Η πορεία εμπορευματοποίησης τέτοιων μεγάλων
διοργανώσεων κρατάει χρόνια. Με αφορμή το Μουντιάλ, το πώς διαμορφώθηκε η
σημερινή κατάσταση για τέτοιες διοργανώσεις αλλά και για τη συμμετοχή
της Εθνικής Ελλάδας, ο “Οδηγητής” συζήτησε με τον αθλητικογράφο Μιχάλη Λεάνη.
“Ο”: Πολύ κουβέντα γίνεται ακόμα και στη χώρα μας για τα όσα γίνονται στη Βραζιλία, για τις λαϊκές κινητοποιήσεις με αφορμή το υπέρογκο κόστος του Μουντιάλ. Πώς εξελίσσεται αυτή η πορεία άκρατης εμπορευματοποίησης των Μουντιάλ;
Μιχάλης Λεάνης: Ξεκινάμε από το ’70 με το μουντιάλ στο Μεξικό.
Γιατί ξεκινάμε από το ’70; Γιατί εκεί αποτυπώνεται η σύγχρονη καταγραφή
του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Ξεκινάμε με το Μουντιάλ που γράφει ιστορία
λόγω ποιότητας, με πολύ μεγάλους παίχτες, με μεγάλες προσωπικότητες σε
μια χώρα της Λατινικής Αμερικής φτωχή, και μια Βραζιλία επίσης φτωχή που
ζητάει την καταξίωσή της μέσα από το ποδόσφαιρο. Αυτό το μουντιάλ
θεωρήθηκε από πολλούς το καλύτερο ποιοτικά παγκόσμιο κύπελο και το πιο
παραγωγικό. Δεν μπορείς βέβαια να συγκρίνεις αυτήν την παραγωγικότητα με
το σήμερα, θα πρέπει να το βάλεις σε αναλογία με τις ομάδες οι οποίες
υπήρχαν τότε, το νούμερο των ομάδων, γιατί μιλάμε ότι αυτό είναι ένα
στοιχείο που θα πρέπει να το βάλουμε ως υποσημείωση. Το Μουντιάλ είναι
μια αγορά κι αυτό, μια καπιταλιστική αγορά. Το ’70 ζούμε ακόμα την εποχή
της αθωότητας. Οι χορηγοί έχουν μπει στα αθλήματα αλλά όχι αυτό το
μπάσιμο το μεγάλο. Έχουμε και μια χώρα, τη Βραζιλία που ως “φτωχός”
φτάνει στην κορυφή και το Μουντιάλ το κερδίζουν ουσιαστικά τα
φτωχόπαιδα, όπως ήταν ο Τοστάο, ο Ριβελίνο, ο Ζέρσον.
Περνάμε στο Μουντιάλ της Γερμανίας που τα πράγματα
αρχίζουν κι αγριεύουν. Οι χορηγοί καταλαβαίνουν ότι μπορούν απ’ αυτή την
ιστορία να βγάλουν λεφτά. Δεν έχει ακόμα τα χαρακτηριστικά που θα
αναπτύξει αργότερα αλλά αρχίζουν και μπαίνουν οι βάσεις. Και δεν μπορεί
να γίνει ακόμα απόλυτα γιατί είναι και το Μουντιάλ στο οποίο ακόμα
υπάρχει η Ανατολική Γερμανία, η Πολωνία που θα κάνει μια καταπληκτική
εμφάνιση στη Γερμανία, η Σοβιετική Ένωση κ.λπ.
Το ’78 είναι το πρώτο πολιτικοποιημένο Μουντιάλ στην Αργεντινή. Είναι
η στιγμή που αποδεικνύεται περίτρανα πόσο μπούρδα είναι αυτό που
κάποιοι προσπαθούν να περάσουν, ότι άλλο ο αθλητισμός και άλλο η
πολιτική. Δηλαδή την πολιτική την βάζω μέχρι το living room και από εκεί
και πέρα δεν έχει πολιτική; Γιατί; Δεν υπάρχει αυτό το πράγμα. Και το
καταλαβαίνουμε γιατί διοργανώνεται σε μια χώρα που είναι και ήταν φτωχή,
που έχει μια από τις πιο σκληρές χούντες, το ’78, και έχουμε πλέον και
τοποθετήσεις πάνω σε αυτό. Δηλαδή έχουμε ποδοσφαιριστές οι οποίοι, όπως ο
Μπρεντ τότε, θα βγουν και θα δηλώσουν πως εγώ δεν πάω για καθαρά
πολιτικούς λόγους σπάζοντας την ψευδαίσθηση ότι άλλο αθλητισμός και άλλο
πολιτική.
Μετά πάμε στην Ισπανία. Στην Ισπανία έχουμε ένα
Μουντιάλ σε ένα κομβικό σημείο, που υπάρχει μια γρήγορη ανάπτυξη του
καπιταλισμού, που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια. Είναι ένα Μουντιάλ,
πάνω στο οποίο θα πατήσουν τα επόμενα Μουντιάλ, για να μπορέσουν να
απογειωθούν εμπορικά. Είναι ένα Μουντιάλ σε μια υψηλού ανεβασμένου
βιοτικού επιπέδου Ευρώπη. Αυτό το πράγμα το ξέρει πολύ καλά ο
καπιταλισμός: ότι από τη στιγμή που ανεβαίνει το βιοτικό επίπεδο πρέπει
να αρχίσω να πουλάω. Είναι το μουντιάλ που ανοίγοντας την αγορά του
φιλοξένησε χώρες από την Αφρική, όπως το Καμερούν.
Μετά πάμε στο Μεξικό το 1986. Από εκείνο το σημείο
και μετά τα πράγματα αρχίζουν και αγριεύουν. Έχει προηγηθεί στη χώρα ο
μεγάλος σεισμός, έχουμε ανάλογες ιστορίες με τώρα. Ο κόσμος αγανακτεί,
βγαίνει στους δρόμους, λέει «εδώ εμείς πεινάμε, χάσαμε τα σπίτια μας και εσείς κάνετε φιέστες».
Η FIFA σκέφτεται να το μεταθέσει για την προστασία των αθλητών από τους
σεισμούς. Είναι όμως σημαντικό και για έναν άλλο μεγάλο λόγο. Το ’86 το
σύστημα αποφασίζει να φτιάξει ήρωες. Και φτιάχνει τον πρώτο ήρωα
ποδοσφαιριστή. Έναν αντικομφορμιστή, τον οποίο μπορεί να τον πουλήσει
σαν αυτόν που έρχεται να ανατρέψει το σύστημα μέσω του ποδοσφαίρου.
Είναι ο Ντιέγκο Μαραντόνα. Έρχεται και παίρνει το μουντιάλ μόνος του.
Αυτό είναι ό,τι καλύτερο για το σύστημα. Γιατί μπορεί να τον πουλήσει.
Δεν το ενδιαφέρουν οι ιδέες του κάθε Μαραντόνα. Τον ενδιαφέρει να τον
κάνει μπλουζάκια. Το ’90 θα τον καταστρέψει το ίδιο το σύστημα γιατί
πλέον δεν τον πουλάει, πρέπει να βρει κάτι άλλο και τον αποκαθηλώνει με
τον πιο βάναυσο τρόπο. Πλέον αυτά γίνονται πολύ πιο γρήγορα.
Το 1990 στην Ιταλία βλέπουμε λοιπόν πως το σύστημα
αρχίζει και επιβάλει τους δικούς του όρους. Στην Ιταλία θα ξεκινήσει
μετά μια τεράστια συζήτηση κατά πόσο κερδίσαμε από το Μουντιάλ κτλ για
να φτάσουμε στη διοργάνωση του 1994.
Το ’94 στην Αμερική, με την πρώτη ελληνική συμμετοχή, τελειώνει οριστικά η εποχή της αθωότητας. Στο
Μουντιάλ των ΗΠΑ βλέπουμε το χειρότερο ποιοτικά όλων των εποχών, αλλά
και το πιο εμπορευματοποιημένο. Είναι η εποχή μετά τις ανατροπές, δεν
υπάρχει το αντίπαλο δέος και η Αμερική θέλει να φέρει στην έδρα των
πολυεθνικών και τις δύο μεγάλες διοργανώσεις, να πουλήσει στην έδρα της
τα προϊόντα της. Το ’96 έγιναν εκεί και οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Η πιο
τραγική στιγμή εκείνου του Μουντιάλ έγινε μια από τις πιο εμπορικές
εικόνες. Το χαμένο πέναλτι του Μπάτζιο έγινε διαφήμιση ουίσκι.
Η ταφόπλακα της αθωότητας θα πέσει στη Γαλλία το 1998.
Καταλαβαίνουμε ότι πλέον τα πράγμα έχουν γίνει πάρα πολύ σκληρά. Αυτό
αποτυπώνεται στον τελικό με ένα παίχτη που τον θαυμάζει όλος ο κόσμος.
Τον Ρονάλντο. Επικεντρώνεται όλο το Μουντιάλ επάνω του, όλοι πιστεύουν
ότι θα κάνει ό,τι είχε κάνει ο Μαραντόνα το ’86. Καταρρέει.
Μετά με “νταηλίκι” η διοργάνωση πάει Κορέα και Ιαπωνία.
Γιατί; Γιατί η Ιαπωνία έχει την τεχνολογία και η Κορέα έχει καινούργια
αγορά και φθηνά εργατικά χέρια. Μην ξεχνάμε ότι ό,τι γυρίσεις ανάποδα
λέει “made in korea”. Άρα σου λέει πρέπει να την υποστηρίξουμε. Και αυτό
έγινε μπροστά στα μάτια μας. Η Κορέα εμφανίζεται με μια ομαδάρα εκεί
που δεν την ήξερε κανείς και σπρώχνεται από τη διαιτησία.
Πάμε στη Γερμανία το 2006. Έχουμε την προσπάθεια
αυτοκτονίας του Πεσότο, τα στημένα παιχνίδια στην Ιταλία, τη συζήτηση
γύρω από το στοίχημα που ανοίγει πάρα πολύ. Νέα στοιχεία του
καπιταλισμού. Όταν λέμε τζόγο εννοούμε και τον νόμιμο και τον παράνομο.
Από αυτήν την ιστορία βγαίνουν εκατομμύρια. Από εκεί και μετά ο κόσμος
καταλαβαίνει ότι δεν μπορεί πια να δει ποδόσφαιρο. Γιατί καταλαβαίνει
ότι δεν είναι λογικό ένας παίχτης που έχει παίξει 75 παιχνίδια υψηλού
επιπέδου στη χρονιά, με μία μόνο εβδομάδα αποχής να αρχίζει την
προετοιμασία για το Μουντιάλ. Έχουμε πλέον ένα Μουντιάλ της υπερβολής,
από κάθε άποψη. Πάρα πολλές ομάδες, πάρα πολλά παιχνίδια, ένα προϊόν το
οποίο γίνεται αποκλειστικά για τα κέρδη με αιχμαλώτους τους φυσικούς
πρωταγωνιστές που είναι οι αθλητές. Καταπονημένους, και με την απαίτηση
αυτών που φτιάχνουν τους κανόνες να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν σε αυτές
τις απαιτήσεις. Πράγμα που βλέπουμε και τώρα. Όταν βλέπουμε τη Ρεάλ που
είναι βασικός κορμός πάνω από μιας εθνικής, και βλέπουμε τους παίχτες
της στον τελικό να πέφτουν από το 85 κάτω με κράμπες και ξέρουμε ότι σε
μια βδομάδα αρχίζουν προετοιμασία…
Ως επίλογο μπορούμε να πούμε ότι μπορεί εμείς να έχουμε το Μουντιάλ
στο μυαλό μας σαν κάτι αθώο γιατί προέρχεται από την παιδική μας ηλικία
και μας ενθουσιάζει. Δεν πρέπει όμως από την άλλη μεριά να
ξεχνάμε ότι είναι ένα παιχνίδι σε 4 γραμμές. Έξω από τις 4 γραμμές όμως
είναι ένα παιχνίδι πολύ σκληρό που καθορίζεται από τους όρους της
αγοράς. Αυτό είναι κάτι που δεν πρέπει να το ξεχνάμε, γιατί αν
το ξεχάσουμε το απενοχοποιούμε. Είναι πολύ ωραίο ως διασκέδαση για να
βρίσκουμε τη χαμένη μας συντροφικότητα με φίλους, με ατμόσφαιρα κλπ, να
ταυτιζόμαστε με τους αδύνατους, με τους καλούς κλπ, αλλά έξω από αυτό
υπάρχει ένα πάρα πολύ σκληρό πλέγμα εμπορευματοποίησης και των σκληρών
κανόνων του καπιταλισμού στους οποίους εμείς πρέπει να αντιδράσουμε και
να προτείνουμε έναν άλλο κόσμο, μια άλλη φιλοσοφία και μια άλλη
πολιτική.
“Ο” : Το φετινό μουντιάλ θα μας ανταμείψει ποδοσφαιρικά;
Μ.Λ.: Πιστεύω πως όχι. Γιατί οι ομάδες πρώτης γραμμής είναι αδύνατον να μην παρουσιαστούν κουρασμένες και σωματικά και ψυχικά.
Βλέπουμε μια Ισπανία που στα προηγούμενα Μουντιάλ και Euro ήταν πολύ
καλή, τώρα να είναι στη δύση της. Το Μουντιάλ πλέον δεν προσφέρεται για
τέτοιες ομάδες. Θα δούμε κάτι διαφορετικό από μια λατινική χώρα; Το
τελευταίο που είδαμε ήταν η Ουρουγουάη που είχε κάτι να παρουσιάσει. Και
αλέγκρο και διαφορετικό, βέβαια προσαρμοσμένο στις ευρωπαϊκές
πρακτικές. Και αυτό είναι ένα κακό. Καμία χώρα δεν έχει κρατήσει πολλά
στοιχεία από την ταυτότητά της. Η τελευταία χώρα που το έκανε αυτό και
καταδικάστηκε από πολλούς ήταν η Βραζιλία του 1994. Μια Βραζιλία που
είχε πολύ καλούς παίχτες, αλλά έπαιζε ένα ποδόσφαιρο που θεωρούνταν
ακόμα και παρωχημένο με τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Πολύ σφιχτή άμυνα, όλοι
πίσω από το κέντρο κλπ. Μπορεί να το κέρδισε στα πέναλτι, αλλά είναι ένα
Μουντιάλ που πολλοί στη Βραζιλία δε θέλουν να το θυμούνται. Δεν ξέρουμε λοιπόν τι θα δούμε. Δεν ξέρουμε και τι θέλει η αγορά να βγάλει προς τα έξω. Αυτό
που θα έχει ενδιαφέρον να δούμε είναι οι αντιδράσεις του κόσμου, αλλά
και το αν η πιθανή αγωνιστική πρόοδος της Βραζιλίας και τα επιτεύγματα
θα αξιοποιηθούν για να κατευνάσουν διαμαρτυρίες και διεκδικήσεις.
Αυτό το είδαμε στην Αργεντινή το 1978. Θα το δούμε και τώρα, ή θα πει
τώρα ο κόσμος ότι εγώ δε θέλω να με ταΐσεις άλλο θέαμα και ότι μπορεί η
Βραζιλία στο ποδόσφαιρο να πηγαίνει καλά, αλλά η Βραζιλία της
καθημερινότητας δεν πάει καλά και εγώ συνεχίζω να είμαι στο δρόμο; Θα το
δούμε αυτό, ή το ποδόσφαιρο θα λειτουργήσει για μια ακόμα φορά ως
σκούπα που θα σαρώσει και θα στείλει στις καλένδες τις λαϊκές
διεκδικήσεις; Μην ξεχνάμε ότι όλο αυτό το φόκους γίνεται εξ αιτίας του
Μουντιάλ, αλλιώς μπορεί να μην υπήρχε αυτή η προβολή στις διεκδικήσεις
του κόσμου.
“Ο”: Τέλος θα θέλαμε μία εκτίμηση και για τη συμμετοχή της Εθνικής Ελλάδας στο μουντιάλ…
Μ.Λ.: Είμαστε σε ένα μεταβατικό στάδιο όπου μια
γενιά ποδοσφαιριστών έχει κλείσει τον κύκλο της σε αγωνιστικό επίπεδο.
Θα ήταν καλό αυτοί να παίξουν ένα ρόλο συνοδευτικό και να μπουν νέα
παιδιά, να αποκτήσουν εμπειρίες και να δοκιμάσουν την προσωπικότητά
τους, φτιάχνοντας την εθνική των επόμενων διοργανώσεων. Μην ξεχνάμε ότι
είμαστε σε μια χώρα που δεν έχει και τη μεγαλύτερη ποδοσφαιρική
παράδοση. Υπάρχουν πολλά νέα παιδιά, ταλαντούχα, που αγωνίζονται σε
ανταγωνιστικά πρωταθλήματα στην Ευρώπη και είναι ευκαιρία να αποκτήσουν
παραστάσεις σε παγκόσμιο επίπεδο. Μην πάμε όμως στο αντίθετο, να βάλουμε
τους ίδιους για να τους επιβραβεύσουμε και σε ρόλο κομπάρσου τους
πιτσιρικάδες γιατί στο τέλος από αυτή την ιστορία είναι λογικό να μην
εισπράξεις τίποτα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου