Ας ανοίξουμε κι εμείς μια παρένθεση για να διευκρινίσουμε και να
διατυπώσουμε την άποψή μας γύρω από το πρόβλημα:
1 .-Είναι ένα από τα σοβαρά προβλήματα του σήμερα, το να
συμφωνήσουμε στο θέμα της ονομασίας της γλώσσας μας στη “ενεστώσα” εποχή. Γιατί
αυτό θα μας βοηθήσει να ξεκαθαρίσουμε για ποιο πράγμα μιλάμε και τι πρέπει να
κάνουμε. Η μέχρι σήμερα ασάφεια, που επικρατούσε και ήταν απόρροια ιστορικών
συνθηκών, δεν μπορεί να συνεχιστεί, έπειτα από την οριστική καθιέρωση της
“δημοτικής” το 1976. Δεν υπάρχει πια η αντιπαράθεση δημοτική-καθαρεύουσα. Αλλά μια κοινή πια γλώσσα στη
βάση μιας γραμματικής, που πέρα από κάποιες επιφυλάξεις έχει αποτυπωθεί στη
γραμματική του Μ. Τριανταφυλλίδη και την αντίστοιχη του Τζαρτζάνου. Ο όρος δημοτική
ανάγεται σε μιαν άλλη εποχή, όπως και ο όρος καθαρεύουσα εκφράζει την αντίθεση στη δημοτική. Από
το 1976 η αντιπαράθεση αυτή δεν είναι θεμιτή. Επομένως δεν μπορούμε να μιλάμε
παρά για Ελληνική γλώσσα. Ο όρος Νεο-ελληνική γλώσσα δεν είναι θεμιτός,
μολονότι είναι διεθνώς καθιερωμένος. (Greek modern). Οι Ευρωπαίοι επιστήμονες, όταν χρησιμοποιούν τον όρο Έλλην και
Ελληνικός αναφέρονται στην αρχαία Ελλάδα. Οι Έλληνες είναι οι αρχαίοι, η
Ελληνική φιλοσοφία η αρχαία ελληνική φιλοσοφία, η Ελληνική
λογοτεχνία είναι η αρχαία ελληνική λογοτεχνία. Και σήμερα ακόμα αυτή η αντίληψη
επικρατεί και μεις την έχουμε αποδεχθεί, πειθαναγκασμένοι από την υποτέλεια
και την αποδοχή της. Για μας μόνο μεθοδολογική αξία μπορεί να έχει ο όρος για
ιστορικά καθορισμένες μορφές, Αρχαία, Βυζαντινή ή Μεσαιωνική και Νέα Ελληνική ή Νεοελληνική,
Αρχαία Ελληνική Ιστορία, γλώσσα, λογοτεχνία, Βυζαντινή Ιστορία, γλώσσα,
λογοτεχνία κτλ. Οπως και ο όρος “νεοελληνική κοινή” είναι ένας όρος που στην ουσία
δεν αντιπροσωπεύει τίποτε περισσότερο από την προσπάθεια “ευπρεπούς” συμβιβασμού.
Επομένως ο μόνος σωστός και θεμιτός όρος είναι ο όρος Ελληνική γλώσσα. Μόνο μ’ αυτόν δικαιούμαστε και
έχουμε χρέος να προσδιορίζουμε την ταυτότητα της γλώσσας μας.