλληλα,
επιχειρώντας ένα συμβιβασμό μεταξύ, από τη μια πλευρά, Ιταλίας και Γαλλίας, που
πιέζουν για χαλάρωση του μείγματος λιτότητας, και της Γερμανίας, από την άλλη,
που επιμένει στην αυστηρή δημοσιονομική πολιτική, μιλά για ανάγκη λήψης μέτρων
για προώθηση επενδύσεων (βλ. «χαλάρωση» προς εξοικονόμηση πόρων για παραπέρα
στήριξη των μονοπωλίων μιας σειράς χωρών), υποστηρίζοντας ακόμα ότι το Σύμφωνο
Σταθερότητας και Ανάπτυξης περιέχει επαρκή «ευελιξία» για την ανάληψη
πρωτοβουλιών προς την «ανάπτυξη».
Πηγή: Ριζοσπάστης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου