ΠΡΟΕΔΡΟΣ
(Απόστολος Κακλαμάνης): Κύριοι συνάδελφοι,
εισερχόμαστε
ΣΤΗΝ
ΕΙΔΙΚΗ ΗΜΕΡΗΣΙΑ ΔΙΑΤΑΞΗ
Συζήτηση
προ ημερησίας διατάξεως σύμφωνα με το
άρθρο 143 παρ.2 του Κανονισμού της Βουλής,
με πρωτοβουλία του Προέδρου της Νέας
Δημοκρατίας και σε επίπεδο Αρχηγών
Κομμάτων με θέμα "Οι εξελίξεις στο
θέμα των Σκοπίων".
Κατά
την παράγραφο 5 του ιδίου άρθρου 143 με
απόφαση της Βουλής ύστερα από πρόταση
του Προέδρου μπορεί κατ’ εξαίρεση να
διευρυνθεί ο κύκλος των ομιλητών. Με
την ίδια απόφαση καθορίζεται η διάρκεια
της αγόρευσής τους.
Ως
Πρόεδρος του Σώματος έχω την τιμή να
προτείνω προς τη Βουλή να διευρυνθεί η
συζήτηση με συμμετοχή ενός επιπλέον
ομιλητού από κάθε Κόμμα. Οι ομιλητές
αυτοί θα λάβουν το λόγο μετά το πέρας
των ομιλιών του Πρωθυπουργού και των
Προέδρων των Κοινοβουλευτικών Ομάδων.
Ύστερα
από συνεννόηση με τους Αρχηγούς των
Κομμάτων και εφόσον η Βουλή αποδεχθεί
την πρότασή μου θα μιλήσουν από το
Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα ο κ.
Χρήστος Ροκόφυλλος, από τη Νέα Δημοκρατία
ο Πρόεδρος κ. Κωνσταντίνος Μητσοτάκης,
από την Πολιτική Άνοιξη ο κ. Στέφανος
Στεφανόπουλος και από το Κομμουνιστικό
Κόμμα Ελλάδος ο κ. Ορέστης Κολοζώφ. Ο
χρόνος ο οποίος προτείνεται είναι 20
λεπτά.
Δέχεται
η Βουλή την πρόταση για διεύρυνση του
κύκλου των ομιλητών και το χρόνο αγόρευσης
που προτάθηκε;
ΟΛΟΙ
ΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ: Μάλιστα, μάλιστα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ
(Απόστολος Κακλαμάνης): Η Βουλή παρεδέχθη.
ΑΝΔΡΕΑΣ
Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ (Πρόεδρος της Κυβέρνησης):
Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι
Βουλευτές, η αντιμετώπιση των εθνικών
θεμάτων απαιτεί αίσθηση ευθύνης και
πλήρη γνώση των δεδομένων. Απαιτεί και
μνήμη, γιατί υπάρχει η συνέχεια των
πραγμάτων, η αλληλουχία των χειρισμών,
η διαμόρφωση των καταστάσεων.
Η
Αντιπολίτευση προκάλεσε τη συζήτηση
αυτή, γνωρίζοντας πολύ καλά ότι η
Κυβέρνησή μας ανέλαβε πριν, περίπου,
μήνες το χειρισμό του ζητήματος των
Σκοπίων και ανέλαβε, με δεδομένη την
προϊστορία, και τα γνωστά βάρη του
προβλήματος.
Προκάλεσε
τη συζήτηση αυτή προβάλλοντας το βασικό
ισχυρισμό ότι η επιστολή του Υπουργού
των Εξωτερικών, του κ. Κάρολου Παπούλια
προς τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ και
η αναστολή του διαλόγου υπό την αιγίδα
του κ. Βάνς, ήταν εσφαλμένη, ότι δήθεν
αυτή ήταν που προκάλεσε τη σύναψη
διπλωματικών σχέσεων την οποία αποφάσισαν
πολλές χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
καθώς και άλλες χώρες, με τα Σκόπια.
Δεν
έχω σήμερα την πρόθεση να ασχοληθώ
διεξοδικά με την ιστορία του ζητήματος
και τις ευθύνες της προηγούμενης
Κυβέρνησης, δηλαδή με τις ευθύνες όλων
εκείνων που συνδιαμόρφωσαν ή ανέχθηκαν
κρίσιμες επιλογές, ανεξάρτητα από τη
θέση που κατέχουν σήμερα στο ένα κόμμα
ή στο άλλο. Οι ευθύνες αυτές είναι
αυταπόδεικτες, είναι τεράστιες και
έχουν καταγραφεί στη συνείδηση του
Ελληνικού Λαού, ο οποίος δεν πρόκειται
να το ξεχάσει, είτε σε 5 είτε σε 10 χρόνια.
Μου
δόθηκε η ευκαιρία, μιλώντας πρόσφατα
στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του Πανελλήνιου
Σοσιαλιστικού Κινήματος, να παρουσιάσω
αναλυτικά την τραγικά αρνητική καμπύλη
για το Έθνος που διέγραψε το ζήτημα των
Σκοπίων, από το Δεκέμβρη του 1991, μέχρι
τον Οκτώβρη του 1993.
Τρεις
είναι οι κρίσιμοι σταθμοί και αρκούμαι
σ’ αυτούς:
Πρώτος
σταθμός, η κοινή θέση των Υπουργών
Εξωτερικών της Κοινότητας τότε, στις
16 Δεκεμβρίου 1991. Εκεί άνοιξε ο δρόμος
που ακολούθησαν όλα τα επόμενα γνωστά
γεγονότα, η διάλυση, η διάσπαση, η
κατάρρευση της Γιουγκοσλαβίας. Η μεγάλη
ευθύνη όλων, όσων συμμετέσχον σ’ αυτήν
την επιχείρηση.
Δεύτερος
σταθμός, το Εδιμβούργο. Το Ευρωπαϊκό
Συμβούλιο αποφασίζει με τη συμφωνία
της Ελληνικής Κυβέρνησης να χορηγηθεί
οικονομική βοήθεια, ανθρωπιστική και
τεχνική στα Σκόπια. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο
ενσωματώνει την έκθεση Ο’ Νηλ, στα
κριτήριά του και ενθαρρύνει ουσιαστικά
τα Σκόπια να κινηθούν προς το επίπεδο
των Ηνωμένων Εθνών.
Τρίτος
σταθμός, η εισδοχή στον ΟΗΕ με τη θετική
ψήφο και τη συγκηδεμόνευση της Ελλάδας.
Και την 16η Δεκεμβρίου 1991, η αντιδικία
μεταξύ του τότε Πρωθυπουργού και του
τότε Υπουργού των Εξωτερικών, όχι απλώς
συνεχίζεται και σήμερα, αλλά διαρκώς
οξύνεται. Για το Εδιμβούργο ο ισχυρισμός
είναι πως οι μάχες στην Κοινότητα
κερδήθηκαν, αλλά η ενεργοποίηση της
αίτησης των Σκοπίων για εισδοχή στον
ΟΗΕ, ήταν αναφαίρετο δικαίωμά τους.
Και
δεν μας εξήγησε ποτέ κανείς γιατί άραγε
ο Γκλιγκόρωφ αποδεχόταν μέχρι το
Εδιμβούργο την κοινοτική αρμοδιότητα
και ανέμενε τις αποφάσεις των κοινοτικών
οργάνων και ξαφνικά αποφάσισε να
μετακινηθεί στα Ηνωμένα Έθνη; Αυτό το
έκανε -είναι η πλήρη απάντηση- επειδή
ενθαρρύνθηκε από την ίδια την Κοινότητα
με τη συμφωνία ή έστω τη σιωπή της
Ελληνικής Κυβέρνησης και τέλος για την
εισδοχή των Σκοπίων στα Ηνωμένα Έθνη.
Επαναλαμβάνω
και πάλι, κάτι που έπρεπε να είναι
προφανές και αυτονόητο για όλους τους
υπεύθυνους: Η ένταξη αυτή από μόνη της,
επέφερε ως συνέπεια την αναγνώριση των
Σκοπίων από μια πολύ μεγάλη ομάδα κρατών,
συμπεριλαμβανομένων και όλων των μελών
της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Με τη σειρά
της η αναγνώριση αυτή εμπεριείχε ως
επόμενη και σαφή συνέπεια τη σύναψη
διπλωματικών σχέσεων με τα Σκόπια.
Αναρωτιέμαι τι συνέβη από τα δύο, το
αγνοούσαν αυτό ή το γνώριζαν; Ας απαντήσουν
οι ίδιοι. Οι ευθύνες πάντως βαρύνουν
εκείνους.
Καταθέτω
στα Πρακτικά της Βουλής το μεγάλο
κατάλογο των χωρών που ανεγνώρισαν τα
Σκόπια είτε ως FYROM είτε ως Μακεδονία,
προ της 10ης Οκτωβρίου του 1993. Είναι
τουλάχιστον 30 προς 40 κράτη, πολλά
σημαίνονται και ασφαλώς όλα της Ευρωπαϊκής
Κοινότητας.
Αυτόν
τον κατάλογο παρακαλώ πολύ να τον
αναγνώσετε, γιατί δεν θέλω να σας κουράσω
διαβάζοντας τα ονόματα εδώ.
(Στο
σημείο αυτό ο Πρωθυπουργός κ. Α. Γ.
Παπανδρέου καταθέτει στα Πρακτικά τον
προαναφερθέντα κατάλογο που έχει ως
εξής:
"ΕΛΛΗΝΙΚΗ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ
ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ
Α3
Δ.Δ.Σ.
Ι.
Πριν την εισδοχή των Σκοπίων στα Ηνωμένα
Έθνη αυτά είχαν αναγνωρισθεί και μάλιστα
με το όνομα "Μακεδονία" από
-
την Βουλγαρία (16.1.92)
-
την Τουρκία (7.2.92)
-
την Κροατία (12.2.92)
-
τη Σλοβενία (13.2.92)
ΙΙ.
Η ένταξη των Σκοπίων στον ΟΗΕ - με τη
θετική ψήφο και τη συγκηδεμόνευση της
Ελλάδας - είχε ως συνέπεια την αναγνώριση
της Δημοκρατίας των Σκοπίων (de jure, de
facto, αυτόματα, σιωπηρά ή με την έκδοση
ειδικής πράξης κατά το εσωτερικό δίκαιο)
και τα ακόλουθα κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής
Ένωσης:
-
Βέλγιο
-
Γερμανία
-
Γαλλία
-
Δανία
-
Ολλανδία
-
Ιταλία
-
Ιρλανδία
-
Μ. Βρετανία
-
Λουξεμβούργο
-
Ισπανία
-
Πορτογαλία
Το
ίδιο ισχύει επίσης με:
-
τη Ρωσία
-
τη Λευκορωσία
-
τη Λιθουανία
-
την Ουκρανία
-
το Ιράν
-
την Αυστρία
-
τη Σουηδία
-
τη Νορβηγία
-
την Ελβετία
-
το Πακιστάν
-
την Ινδονησία
-
τη Νέα Ζηλανδία
-
την Κοσταρίκα
-
τη Βενεζουέλα
-
τη Χιλή
-
το Τρινιντάτ
-
την Κένυα
-
τη Νιγηρία
-
την Αλβανία
-
την Κίνα
-
τη Β. Κορέα
-
τη Φιλανδία
Αθήνα,
20 Ιανουαρίου 1994
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ
ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ
Α3
Δ/νση Διμερών Σχέσεων
ΣΗΜΕΙΩΜΑ
1.
Μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας
των Σκοπίων (17/9/91) και κατά την διάρκεια
του έτους 1992, οι παρακάτω χώρες ανεγνώρισαν
τα Σκόπια:
Βουλγαρία
16.1.92 ως "Μακεδονία"
Τουρκία
7.2.92 ως "Μακεδονία"
Κροατία
12.2.92 ως "Μακεδονία"
Σλοβενία
13.2.92 ως "Μακεδονία"
Ρωσία
4.8.92 ως ΠΓΔΜ (Πρώην Γ/κή Δημ/τία Μακεδονίας)
Λευκορωσία
4.8.92 ως ΠΓΔΜ
2.
Κατά την διάρκεια του 1993 και έως τις 10
Οκτωβρίου, μετά από την εισδοχή των
Σκοπίων στον Ο.Η.Ε., στις 8.4.93, ανεγνώρισαν
τα Σκόπια - με θετική ψήφο και συγκηδεμόνευση
της Ελλάδος - οι εξής χώρες:
α)
Όλες οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
πλην της Γαλλίας, οι οποίες θεώρησαν
την εισδοχή στον ΟΗΕ ως αυτόματη
αναγνώριση με την ονομασία που είχε
δεχθεί ο Διεθνής Οργανισμός, δηλ. "Former
Yugoslav Republic of Macedonia".
β)
Οι ακόλουθες τρίτες χώρες, οι οποίες
ανεγνώρισαν σιωπηρά ή με την έκδοση
ειδικής πράξης, κατά το εσωτερικό τους
δίκαιο, ή θεώρησαν την εισδοχή στον ΟΗΕ
ως αυτόματη αναγνώριση:
Αλβανία
26.4.93 ως ΠΓΔΜ
Ελβετία
12.5.93 ως ΠΓΔΜ
Ουκρανία
Ιούλιος 93 ως ΠΓΔΜ
Ιράν
8.8.93 χωρίς όνομα
Με
το επιχείρημα ότι εισδοχή στον ΟΗΕ
ισοδυναμεί με αυτόματη αναγνώριση:
Αυστρία
Πακιστάν
Ν.
Ζηλανδία
Κόστα-Ρίκα
Τρινιντάτ
Ινδονησία
Νιγηρία
Λεσότο
Κένυα
Αθήνα,
20 Ιανουαρίου 1994").
ΑΝΔΡΕΑΣ
Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ (Πρόεδρος της Κυβέρνησης):
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας είχε
αποδεχθεί αυτό το πλαίσιο και αυτές τις
συνέπειες. Αλλά είχε εισέλθει σε μια
διαδικασία διαπραγμάτευσης που εμφάνιζε
την ακόλουθη εικόνα. Η Ελλάδα αποδεχόταν
συμβιβασμό στο όνομα, με επιθετικό
προσδιορισμό στον όρο "Μακεδονία"
και το δήλωνε δημοσίως και επισήμως,
και εκ προοιμίου προς πάσα κατεύθυνση.
Στο μεταξύ, τα Σκόπια διατηρούσαν και
όξυναν την προκλητικότητά τους και την
αδιαλλαξία τους και κατοχύρωναν στην
πράξη τη χρήση του ονόματος "Μακεδονία".
Και πρέπει εδώ να πω -διάβασα το άρθρο
του κ. Παπακωνσταντίνου- ότι εθεωρούντο
μερικά πράγματα ως κεκτημένα. Ποια ήταν
τα κεκτημένα; Σε τι είχε συμφωνήσει ο
κ. Γκλιγκόρωφ; Ούτε καν στο όνομα ούτε
καν στις προκλήσεις τις αλυτρωτικές.
Εμείς είχαμε προσφέρει. Αλλά δεν είχε
πουθενά προσφέρει ο ίδιος. Ο ίδιος δεν
είχε συμφωνήσει πουθενά.
Από
το Μάιο, λοιπόν, του ‘ 93 η διαπραγμάτευση
αυτή υποτάχθηκε απροκάλυπτα στις ανάγκες
της ενδοκομματικής σύγκρουσης της Νέας
Δημοκρατίας και στις ανάγκες της τότε
κυβέρνησης για επιβίωση. Αυτό ήταν
άλλωστε το μόνιμο μοτίβο της εξωτερικής
πολιτικής της κυβέρνησης Μητσοτάκη και
όσων τον στήριζαν ή τον ανέχθηκαν. Στόχος
δεν ήταν κίνηση με προοπτική, αλλά η
υποταγή του θέματος στις ενδοκομματικές
και εσωτερικές πολιτικές ανάγκες. Αυτό
εκδηλωνόταν ξεκάθαρα στους ξένους
συνομιλητές μας -τα έχουμε υπόψη μας
αυτά- εντέλει και ενώπιον της Βουλής ο
ίδιος ο κ. Μητσοτάκης το ανεγνώρισε.
Σ’
αυτό το σημείο, αγαπητοί συνάδελφοι,
ανέλαβε το ζήτημα η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ.
Και πρώτο μέλημά μας ήταν να το θέσουμε
στην ορθή του βάση. Να τονίσουμε την
παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου. Να
υπογραμμίσουμε την ανάγκη διασφάλισης
της σταθερότητας και της ειρήνης στην
περιοχή. Να καταδείξουμε την παρατεινόμενη
και εντεινόμενη αδιαλλαξία και
προκλητικότητα των Σκοπίων.
Καταθέτω
στα Πρακτικά της Βουλής την επιστολή
που απηύθυνε ο Υπουργός των Εξωτερικών,
κ. Παπούλιας, προς το Γενικό Γραμματέα
των Ηνωμένων Εθνών και ανάλογες επιστολές
στα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας.
(Στο
σημείο αυτό ο Πρωθυπουργός κ. Α. Γ.
Παπανδρέου καταθέτει τις προαναφερθείσες
επιστολές οι οποίες έχουν ως εξής:
ΠΑΡΕΜΒΑΛΛΕΤΑΙ
ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
ΠΑΡΕΜΒΑΛΛΕΤΑΙ
ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
ΠΑΡΕΜΒΑΛΛΕΤΑΙ
ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
ΠΑΡΕΜΒΑΛΛΕΤΑΙ
ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
ΠΑΡΕΜΒΑΛΛΕΤΑΙ
ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
ΠΑΡΕΜΒΑΛΛΕΤΑΙ
ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
ΠΑΡΕΜΒΑΛΛΕΤΑΙ
ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
ΠΑΡΕΜΒΑΛΛΕΤΑΙ
ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
ΠΑΡΕΜΒΑΛΛΕΤΑΙ
ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
ΑΝΔΡΕΑΣ
Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ (Πρόεδρος της Κυβέρνησης):
Με την επιστολή αυτή η Ελλάδα δήλωνε
ότι δεν διακόπτει το διάλογο με τα
Ηνωμένα Έθνη, αλλά αναμένει την
επαναδραστηριοποίησή του, εφ’ όσον τα
Σκόπια προβούν σε συγκεκριμένες θετικές
ενέργειες, εγκαταλείποντας τις προκλήσεις
εναντίον της Χώρας μας. Ήταν μια κίνηση
ευθύνης, μια κίνηση απολύτως αναγκαία
για την προάσπιση των εθνικών μας
δικαίων.
Η
Ελλάδα έχει κατ’ επανάληψη τονίσει ότι
όχι απλώς σέβεται την ακεραιότητα, αλλά
είναι και έτοιμη να συμβάλει στην
ανάπτυξη και την ευημερία του κρατιδίου
των Σκοπίων. Η Ελλάδα είναι ο βασικός
εγγυητής της σταθερότητας της ειρήνης
και της ασφάλειας στην ευρύτερη περιοχή.
Όποιος γνωρίζει γεωγραφία και την
ιστορία της περιοχής, αντιλαμβάνεται
τη μοναδική σημασία που έχει για τα
Σκόπια η σχέση της με την Ελλάδα και άρα
η αναγνώρισή τους απ’ αυτήν.
Τα
Σκόπια δεν μπορούν να επιζήσουν οικονομικά
χωρίς την Ελλάδα, εάν δεν το θέλει η
Ελλάδα, όσες αναγνωρίσεις και αν υπάρξουν.
Και είναι ένα μήνυμα που στέλνουμε στον
κ. Γκλιγκόρωφ. Η Ελλάδα επίσης, δεν
πρόκειται να αναγνωρίσει τα Σκόπια με
το όνομα Μακεδονία ή παράγωγά του.
(Ζωηρά
και παρατεταμένα χειροκροτήματα από
την Πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.).
Ήταν
η ευθύνη, ο λόγος μας προς το Λαό και
ψηφιστήκαμε με βάση αυτήν τη θέση. Δεν
την αποσύρουμε. Και πρέπει να πω ότι
πιστεύω, αλλά θα μου το επιβεβαιώσει ή
όχι ο κ. Έβερτ, ότι πραγματικά η θέση της
Νέας Δημοκρατίας στο θέμα αυτό σήμερα
δεν διαφέρει από τη δική μας. Θα έχει
την ευκαιρία να μας το πει.
Με
δεδομένη αυτήν τη θέση της Χώρας μας
και με δεδομένο το πλαίσιο που διαμορφώνει
και επιβάλλει το Διεθνές Δίκαιο, αυτό
που προέχει, αυτό που λογικά προτάσσεται
είναι να δοθούν από μέρους των Σκοπίων
έμπρακτα και αξιόπιστα δείγματα, δείγματα
από τα οποία να προκύπτει η δική τους
επιθυμία να πάψουν να αποτελούν παράγοντα
αστάθειας στην περιοχή.
Έχουμε
δηλώσει προς κάθε κατεύθυνση και το
επαναλαμβάνω και σήμερα με τον πιο
επίσημο τρόπο -διότι η αποψινή μου ομιλία
πράγματι απευθύνεται, όχι μόνο προς
εσάς, αλλά και προς το Λαό μας και προς
τις ξένες κυβερνήσεις- ότι τα έμπρακτα
αυτά δείγματα αναφέρονται στη χρήση
δικών μας εθνικών συμβόλων, στην εχθρική
προπαγάνδα, στις ολοκληρωτικές
διακηρύξεις, στο Σύνταγμα των Σκοπίων,
το προοίμιο και δύο άλλα. Αν δοθούν
τέτοια έμπρακτα δείγματα, και εννοώ το
σύνολο αυτό που αποτελεί τον αλυτρωτικό
χαρακτήρα της πολιτικής των Σκοπίων, η
Ελλάδα είναι έτοιμη να μπει σε διάλογο,
να επαναλάβει το διάλογο υπό την αιγίδα
των Ηνωμένων Εθνών, όχι πίσω από την
πλάτη του Λαού, της Βουλής και της
Κυβέρνησης καμία φορά.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ:Στα λόγια μόνο.
ΑΝΔΡΕΑΣ
Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ (Πρόεδρος της Κυβέρνησης):Ή
θα υπάρξει επίσημη αποδοχή επανάληψης
του διαλόγου στα πλαίσια των Ηνωμένων
Εθνών ή δεν θα υπάρξει διαπραγμάτευση.
(Χειροκροτήματα
από την Πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.)
Το
δηλώνω σαφώς, και οποιοσδήποτε έχει
οποιεσδήποτε άλλες αποδείξεις ας τις
φέρει στη Βουλή.
Θέλω
να ξεκαθαρίσω κάτι, για να μην υπάρξει
καμία αμφισβήτηση σ’ αυτό που λέω. Η
αλήθεια είναι τούτη: Ότι έχω κάνει
έκκληση προς όλες τις χώρες της Ενωμένης
Ευρώπης, έχω κάνει έκκληση προς τις
Ηνωμένες Πολιτείες για την άσκηση
πιέσεων στα Σκόπια ώστε να κινηθούν.
Εάν
αυτό ονομάζεται διάλογος, πέστε τον
ό,τι θέλετε. Αυτό είναι μία σταθερή θέση
μας. Διάλογος θα αρχίσει επίσημα -εάν
αρχίσει και όταν αρχίσει- όταν αποσύρουν
τις επιθετικές τους αλυτρωτικές διαθέσεις
δημόσια και επίσημα από τα Σκόπια. Ούτε
υπάρχουν αλύτρωτοι. Είναι ακριβώς αυτά
τα οποία συνιστούν τον αλυτρωτικό
χαρακτήρα της πολιτικής των Σκοπίων.
Εάν αλλάξει αυτή η πολιτική, τότε
μπαίνουμε σε διάλογο.
Και
τώρα σε ό,τι αφορά το όνομα. Αυτό το όνομα
δεν τίθεται υπό διαπραγμάτευση. Και
μπορεί να καταστεί αντικείμενο μόνο
συζητήσεως και διαλόγου μετά την αποδοχή
των άλλων μέτρων. Είναι μία σταδιακή
προσέγγιση όχι για να αλλάξει η δική
μας θέση, η οποία, δηλώνω, δεν πρόκειται
να αλλάξει, αλλά για να αλλάξει η θέση
των Σκοπίων προς συμφέρον των ιδίων των
Σκοπίων. Και είναι σαφές ότι ο διάλογος
αυτός δεν πρόκειται να ολοκληρωθεί πριν
αποδεχθούν τα Σκόπια ένα όνομα, το οποίο
να είναι ελεύθερο από τον όρο Μακεδονία
ή τα παράγωγά της. Εναπόκειται στα μέλη
της Διεθνούς Κοινότητας και ιδίως στα
κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης να
στρέψουν την προσοχή τους και να ασκήσουν
την πίεσή τους προς τα Σκόπια. Δεν είναι
ζήτημα αλληλεγγύης μόνο. Αυτή είναι και
η μόνη κατεύθυνση που διασφαλίζει
μακροπρόθεσμα τη σταθερότητα και την
ασφάλεια της περιοχής, χωρίς θρυαλλίδες,
χωρίς εκκρεμότητες. Ερασιτεχνισμοί,
πειραματισμοί, βεβιασμένες κινήσεις
και ιδεοληψίες δοκιμάστηκαν πολύ
πρόσφατα στο χώρο της Βαλκανικής. Και
είδαμε όλα τα τραγικά αποτελέσματα.
Επανάληψη δεν συγχωρείται.
Αυτό
είναι το πλαίσιο, μέσα στο οποίο κινείται
και θα κινηθεί η εξωτερική πολιτική της
Χώρας μας στο ζήτημα των Σκοπίων. Αυτές
είναι οι θέσεις της χώρας που καθίστανται
σαφείς προς όλους τους αποδέκτες και
αναπτύσσονται σ’ όλα τα διεθνή βήματα,
στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στη ΔΑΣΕ, στα
Ηνωμένα Έθνη.
Είχα
πριν από λίγες μέρες την ευκαιρία να
αναπτύξω διεξοδικά τις θέσεις μας στον
Πρόεδρο Κλίντον στη Διατλαντική Συνάντηση
Κορυφής, μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και
Ηνωμένων Πολιτειών.
Σ’
αυτό το πλαίσιο, καλώ τα Κόμματα της
Αντιπολίτευσης να αναπτύξουν τη διεθνή
δραστηριότητά τους, στο μέτρο των
δυνατοτήτων τους, χωρίς όμως να λησμονούν
ένα πράγμα, ότι η εξωτερική πολιτική
δεν διαμορφώνεται με βάση τις ιδεολογικές
και κομματικές ή πολιτικές συγγένειες.
Άλλοι είχαν μπερδέψει την εξωτερική
πολιτική της Χώρας με τις προσωπικές ή
τις κομματικές δημόσιες σχέσεις. Αυτές
είναι οι θέσεις που εκφράζουν τον
Ελληνισμό όπου γης, αυτό το τεράστιο
συγκριτικό πλεονέκτημα που διαθέτει η
Χώρα μας.
Κυρίες
και κύριοι συνάδελφοι, ο Τόπος αυτός
έχει ανάγκη απ’ όλες τις δυνάμεις του.
Ευρύτατη αποδοχή και συμφωνία μπορούν
να συγκεντρώσουν όμως μόνο οι θέσεις
εκείνες που διαθέτουν ιστορικό βάθος,
διπλωματική προοπτική και αίσθηση της
ελληνικής αξιοπρέπειας. Αυτές είναι οι
θέσεις που διαμόρφωσε και διαμορφώνει
και εφαρμόζει η Κυβέρνησή μας.
Σας
ευχαριστώ.
(Χειροκροτήματα
από την Πτέρυγα του ΠΑΣΟΚ)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ
(Απόστολος Κακλαμάνης): Ο Αρχηγός της
Αξιωματικής Αντιπολιτεύσεως και Πρόεδρος
της Νέας Δημοκρατίας, κ. Μιλτιάδης Έβερτ
έχει το λόγο.
ΜΙΧΑΛΗΣ
ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ: Κύριε Πρόεδρε,
απευθύνθηκα σε σας και σας ζήτησα το
λόγο πριν κάνετε την πρότασή σας αλλά
προφανώς δεν με είδατε.
Η
παράκλησή μου -είναι και η αίτηση την
οποία έχω κάνει και την οποία έχω υποβάλει
με επιστολή μου σε σας, στον Πρόεδρο της
Βουλής- ήταν να μου δοθεί η ευκαιρία να
μιλήσω πέραν των συμφωνηθέντων, δεδομένου
ότι υπήρξα Υπουργός Εξωτερικών και
χειρίστηκα το θέμα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ
(Απόστολος Κακλαμάνης):Κύριε
Παπακωνσταντίνου, παρακαλώ! Στείλατε
πράγματι μία επιστολή στο Προεδρείο
όπως έστειλαν και άλλοι συνάδελφοι,
π.χ. ο κ. Καψής από το ΠΑΣΟΚ, που έχουν το
ίδιο αίτημα.
Η
πρότασή μου προς τη Βουλή ήταν να υπάρξει
ένας ομιλητής από κάθε Κόμμα. Το Κόμμα
σας έχει ορίσει τον κ. Κωνσταντίνο
Μητσοτάκη. Έχω δώσει το λόγο στον κ.
Έβερτ. Η συζήτηση θα προχωρήσει όπως η
Βουλή απεφάσισε. Λυπούμαι, αλλά δεν
μπορώ να σας δώσω το λόγο.
ΜΙΧΑΛΗΣ
ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ:Αφήστε με να ενημερώσω
το Σώμα σας παρακαλώ!
ΠΡΟΕΔΡΟΣ
(Απόστολος Κακλαμάνης):Παρακαλώ λυπούμαι.
Έχω ήδη δώσει το λόγο στον κ. Έβερτ.
ΜΙΧΑΛΗΣ
ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ:Επί προσωπικού θέματος
θα πάρω το λόγο μετά.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ
(Απόστολος Κακλαμάνης):Ορίστε, κύριε
Έβερτ, έχετε το λόγο.
ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ
ΕΒΕΡΤ (Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας):Κυρίες
και κύριοι συνάδελφοι, η Νέα Δημοκρατία
επίμονα ζήτησε τη σημερινή προ ημερησίας
διατάξεως συζήτηση στη Βουλή. Η συζήτηση
γίνεται ακριβώς με καθυστέρηση ενός
μηνός. Την περίοδο αυτή των 30 ημερών η
θέση της πατρίδος μας στην υπόθεση των
Σκοπίων επιδεινώθηκε ακόμη περισσότερο.
Πιστεύουμε ότι εάν έγκαιρα είχε γίνει
συζήτηση πολλοί άστοχοι, επιπόλαιοι,
χειρισμοί θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί
αν, επαναλαμβάνω, η συζήτηση γινόταν
έγκαιρα.
Ζητήσαμε,
κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, να γίνει
συζήτηση με αμετακίνητη πίστη ότι πρέπει
να πούμε στους Έλληνες την αλήθεια. Την
αλήθεια και μόνο την αλήθεια.
Ζητήσαμε
να γίνει συζήτηση πιστεύοντας ακράδαντα
ότι σκόπιμες ασάφειες, μισές αλήθειες,
απόπειρες κάλυψης της ασυνέπειας και
των παρασκηνίων μόνο τα εθνικά συμφέροντα
δεν εξυπηρετούν.
Οφείλουμε
όλοι να συνειδητοποιήσουμε, όλοι στην
Αίθουσα αυτή, ότι ο Λαός έχει αρχίσει
να πιστεύει πως η πολιτική ηγεσία της
Χώρας είναι ανίκανη να χειρισθεί ένα
τόσο σοβαρό θέμα. Και η αντίληψη αυτή
είναι φυσικό να διευρύνει την ήδη
υφιστάμενη δυσπιστία των πολιτών έναντι
του πολιτικού κόσμου της Χώρας.
Για
την κατάσταση αυτή, κυρίες και κύριοι
συνάδελφοι, φέρουμε όλοι ευθύνες. Άλλοι
περισσότερες και άλλοι λιγότερες.
Πιστεύουμε ότι τη δυσάρεστη αυτή
ατμόσφαιρα θα μπορούσαμε να την
ξεκαθαρίσουμε με έναν ειλικρινή διάλογο
μέσα στο Κοινοβούλιο, μπροστά στο Λαό.
Όπως, όμως, ήδη διαπιστώσατε με τη 15λεπτη
ομιλία του κυρίου Πρωθυπουργού κάτι
τέτοιο μέχρι τώρα δεν μπόρεσε να γίνει.
Ας ελπίσουμε ότι με την πορεία της
συζητήσεως θα μπορέσει να επιτευχθεί.
Να
συζητήσουμε μέσα στη Βουλή, μπροστά
στον Ελληνικό Λαό, με ειλικρίνεια και
αίσθημα ευθύνης. Οφείλουμε, με τη συζήτηση
που πρέπει να γίνει, να πείσουμε την
ελληνική κοινή γνώμη ότι τα Κόμματα
ενεργούν με βάση το εθνικό συμφέρον και
όχι το μικροκομματικό συμφέρον,
αδιαφορώντας για το στενό κομματικό
συμφέρον, αδιαφορώντας για το υποτιθέμενο
πολιτικό κόστος.
Προτείναμε
η συζήτηση να γίνει με πρόθεση να
συμβάλουμε ουσιαστικά προς την κατεύθυνση
αυτή. Αυτό είναι επιταγή της ιστορίας
και όλων των Ελλήνων άσχετα από πολιτική
τοποθέτηση. Αντί να αγωνιζόμαστε για
το πώς θα μας γράψει η ιστορία, καλούμεθα
σήμερα όλοι μας σε αυτήν την Αίθουσα να
γράψουμε εμείς ιστορία με ειλικρίνεια.
Να αρθούμε στο ύψος των περιστάσεων, να
συνεκτιμήσουμε τα πραγματικά δεδομένα,
να χαράξουμε εθνική πολιτική και να
δώσουμε όλοι μαζί τον αγώνα.
Αυτήν
την αλήθεια, την αναγκαιότητα δηλαδή
να υπάρξει ένας ειλικρινής διάλογος,
με αυτοκριτική αν θέλετε, στην Αίθουσα
αυτή, αλλά και με έναν αντικειμενικό
στόχο, να συμφωνήσουμε ότι κάποια στιγμή
όλοι οι Έλληνες πρέπει να συνεργαζόμαστε
στα εθνικά θέματα, δυστυχώς δεν μπόρεσε
να τη δώσει η περιορισμένη, ενός τετάρτου,
ομιλία του κυρίου Πρωθυπουργού.
Κύριε
Πρόεδρε, ήλθαμε με ελπίδες σε αυτήν τη
συζήτηση. Με την ελπίδα ότι μπορεί κάποια
στιγμή να εξευρεθεί λύση. Μας απογοητεύσατε.
Μας
απογοητεύσατε. Τα πρώτα 10 λεπτά της
ομιλίας σας, ήταν 20 με 30 χρόνια πίσω απ’
ό,τι αναζητά σήμερα η Ελληνική Κοινωνία.
Ήλθατε για άλλη μια φορά να καλύψετε
ευθύνες. Το πρόβλημα από τη σημερινή
συζήτηση, κύριε Πρόεδρε της Κυβερνήσεως,
δεν είναι ποιος θα καλύψει τις ευθύνες
του. Είναι πώς θα βρεθεί η λύση.
Δυστυχώς,
αναφερθήκατε στο παρελθόν. Δεν θελήσατε
να αποφύγετε την παρελθοντολογία.
Θελήσατε να κρύψετε άστοχες κινήσεις,
οι οποίες γίνονται κατά τη διάρκεια της
πρωθυπουργίας σας, για να δικαιολογήσετε
τα αδικαιολόγητα. Αυτή είναι η
πραγματικότητα.
Κυρίες
και κύριοι συνάδελφοι, κάθε ένας από
εμάς πρέπει να δέχεται μαθήματα. Και
κάθε ένας από εμάς πρέπει να δέχεται
και να ακούει την αντίπερα όχθη, μια
άλλη διαφορετική άποψη. Αλλά φθάνει
πια. Ας μην προσπαθούν συνεχώς να δίνουν
μαθήματα πατριωτισμού όσοι απέτυχαν
σε όλες τις μεγάλες επιλογές τους.
Κύριε
Πρόεδρε της Κυβερνήσεως, εγώ ακούω τις
απόψεις σας, αλλά πρέπει να σας πω ευθέως
ότι έχετε αποτύχει σ’ όλες τις μεγάλες
εξωτερικές σας επιλογές. Και αυτό πρέπει
να το θυμάται ο Ελληνικός Λαός, διότι
απ’ αυτήν την αποτυχία κρίνονται και
οι επιλογές τις οποίες θα κάνετε και
στα θέματα των Βαλκανίων στο προσεχές
μέλλον.
Δεν
ζητήσαμε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
την προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση
στη Βουλή για το Σκοπιανό απλώς και μόνο
διότι η Ελλάδα διέκοψε το διάλογο. Τη
ζητήσαμε διότι είδαμε την Κυβέρνηση
παράλυτη να παρακολουθεί τα γεγονότα.
Είχε προηγηθεί η επίσκεψη του κυρίου
Πρωθυπουργού στις Βρυξέλλες. Όλος ο
Ελληνικός Λαός -και μην μου πείτε ότι
και εσείς δεν το περιμένατε- περίμενε
να δει πλέον την υπερήφανη Ελληνική
Κυβέρνηση να θέτει το θέμα στις Βρυξέλλες.
Και ψίθυρος δεν ακούστηκε! Ακούσαμε
διάφορες δικαιολογίες. Και ήλθαμε την
επομένη, τη μεθεπομένη και πληροφορούμεθα
ότι οι ξένοι εδώ και ένα μήνα από τότε
που ήταν να συζητηθεί, από τις αρχές
Νοεμβρίου, είχαν προειδοποιήσει τον κ.
Πάγκαλο ότι πρόκειται να αρχίσουν οι
αναγνωρίσεις. Και αυτή η πραγματικότητα
απεκρύβη από τον Ελληνικό Λαό, απεκρύβη
από τα Κόμματα της Αντιπολιτεύσεως.
Ήλθαμε
και ζητήσαμε αυτήν τη συζήτηση με την
αντίληψη και την πεποίθηση την οποία
σας είπα πριν.
Κυρίες
και κύριοι συνάδελφοι, ο κύριος Πρόεδρος
της Κυβερνήσεως χρησιμοποίησε μία
φράση, ότι θα τον ακολουθήσουμε τώρα, η
Νέα Δημοκρατία, στην πολιτική του.
Αδυνατούμε, κύριε Πρωθυπουργέ, να σας
ακολουθήσουμε στο ζιγκ-ζαγκ της μόνιμης
πολιτικής σας, στο λαβύρινθο της πολιτικής
σας...
(Χειροκροτήματα
από την Πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας).
......που
θέλει όταν είσαστε στην Αντιπολίτευση,
την Ελλάδα εκτός του ΝΑΤΟ, θέλει την
Ελλάδα εκτός της Κοινότητος και θέλει
την Ελλάδα στη συνέχεια....
(Θόρυβος
από την Πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ., διαμαρτυρίες).
ΠΡΟΕΔΡΟΣ
(Απόστολος Κακλαμάνης): Παρακαλώ ησυχία!
ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ
ΕΒΕΡΤ (Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας):...εντός
του ΝΑΤΟ, θέλει τις Βάσεις και θέλει και
την Κοινότητα. Και προστρέχει προς την
Κοινότητα. Και μάλιστα όταν αναλαμβάνει
την Προεδρία της Κοινότητος και βλέπει
τον Άγγλο Υπουργό Εξωτερικών και το
Γερμανό Υπουργό Εξωτερικών να πηγαίνουν
στην Τουρκία και πίσω από την πλάτη της
Ελληνικής Προεδρίας να συζητούν, να μην
αντιδρά τουλάχιστον για να σώσει τα
προσχήματα, όχι για την Ελληνική Προεδρία,
αλλά να σώσει τα προσχήματα και για την
Κοινότητα.
Κυρίες
και κύριοι συνάδελφοι, εμάς δεν μας
απασχολεί το παρελθόν. Δεν φοβόμαστε
να το συζητήσουμε.
(Γέλωτες
από την Πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.).
Δεν
φοβόμαστε να το συζητήσουμε και θα το
συζητήσουμε αν θέλετε. Εκείνο το οποίο
έχει σημασία είναι να δούμε ποια λύση
θα δώσουμε στο πρόβλημα το οποίο απασχολεί
το Έθνος μας. Πώς θα δούμε μπροστά μας
και πώς θα χαράξουμε μία εθνική εξωτερική
πολιτική.
Ο
κύριος Πρωθυπουργός, στην περιορισμένη
ομιλία του, αναφέρθηκε στο θέμα των
Σκοπίων και μόνο.
Κυρίες
και κύριοι συνάδελφοι, το θέμα των
Σκοπίων δεν είναι διμερές. Εάν δεν δούμε
όλο το πλέγμα των προβλημάτων, που έχουν
δημιουργηθεί τα 4 τελευταία χρόνια στα
Βαλκάνια και δεν συνεκτιμήσουμε την
αλληλουχία των προβλημάτων αυτών και
δεν ιεραρχήσουμε τα γεγονότα, τα
συμφέροντα και τα προβλήματά μας, τότε
σωστή εκτίμηση του προβλήματος, όσον
αφορά τα Σκόπια ποτέ δεν θα μπορέσουμε
να κάνουμε, και θα εξακολουθεί να υπάρχει
η σύγχυση που υπάρχει και σήμερα στον
Ελληνικό Λαό για το ποια πρέπει να είναι
η πολιτική που πρέπει να ακολουθηθεί.
Ποιοι
είναι οι στρατηγικοί μας στόχοι στην
περιοχή των Βαλκανίων, στις σχέσεις
μας, με τους γείτονες:
Πρώτον,
η διαφύλαξη της ακεραιότητας της Πατρίδας
μας.
Δεύτερον,
η προστασία των Ελλήνων όπου και αν
βρίσκονται εκτός της Ελλάδος, είτε στην
Κύπρο είτε στη Βόρεια Ήπειρο.
Τρίτον,
η προστασία της ιστορίας της Πατρίδας
μας.
Τέταρτον,
η ανάπτυξη οικονομικών σχέσεων και
σχέσεων ειρήνης μ’ όλα τα Βαλκανικά
κράτη.
Πώς
εμφανίζονται οι διάφορες δυνάμεις γύρω
μας:
Η
Τουρκία, κατόρθωσε αμέσως μετά την πτώση
του Κομμουνισμού και την διάλυση της
Σοβιετικής Ενώσεως, με ζηλευτή πράγματι
ταχύτητα να αναπροσαρμόσει την πολιτική
της. Επιχειρεί να εμφανιστεί ως μια
περιφερειακή δύναμη, αναπτύσσει
πρωτοβουλίες προς τον Περσικό Κόλπο
προσπαθώντας να ελέγξει τους υδάτινους
πόρους προς τις χώρες του Περσικού
Κόλπου. Επιχειρεί να ασκήσει πολιτική
προστασίας των Ισλαμικών δημοκρατιών
της πρώην Σοβιετικής Ενώσεως. Επιχειρεί
να δημιουργήσει μια οικονομική αγορά
με τις χώρες που βρέχονται από τη Μαύρη
Θάλασσα. Επιχειρεί να καλύψει, δήθεν,
τις Μουσουλμανικές μειονότητες των
Βαλκανικών χωρών. Και, τέλος, ο
μακροπρόθεσμος, ο μόνιμος στόχος της
είναι η επεκτατική της πολιτική κατά
της Ελλάδος, που εκδηλώθηκε κατ’ αρχήν
στην Κύπρο, στη συνέχεια στο Αιγαίο και
τώρα τη βλέπουμε να εκδηλώνεται και
προς τη Θράκη.
Η
Βουλγαρία βρίσκεται κάτω από μια
προσπάθεια ανασυντάξεως των δυνάμεών
της, με διαλελυμένο στρατό, με διαλελυμένη
οικονομία. Δεν πρέπει, όμως, να λησμονούμε
ποτέ ότι όπως κάποια στιγμή υπήρχε στο
παρελθόν ο μεγαλοϊδεατισμός ο βουλγαρικός,
έτσι κάποια άλλη μελλοντική στιγμή ο
μεγαλοϊδεατισμός αυτός μπορεί να
επανέλθει. Και να μη λησμονούμε τι
γίνεται αυτόν τον καιρό στη Ρωσία, όταν
ξαφνικά εμφανίζονται πολιτικές δυνάμεις
με εθνικιστικές επεκτατικές βλέψεις.
Όχι στο άμεσο μέλλον, αλλά ενδεχομένως
στο απώτερο μέλλον, είναι ενδεχόμενο
να δημιουργηθούν τέτοιες τάσεις και
στη Βουλγαρία και αυτό πρέπει να το
έχουμε σοβαρά υπόψη στη διαμόρφωση της
στρατηγικής μας.
Οι
σχέσεις μας με τη Βουλγαρία από το 1974
και εδώ υπήρξαν καλές και πρέπει να
συνεχίσουν να είναι άριστες. Αποτελούν
το βασικό άξονα της αμυντικής θωρακίσεως
της Χώρας. Είναι φυσικό η Βουλγαρία να
θέλει να αναθεωρήσει την πολιτική της.
Είναι φυσικό να θέλει να κρατήσει μια
ισορροπία μεταξύ της Ελλάδος και της
Τουρκίας. Αυτό δεν πρέπει να μας
αποθαρρύνει. Δεν πρέπει να μας κλείσει,
να μας περιορίσει και να σταματήσουμε
να έχουμε τις καλές σχέσεις που είχαμε
και στο παρελθόν με την Βουλγαρία.
Ένα
πράγμα θα ήθελα να τονίσω και θα πρέπει
να καταλάβουμε ότι η Τουρκία μόνη της
μπορεί να αντιμετωπιστεί.
Εάν
γίνει ένα οποιοδήποτε σφάλμα και αφεθεί
να πλησιάσει η Τουρκία περισσότερο τη
Βουλγαρία και απομακρυνθεί η Ελλάδα
από τη Βουλγαρία, τότε αυτό μπορεί να
συνεπάγεται πράγματι μεγάλους κινδύνους
στο μέλλον για τη Θράκη.
Θα
αφήσω τα Σκόπια, για να πεταχτούμε στη
Βόρειο Ήπειρο, στην Αλβανία. Και εκεί,
έχει αρχίσει να αναπτύσσεται
μεγαλοϊδεατισμός για τη μεγάλη Αλβανία.
Αδυνατούν αυτήν τη στιγμή να επιβάλουν
αυτόν το μεγαλοϊδεατισμό. Δεν πρέπει,
όμως, να λησμονούμε ότι υπάρχει το
ενδεχόμενο κάποια δεδομένη στιγμή στο
Κοσσυφοπέδιο, στα Σκόπια, να δημιουργηθούν
τέτοιες αναταραχές, που να οδηγήσουν
στο μέλλον σε μία Αλβανία των 6.000.000
κατοίκων, που θα χρειάζεται μία τελείως
διαφορετική αντιμετώπιση από τη σημερινή
Αλβανία.
Και
θέλω να καταλήξω με τα Σκόπια.
Πριν
όμως φθάσω εκεί, θα ήθελα πάλι να
επαναλάβω:
Πρώτος
κίνδυνος, ο τουρκικός επεκτατισμός.
Δεύτερο
μεγάλο πρόβλημα, η υπόθεση των Ελλήνων
στην Αλβανία και οι διαθέσεις της
Αλβανίας.
Τρίτον,
οι ενδεχόμενοι μελλοντικοί κίνδυνοι
από τη Βουλγαρία.
Και
τέταρτον, η υπόθεση των Σκοπίων, χωρίς
να υποβαθμίζεται σε καμία περίπτωση
και το θέμα αυτό.
Εκτιμούμε,
βάσει των όσων σας είπα, ότι η διατήρηση
των καλών σχέσεων με όλους τους γείτονες
είναι απαραίτητη και χρειάζεται να
ιεραρχήσουμε τα προβλήματα τα οποία
παρουσιάζονται στην εξωτερική πολιτική.
Δεν είναι δυνατόν η Ελλάδα να αντιμετωπίσει
-όπως καμία χώρα δεν είναι δυνατόν να
αντιμετωπίσει- όλους τους κινδύνους
ταυτόχρονα.
Θέλουμε
ή δε θέλουμε την υπόσταση των Σκοπίων
ως κρατικής οντότητας; Είναι το πρώτο
ερώτημα στο οποίο πρέπει να απαντήσουμε,
εάν θέλουμε να χαράξουμε μία σωστή
πολιτική απέναντι στα Σκόπια.
Και
έτσι, έρχεται το δεύτερο ερώτημα: Τι θα
συμβεί, εάν διαλυθούν, εάν διαμελισθούν
τα Σκόπια;
Ένα
τμήμα, το μεγαλύτερο, είναι φυσικό ότι
θα κολλήσει δίπλα στη Βουλγαρία. Και
τότε, πράγματι θα ενταθεί ο μεγαλοϊδεατισμός
ο Βουλγαρικός, για τον οποίο σας είπα
προηγούμενα, με δύο άξονες, όχι μόνο
προς την Θράκη, αλλά και προς τη ίδια τη
Μακεδονία και με μία δύναμη η οποία δεν
είναι η Σκοπιανή, αλλά η αυριανή η
Βουλγαρική.
Το
δεύτερο κομμάτι εκ των πραγμάτων θα
πάει να κολλήσει στην Αλβανία. Τι θα
σημάνει αυτό; Μετακίνηση πληθυσμιακή
Αλβανοφώνων των Σκοπίων προς τη Βόρεια
Ήπειρο.
Εάν
διαλυθούν τα Σκόπια και προσαρτηθεί
ένα τμήμα των Σκοπίων στην Αλβανία, θα
υπάρχουν συνεπακόλουθα και αντίστοιχες
ανακλαστικές κινήσεις και στο Κοσσυφοπέδιο.
Και τότε, όλη η πίεση θα στραφεί προς
τον Ελληνισμό της Βορείου Ηπείρου.
Ανεξάρτητα
εάν θέλουμε ή όχι τη διάλυση των Σκοπίων,
αυτός ο κίνδυνος πάντοτε υπάρχει. Και
θα υπάρχει τουλάχιστον τα τρία προσεχή
χρόνια.
Θα
πρέπει να περιμένουμε να δούμε εάν
πράγματι αυτή η κρατική οντότητα μπορεί
να διατηρηθεί, μπορεί να υπάρξει όπως
είναι σήμερα διαμορφωμένη..
Στόχος
μας, συνεπώς, στην υπόθεση των Σκοπίων
πιστεύω ότι πρέπει να είναι η μετατροπή
τους σε ένα μικρό και συμβατό προς τις
ελληνικές επιδιώξεις γειτονικό κράτος,
από τη φύση του εξαρτημένο από την Ελλάδα
για την επιβίωσή του.
Όλες
οι άλλες οι δυνάμεις μπορεί να θέλουν
την διάλυση των Σκοπίων. Εμείς αυτήν
την διάλυση δεν πρέπει να την αναζητούμε,
γιατί η ύπαρξη της κρατικής οντότητας
των Σκοπίων τουλάχιστον μπορεί να
θεωρηθεί ως η περισσότερο επιθυμητή
λύση.
Βεβαίως,
σε καμία περίπτωση αυτή η πολιτική δεν
υπηρετείται από τη μονόπλευρη πολιτική
κατευνασμού.
Αφθονούν
οι ιστορικές μαρτυρίες, κυρίες και
κύριοι, που αποδεικνύουν ότι ο μονόπλευρος
κατευνασμός και η υποχωρητικότητα, κατά
κανόνα φέρνουν τα αντίθετα από τα
επιδιωκόμενα αποτελέσματα.
Πρέπει
απλά να αντιληφθούν τα Σκόπια τι έχουν
να κερδίσουν με τη μεταβολή της πολιτικής
τους και ταυτόχρονα πρέπει να αντιληφθούν,
τι έχουν να χάσουν εάν συνεχίσουν την
ίδια πολιτική.
Αυτό
ακριβώς το μήνυμα δεν κατορθώσαμε να
το περάσουμε προς τους ξένους, σε όλους
εκείνους οι οποίοι ενδιαφέρονται τάχατε
περισσότερο από τους Έλληνες για την
τύχη των Σκοπίων.
Απλά,
πρέπει να λεχθεί ότι η Ελλάδα θέλει την
επιβίωση των Σκοπίων. Τα Σκόπια δεν
μπορούν να επιβιώσουν χωρίς την Ελλάδα.
Προϋπόθεση για να επιβιώσουν είναι η
αλλαγή της πολιτικής τους έναντι της
Ελλάδος. Δεν πρέπει ασφαλώς, να
αποκλείσουμε, όπως σας είπα πριν, το
ενδεχόμενο, παρά τις προσπάθειες της
Ελλάδος, τα Σκόπια να διαλυθούν και τότε
υπάρχει ο κίνδυνος να εμπλακούμε σε
πολεμικές περιπέτειες.
Η
τακτική, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
για να επιτύχουμε αυτό το στόχο είναι:
Τέσσερα είναι τα σενάρια τα οποία θα
μπορούσαν να ακολουθηθούν. Πρέπει όλα
να αναφερθούν.
Τα
πρώτα, θα έλεγα ότι είναι τα επιθετικά.
Υπάρχει
μέσα σε αυτήν την Αίθουσα κανένας που
να κάνει την επιλογή ότι πρέπει να
μετακινηθεί η στρατιά από τη Λάρισα
προς τα σύνορα και ότι αυτό σημαίνει;
Εάν υπάρχει, να έρθει ευθέως στο Βήμα
αυτό να το πει.
Δεύτερο
σενάριο, ο αποκλεισμός των συνόρων και
το εμπάργκο των συνόρων από πλευράς της
Ελλάδος. Ένα ερώτημα το οποίο ακόμη
παραμένει αναπάντητο: Ποιος τελικά θα
αποκλεισθεί; Θα αποκλεισθούν οι Σκοπιανοί;
Βραχυπρόθεσμα, οπωσδήποτε. Μακροπρόθεσμα,
όταν θα ανοίξει ο δρόμος της Σερβίας,
ποιος μπορεί να εμφανίζεται ως
αποκλεισμένος; Ποιο είναι το οικονομικό
κόστος;
Επίσης,
εάν κλείσουμε τα σύνορα, το ερώτημα
είναι πού θα αναζητήσουν τα Σκόπια
διέξοδο; Η φυσική διέξοδος, κυρίες και
κύριοι συνάδελφοι, είναι προς μια
κατεύθυνση. Είναι προς τη Βουλγαρία.
Και ξαναρωτώ: Με αυτόν τον τρόπο, μήπως,
θα οδηγήσουμε τα Σκόπια στην αγκαλιά
της Βουλγαρίας και θα τα κάνουμε τα
Σκόπια προσάρτημα της Βουλγαρίας και
στη συνέχεια και της Τουρκίας;
Εδώ,
μπορεί να υποστηριχθεί ότι το κόστος,
όπως το είπε ο κύριος Πρωθυπουργός - και
πράγματι έτσι θα είναι - θα είναι μεγάλο
για τους Σκοπιανούς, για τις εξαγωγές
τους, για τις εισαγωγές τους εάν αύριο
κλείσουμε τα σύνορα. Αλλά ενώ είναι
μεγάλο και μπορεί να φθάνει το 40%-50% των
Σκοπιανών προϊόντων, το συνολικό μέγεθος
δεν είναι μεγάλο και μπορεί να πριμοδοτηθεί
από χώρες, όπως είναι η Τουρκία.
Μην
ξεχνάμε επίσης, την άλλη παράμετρο, ότι
ήδη προχωρούν οι διαδικασίες για να
ανοίξει ο οδικός άξονας, Δυρράχιο -
Σκόπια - Βουλγαρία, που θα ξεπεράσει την
Ελλάδα. Και τότε, τι κάνουμε σε αυτήν
την περίπτωση;
Προτελευταία
λύση είναι η ειρηνική διευθέτηση.
Η
ειρηνική διευθέτηση έχει τρία σκέλη.
Το
πρώτο σκέλος, είναι η συζήτηση και η
προσπάθεια να λυθεί το θέμα μέσα στην
Κοινότητα. Έγινε αυτή η προσπάθεια και
έγινε με επιτυχία μέχρι ένα ορισμένο
σημείο: Όσο μπορούσε να αντέξει η συζήτηση
και η διαδικασία αυτή μέσα στην Κοινότητα.
Μπορούμε να συνεχίσουμε μέσα στην
Κοινότητα και ποιες θα είναι οι
παρενέργειες;
Το
κλίμα μέσα στην Κοινότητα το έζησε ο
κύριος Πρωθυπουργός και το ζήσαμε όλοι
μαζί με τις αναγνωρίσεις από τα κράτη
- μέλη της Κοινότητας.
Συνεπώς,
είναι τραγικό λάθος να θέλουμε να πάμε
να συζητήσουμε σ’ ένα χώρο, ο οποίος εκ
των προτέρων παίρνει αυτές τις αρνητικές
θέσεις. Κακώς, αλλά τις παίρνει. Και αυτό
σημαίνει ρεαλιστική πολιτική; Να
καταλάβουμε τι έχουμε να αντιμετωπίσουμε,
πηγαίνοντας αποκλειστικά και μόνο το
διάλογο μέσα στην Κοινότητα.
Ελέχθη
ότι πρέπει η Ελλάδα να προβάλει βέτο
μέσα στην Κοινότητα, να παρεμποδίσει
την επέκταση της Ευρωπαϊκής Ενώσεως με
τις τέσσερις χώρες, Αυστρία κ.λπ. Για 6
μήνες; Για πόσο καιρό; Και πέρα από τους
Ευρωπαίους εταίρους, τους οποίους θα
κάναμε εχθρούς, τι θα γινόταν με τις 4
αυτές χώρες, οι οποίες μονίμως στο μέλλον
θα εστρέφοντο κατά της Ελλάδος; Και πόσο
βοηθάμε την υπόθεση της Κύπρου, όταν θα
έρθουμε να αποκλείσουμε τη διεύρυνση
της Ενώσεως;
Τη
διεύρυνση της Ενώσεως έπρεπε να τη
χρησιμοποιούμε και πρέπει να τη
χρησιμοποιούμε με ένα και μόνο σκοπό,
να πετύχουμε την ένταξη της Κύπρου στην
Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ο
δεύτερος άξονας της συζητήσεως είναι
στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών. Εδώ
πρέπει να ξεκαθαρίσουμε από την πρώτη
στιγμή ότι δεν πήγε η Ελληνική Κυβέρνηση
στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών. Είχαν
δικαίωμα τα Σκόπια να πάνε στον Οργανισμό
Ηνωμένων Εθνών και να αναζητήσουν την
αναγνώρισή τους. Είναι μεγάλο επίτευγμα
το ότι δεν κατόρθωσαν τα Σκόπια να
ενταχθούν στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών
με το όνομα εκείνο, το οποίο επιδίωξαν.
Μετρήστε πόσες αντίστοιχες περιπτώσεις
υπάρχουν στο παρελθόν. Παραπλήσια
δεδομένα υπάρχουν πάμπολλα, όπου υπήρχαν
χώρες, οι οποίες ευρίσκοντο σε σύγκρουση
μεταξύ τους, όταν κάποια άλλη ήθελε να
μπει μέσα.
Είναι
ανάγκη να παρατηρηθεί ότι κατηγορήθηκε
η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας γι’
αυτήν την πορεία. Εγώ θέλω να χρησιμοποιήσω
έναν απλό εκλογισμό. Επί 2,5 χρόνια
παλεύεται η υπόθεση των Σκοπίων και δεν
αναγνωρίζονται τα Σκόπια από τους
Ευρωπαίους. Άρκεσαν 100 μέρες ΠΑΣΟΚ για
να αναγνωρισθούν τα Σκόπια.
(Χειροκροτήματα
από την Πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας).
(Θόρυβος
από την Πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.).
Το
τρίτο ενδεχόμενο...
ΑΝΔΡΕΑΣ
Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ (Πρόεδρος της Κυβέρνησης):
Μία ερώτηση: Πότε αναγνωρίστηκαν τα
Σκόπια στα Ηνωμένα Έθνη και από τους
Δώδεκα; Εμείς αρνούμεθα την κληρονομιά
αυτή.
(Θόρυβος
από την Πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας).
ΠΡΟΕΔΡΟΣ
(Απόστολος Κακλαμάνης): Παρακαλώ, μη
διακόπτετε.
ΑΝΔΡΕΑΣ
Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ (Πρόεδρος της Κυβέρνησης):
Πάντως, κάνω τη διάκριση μεταξύ
αναγνωρίσεως και διπλωματικών σχέσεων.
Η σύναψη διπλωματικών σχέσεων ήρθε
τώρα. Η αναγνώριση ήρθε στα Ηνωμένα Έθνη
και τη συγκηδεμονεύσατε.
(Χειροκροτήματα
από την Πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.).
ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ
ΕΒΕΡΤ(Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας):
Κύριε Πρόεδρε της Κυβέρνησης, με
διευκολύνατε με το ερώτημα το οποίο
έμμεσα θέσατε. Όλα αυτά τα χρόνια ούτε
οι Αμερικάνοι, ούτε οι Ευρωπαίοι είχαν
διπλωματικές σχέσεις με τα Σκόπια.
(Θόρυβος
από την Πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.).
ΠΡΟΕΔΡΟΣ
(Απόστολος Κακλαμάνης): Παρακαλώ, ησυχία.
ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ
ΕΒΕΡΤ(Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας):
Υπήρχαν οι γνωστές εκφράσεις και θέσεις
του κ. Πάγκαλου. Υπήρξε η δική σας απραξία,
όταν πήγατε στη Σύνοδο Κορυφής στις
Βρυξέλλες και επακολούθησε αυτή η
πολιτική. Μην αιτιάσθε, λοιπόν, τη Νέα
Δημοκρατία.
Κυρίες
και κύριοι συνάδελφοι, τέλος, ο δρόμος
τον οποίο η Νέα Δημοκρατία προτείνει,
είναι ο δρόμος της συνεχίσεως του
διαλόγου στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών,
με αμετακίνητες τις ελληνικές θέσεις
σε όλα τα κεφάλαια. Και στο όνομα και
στα σύμβολα και στις αλυτρωτικές
διατάξεις που προβλέπει το Σύνταγμά
τους.
Ήταν
μεγάλο λάθος, κύριε Πρόεδρε της
Κυβερνήσεως, ότι ενώ είχατε μπροστά σας
λίγες μόνο μέρες για να αναλάβετε την
Προεδρία της Κοινότητας, οπότε θα είχαμε
και έχουμε τη δύναμη, έχοντας την Προεδρία
να κάνουμε τους κατάλληλους χειρισμούς
να φύγετε από τον Οργανισμό Ηνωμένων
Εθνών και να αδρανοποιηθείτε.
Διότι
όλον το Νοέμβριο και το Δεκέμβριο υπήρχε
αδρανοποίηση, δεν υπήρχε θέση. Ψαχνόμασταν.
Στη συνέχεια αρχίσαμε να ομιλούμε για
διμερείς σχέσεις. Ότι σε διμερές επίπεδο
-που είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να
γίνει, διότι αυτό σημαίνει ουσιαστική
αναγνώριση των Σκοπίων- θα γίνει διάλογος,
προτού τα Σκόπια δείξουν πού θέλουν να
το πάνε. Συνεπώς, αφήσατε επί ένα κρίσιμο
δίμηνο χωρίς κατεύθυνση την εξωτερική
πολιτική της Ελλάδος, αδρανοποιούμενοι
στο θέμα των Σκοπίων. Μετά αρχίσατε να
ψάχνεσθε.
Και
σήμερα ακούσαμε την τρίτη εκδοχή. Την
εκδοχή, ότι εφ’ όσον υποχωρήσουν στα
δύο θέματα, τότε θα πάμε να συζητήσουμε
στον ΟΗΕ. Μα, ήδη οι διαπραγματεύσεις,
κύριε Πρόεδρε της Κυβερνήσεως, και στο
θέμα του Συντάγματος και στο θέμα των
συμβόλων είχαν ήδη προχωρήσει θετικά
υπέρ της Ελλάδος. Το όνομα έμενε, για να
ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις.
Εγώ,
θα ήθελα να κάνω την εξής παρατήρηση:
Διατυπώθηκε και σήμερα η φράση, η οποία
λέει "να απαλειφθούν τα σύμβολα και
να αλλάξει το Σύνταγμα και ότι εμείς δε
θα αναγνωρίσουμε σε καμία περίπτωση τα
Σκόπια με τη σημερινή ή με σύνθετη
ονομασία". Κι ερωτώ, τι σημαίνει το
"εμείς"; Δηλαδή, μόλις τα Σκόπια θα
αφήσουν τα σύμβολα, θα αλλάξουν το
Σύνταγμα, εμείς θα λέμε όχι και όλοι οι
άλλοι θα προχωρήσουν στην de facto αναγνώριση
των Σκοπίων με το όνομα Μακεδονία; Και
τότε ποια θα είναι η θέση σας, κύριε
Πρόεδρε της Κυβερνήσεως, ποια θα είναι
η θέση της Ελλάδος; Θέλουμε απόψε εδώ
μία απάντηση.
(Θόρυβος
από την Πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.)
ΚΥΡΙΑΚΟΣ
ΤΑΤΑΡΙΔΗΣ: Να μας πείτε τη δική σας
πρόταση.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ
(Απόστολος Κακλαμάνης): Σας παρακαλώ
ησυχία, μη διακόπτετε.
ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ
ΕΒΕΡΤ (Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας):
Και έρχομαι στις προτάσεις.
Πρώτον,
αξιολόγηση και ιεράρχηση των προβλημάτων.
Άμεσα ή έμμεσα, επαναλαμβάνω ότι
κινδυνεύει ο Ελληνισμός της Κύπρου και
της Βορείου Ελλάδος.
(Διαμαρτυρίες
από την Πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.)
Της
Βορείου Ηπείρου, με συγχωρείτε. Βόρεια
Ελλάδα είναι, καταλάβετέ το.
(Χειροκροτήματα
από την Πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας)
Δεύτερον,
βελτίωση των σχέσεων σε εθνικό, οικονομικό
και πολιτιστικό τομέα με τη Βουλγαρία.
Τρίτον,
να γίνει κατανοητό στην Αλβανική
Κυβέρνηση ότι δε θα δεχθούμε μείωση των
ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Αλβανία.
Είδαμε τον Έλληνα Υπουργό Εξωτερικών
να περιοδεύει στην Αλβανία και κάθε
φορά που κάνει κάποιο ταξίδι, τα δικαιώματα
αυτά να περιορίζονται. Πρέπει να είμαστε
απόλυτοι σ’ αυτό το θέμα με την Αλβανία.
Και να γίνει σαφές ότι σε περίπτωση που
δε θα βελτιωθεί η κατάσταση σ’ αυτό το
θέμα στη Βόρειο Ήπειρο και επακολουθήσουν
αυτονομιστικές προσπάθειες εκ μέρους
της Αλβανίας, θα υπάρξει εκ μέρους της
Ελλάδος παραπλήσια ή αντίστοιχη πολιτική.
(Χειροκροτήματα
από την Πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας)
Τέταρτον,
διάλογος στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών,
επανάληψη του διαλόγου με απαρέγκλητες
τις ελληνικές θέσεις και αρχές. Πρώτον,
δεν προδίδουμε την ιστορία μας. Δεύτερον,
δεν δεχόμαστε καμία επιθετική ενέργεια
και σκέψη σε οποιοδήποτε Σύνταγμα, είτε
αυτό είναι των Σκοπίων είτε είναι της
Τουρκίας. Απάλειψη των συμβόλων, αλλαγή
του Συντάγματος.
Τρίτον.
Να μην υπάρξει στο όνομα των Σκοπίων,
άμεσος ή έμμεσος προσδιορισμός της
λέξης "Μακεδονία".
(Χειροκροτήματα
από την Πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας)
Πηγαίνετε
να συζητήσετε. Κάνατε πάνω από 100 μέρες
για να αντιληφθείτε πόσο σωστή ήταν η
πολιτική που ακολουθούσαμε μέσα στα
πλαίσια των δυνατοτήτων που διεγράφοντο.
Συνεχίστε αυτήν τη πολιτική και θα έχετε
τη συμπαράσταση της Αξιωματικής
Αντιπολιτεύσεως.
Αγαπητές
φίλες και φίλοι, το θέμα αυτό -και πρέπει
να το καταλάβουμε όλοι- δεν είναι ούτε
για λεονταρισμούς ούτε για προσπάθεια
αποκομίσεως κομματικού οφέλους. Είναι
εθνικό θέμα και θα μας κατακρίνει, αν
αποτύχουμε, η ιστορία όλους μας, και
εσάς και εμάς.
Ευχαριστώ
πολύ.
(Ζωηρά
και παρατεταμένα χειροκροτήματα από
την Πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ
(Απόστολος Κακλαμάνης): Ο Πρόεδρος της
Πολιτικής Άνοιξης κ. Αντώνης Σαμαράς
έχει το λόγο.
ΑΝΤΩΝΗΣ
ΣΑΜΑΡΑΣ (Πρόεδρος της Πολιτικής Άνοιξης):
Μπορεί να φάνηκε, κυρίες και κύριοι
συνάδελφοι, κάποια διάθεση αντιπαράθεσης
στις ομιλίες των δύο πολιτικών Αρχηγών,
αλλά μην κάνετε λάθος, είχαν και οι δυο
έναν κοινό παρονομαστή: Ως προς τα
Σκόπια, ήταν και οι δυο άνευρες πτήσεις,
χαμηλές πτήσεις, ομιλίες που έβγαλα το
συμπέρασμα, ότι στην ουσία συνέπλευσαν
και οι δύο στην απόφαση να μην αναλύσουν
την ουσία του προβλήματος.
Το
θέμα όμως "Σκόπια", κυρίες και
κύριοι συνάδελφοι, αναδεικνύει με τον
πιο δραματικό τρόπο τη σύγκρουση δυο
νοοτροπιών: Από τη μια η νοοτροπία της
εύκολης τακτοποίησης, νοοτροπία που
πρόχειρα και άκριτα σπεύδει να κλείσει
το πρόβλημα στη λογική του δήθεν ρεαλισμού
του σήμερα, κλείνοντας όμως ταυτόχρονα
τα μάτια στη λογική, αλλά και το ρεαλισμό
του αύριο. Και από την άλλη, η νοοτροπία
της δύσκολης μάχης και της επώδυνης,
αλλά εθνικά συμφέρουσας ευθείας γραμμής
της συνέπειας. Είναι η γραμμή που συνδέει
τη σημερινή μας συμπεριφορά με την τύχη
του ελληνικού αύριο.
Οι
οπαδοί της εύκολης τακτοποίησης του
Σκοπιανού προβλήματος οφείλουν ορισμένες
κρίσιμες απαντήσεις στον Ελληνικό Λαό:
Πρώτον.
Εμείς αδικούμε τα Σκόπια ή εκείνα εμάς;
Αν απαντήσουν ότι τα Σκόπια αδικούν
τους Έλληνες, τότε πώς υπάρχει από πολλές
πλευρές συνηγορία σ’ αυτήν την αδικία;
Δεύτερον.
Θεωρούν οι οπαδοί της εύκολης τακτοποίησης
δικό μας ή δικό τους το όνομα της
Μακεδονίας; Αν απαντούν δικό μας, οφείλουν
να απαντήσουν πώς τότε το παραχωρούν,
είτε σαν Σλαβομακεδονία είτε σαν Νέα
Μακεδονία είτε με τις όποιες φλύαρες
φιλολογίες περί άχρηστης ονοματολογίας;
Τρίτον.
Ας μας απαντήσουν, κινδυνεύει ή δεν
κινδυνεύει μελλοντικά η Ελλάδα, όχι
βεβαίως από τα σημερινά Σκόπια, αλλά
από τους ευρύτερους συνδυασμούς δυνάμεων
στη περιοχή; Κινδυνεύει ή δεν κινδυνεύει
από τον αλυτρωτισμό, που εκφράζεται
κυρίως μέσα από τη χρησιμοποίηση του
ελληνικού ονόματος της Μακεδονίας;
Και
ερωτώ πολύ γρήγορα: Γιατί μόνο επιμένει
σ’ αυτό και δεν υποχωρεί καθόλου στο
θέμα του ονόματος ο Γκλιγκόροφ;
Κατ’
αρχήν, ας το κάνουμε ξεκάθαρο: Δεν
απειλείται η Ελλάδα από τα σημερινά
Σκόπια. Θα ήταν ντροπή να υποστηρίξει
κανείς κάτι τέτοιο. Απειλείται όμως από
τους μελλοντικούς συνδυασμούς δυνάμεων
στην ευρύτερη περιοχή των Σκοπίων.
Κινδυνεύει από την προοπτική εξαγωγής
του Μακεδονικού προβλήματος, όχι μόνο
από τα Σκόπια, αλλά από τους ήδη
αναπτυσσόμενους συνδυασμούς δυνάμεων
και από τις όσες νέες ισορροπίες και
διεκδικήσεις μας φέρνει το μέλλον σ’
αυτήν τη περιοχή. Μιλώ για τη Μεγάλη
Αλβανία, τη Μεγάλη Σερβία και τη Μεγάλη
Βουλγαρία, αλλά και για το ρόλο της
πάντοτε παραμονεύουσας πίσω από κάθε
εξέλιξη Τουρκίας, που άλλωστε θρησκευτικά
συγγενεύει με πολλούς από τους σημερινούς
και αυριανούς πρωταγωνιστές.
Θα
αρκεστώ να υπενθυμίσω στην Εθνική
Αντιπροσωπεία μόνο ένα γεγονός που
αποτελεί σύγχρονο παγκόσμιο διπλωματικό
ρεκόρ. Αναφέρομαι στο ότι η Βουλγαρία
ανεγνώρισε μεν το έδαφος των Σκοπίων
σαν Μακεδονία, αλλά ποτέ τους κατοίκους
της χώρας αυτής, που πατάνε πάνω σ’ αυτό
το έδαφος, σαν Μακεδόνες.
Το
γιατί, είναι σαφές. Γιατί η Βουλγαρία
θεωρεί ότι υπάρχει μεν μια μεγαλύτερη
Μακεδονία, αλλά θεωρεί ταυτόχρονα ότι
δεν υπάρχει σ’ αυτή Μακεδονική εθνότητα.
Βουλγαρική ναι, Μακεδονική όχι και ας
βγάλει ο καθένας τα συμπεράσματά του,
και κυρίως όσοι φθάνουν στην απρονοησία
να προτείνουν το όνομα Σλαβομακεδονία,
όνομα-προσφορά μας στους Βουλγάρους
που άνετα και με ελληνική άδεια πλέον,
θα θεωρούν κάθε τι το Μακεδονικό, ως
Σλαβικό.
Όπως
πρώτη απ’ όλους θα αξιοποιήσει το νέο
σκηνικό η Τουρκία, που όχι μόνο
εκμεταλλεύεται τις καταστάσεις στις
γειτονικές της χώρες, αλλά έχει κατορθώσει
και να ελέγχει την Κοινοβουλευτική
πλειοψηφία μέσω του περίφημου DOGAN στη
Βουλγαρική Κυβέρνηση.
Επειδή
όμως πολλοί θα πουν -και το ποίημα αυτό
είναι γνωστό- ότι ίσως ο Σαμαράς
υπερβάλλει, σας διαβάζω αμέσως ένα
απόσπασμα κειμένου του Προέδρου της
Δημοκρατίας που μου έστειλε όταν ήμουν
Υπουργός Εξωτερικών στις 26 Φεβρουαρίου
1992 γι’ αυτό το ζήτημα.
"Το
επιχείρημα ότι η Ελλάς υπερβάλλει..."
-λέει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής- "...διότι
τα μικρά Σκόπια δεν αποτελούν κίνδυνο
για την Ελλάδα ότι η Ελλάδα είναι μέλος
του ΝΑΤΟ κ.λπ., είναι αντιφατικό και
επικίνδυνο..." -λέει ο Καραμανλής-
"...για να μην πούμε παράλογο". "Στην
ουσία, το επιχείρημα αυτό λέει ότι η
Διεθνής Κοινότης, αναγνωρίζει μεν τις
κακές προθέσεις των Σκοπίων, αλλά δεν
τις καταδικάζει διότι τα Σκόπια δεν
έχουν αυτήν τη στιγμή τη δυνατότητα να
τις πραγματοποιήσουν. Με άλλα λόγια"
-λέει ο Καραμανλής- "εις μεν τα Σκόπια
λέγεται ότι μπορούν να διατηρήσουν την
απειλή τους κατά της Ελλάδος, εις δε την
Ελλάδα λέγεται ότι πρέπει να κάνει χρήση
της ισχύος της εναντίον τους, για να
ματαιώσει την απειλή αυτή". Είναι
προφανές ότι θεωρεί αυτήν όχι μόνο
αντιφατική, αλλά και επικίνδυνη. Διότι,
"αντί να ενθαρρύνει τα δύο γειτονικά
κράτη να βαδίσουν στο δρόμο της φιλίας,
της οικονομικής συνεργασίας και της
ειρηνικής συνυπάρξεως, τα εξωθεί στο
δρόμο της αντιπαραθέσεως, της εχθρότητος
και της αποσταθεροποιήσεως στην περιοχή".
"Τέλος"
- σημειώνει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας
- "αν τα Σκόπια δεν αποτελούν απειλή
αυτήν τη στιγμή, κανείς δεν μπορεί να
προβλέψει και να εγγυηθεί ιδιαίτερα
μέσα στις σημερινές συνθήκες ρευστότητος
και αστάθειας, ποιοι συνδυασμοί δυνάμεων
θα προκύψουν στο εγγύς ή στο απώτερο
μέλλον στα Βαλκάνια και στην ευρύτερη
περιοχή. Αν αυτές οι δυνάμεις θελήσουν
να χρησιμοποιήσουν και πάλι το Μακεδονικό,
όπως το έκαναν στο παρελθόν, γιατί η
Διεθνής Κοινότης θα πρέπει να τους έχει
δώσει εκ των προτέρων ένα τίτλο νομιμότητος
για να το πράξουν;".
Κυρίες
και κύριοι, κατά την άποψή μου, οι
σημερινές ομιλίες που ακούσαμε,
επιβεβαιώνουν ότι στο θέμα αυτό το
συμβόλαιο που έπρεπε να είχαμε με την
αξιοπιστία, καθυστερεί. Και πλήττει
ευθέως την εθνική στρατηγική κατά την
άποψή μου η υποκρισία της Κυβέρνησης.
Στην αρχή, με τη δήλωση τη γνωστή
Αναπληρωτή Υπουργού περί νέου Μακεδονικού
κράτους και περί χαμένης υπόθεσης. Μετά,
με τη δήθεν άγνοια για τις πληροφορίες
των μεσολαβητών του ΟΗΕ για διάλογο
Ελλάδος-Σκοπίων και στη συνέχεια με τον
αυτοακρωτηριασμό της ελληνικής
διπλωματίας, ότι δε θα δώσουμε τη μάχη
για το όνομα. Είχαμε και τη διάκριση του
Πρωθυπουργού για αναρμόδιους και
αρμόδιους Υπουργούς. Τώρα γνωρίσαμε
και τη διάκριση σε κυβερνητικούς και
κομματικούς, όπως κάποιος κ. Οικονόμου
που έκανε και έκρινε χρήσιμο τον όρο
"Σλαβομακεδονία". Αυτές οι διαρκείς
ασκήσεις ψυχολογικής ετοιμότητας σε
βάρος των Ελλήνων, αποτελούν για μας
βάναυση προσβολή της μνήμης, της κρίσης
και της εθνικής πίστης του Ελληνικού
Λαού. Τον οδηγούν σε απονεύρωση, σε
μιθριδατισμό, αλλά και σε κάτι χειρότερο.
Όταν εμείς οι ίδιοι ξεχνάμε το δίκιο
μας και μ’ αυτές τις δηλώσεις
αυτοαφοπλιζόμαστε, γιατί να υποχωρήσει
ποτέ ο Γκλιγκόρωφ και γιατί να μας
συμπαρασταθούν ποτέ οι Ευρωπαίοι
σύμμαχοί μας; Αλλά πλήττει ευθέως κάθε
έννοια αλήθειας και η υποκρισία της
άλλης πλευράς.
Πρώτ’
απ’ όλα, θα ήθελα να πω στον Αρχηγό της
Αξιωματικής Αντιπολίτευσης ότι τα
εθνικά θέματα είναι κορυφαία και δεν
ιεραρχούνται παρά μόνο απ’ αυτούς που
θέλουν να ξεφύγουν από πολυπρόσωπες
θέσεις που έχουν πάρει.
Δεύτερον
θα ήθελα να πω ότι η πρόβλεψη ντροπής
του πρώην Αρχηγού της Αξιωματικής
Αντιπολίτευσης ότι σε λίγο καιρό θα
έχουμε ξεχάσει, μετά την ανοχή στην
οικονομική στήριξη των Σκοπίων και μετά
την προεκλογική δήλωση-σημαία της 5ης
Οκτωβρίου στη Νέα Δημοκρατία ότι αν και
πάλι γινόταν κυβέρνηση δε θα δεσμευόταν
στο θέμα του ονόματος, αυτή τη στιγμή,
παρόλα αυτά εγκαλεί άλλους για λάθη και
παραλείψεις.
Και
πώς να κατηγορήσει η Νέα Δημοκρατία
άλλους, όταν ο εκπρόσωπός της στον ΟΗΕ,
ο Πρέσβης κ. Γεώργιος Παπούλιας επίσημα
με επιστολή του στις 27 Μαϊου 1993 προς το
Γενικό Γραμματέα κ. Μπούτρος Γκάλι
πρότεινε -αν είναι δυνατόν!- εκ μέρους
της Χώρας μας το "Σλαβομακεδονία".
Σας διαβάζω το θλιβερό κείμενο: "Παρ’
όλα αυτά, στο πνεύμα ενός ειλικρινούς
συμβιβασμού η Ελλάδα έχει προτείνει
την υιοθέτηση της ονομασίας "Σλαβομακεδονία"
που σε κάποιο βαθμό εκπληρώνει τις
ελληνικές προϋποθέσεις και αντικατοπτρίζει
ρεαλιστικά την κατάσταση που επικρατεί
στα Σκόπια".
Και
είναι ο κ. Γεώργιος Παπούλιας το ίδιο
άτομο που προλάβαμε με την πτώση της
Κυβέρνησης, όταν προετοίμαζε για το
Σεπτέμβριο την τελική συμφωνία σε άλλο
εξίσου απαράδεκτο όνομα, αυτό της "Νέας
Μακεδονίας".
Όμως
και τώρα ακόμα η Νέα Δημοκρατία μιλάει
με γλώσσα ομίχλης για το πού θα πρέπει
να δοθεί το βάρος της εθνικής μας μάχης.
Και
άκουσα μόλις τώρα τον κύριο Αρχηγό της
Αξιωματικής Αντιπολίτευσης να κηρύσσει
ξαφνικά αναρμόδια την ΕΟΚ, γιατί δεν τη
βλέπει φίλα διακειμένους έναντι της
Χώρας μας. Είναι αυτή η νοοτροπία η οποία
ενισχύει την νοοτροπία εκείνων που
είναι της θεωρίας της εύκολης τακτοποίησης.
Μετά από έναν νεοδημοκράτη μάλιστα,
Ευρωβουλευτή και άλλους συναδέλφους
μπήκε και από τη Νέα Δημοκρατία ένας
ολόκληρος κόσμος στο χορό ότι το όνομα
των Σκοπίων ας γίνει σύνθετο, δεν
πειράζει, ότι αξία μεγαλύτερη από το
όνομα έχουν οι άλλοι δύο όροι της 16ης
Δεκεμβρίου. Έτσι από πολλές πλευρές -το
λέω, όπως το αισθάνομαι- βλέπω να στήνονται
γέφυρες συμπαιγνίας από τα δύο κόμματα.
Και ηχεί πλέον μελαγχολικά ακόμα και η
σημερινή δέσμευση του κυρίου Πρωθυπουργού
ότι "ούτε λέξη Μακεδονία, ούτε λέξη
για το σύνθετο όνομα".
Αλλά
πλήττει, επίσης, ευθέως την υπευθυνότητα
του πολιτικού κόσμου και προσβάλλει,
κατά την άποψή μας, την έννοια της
μαχόμενης συντεταγμένης πολιτείας η
άρνηση των άλλων κομμάτων να συζητήσουν,
υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας την
τακτική μας για το μέλλον. Βέβαια θα το
δούμε αργότερα. Άλλα έλεγαν επί του
θέματος κάποτε, άλλα λένε σήμερα. Και
το δράμα μας βέβαια, πάντοτε είναι ότι
ο Γκλιγκόρωφ πάντα λέει τα ίδια.
Ας
ζυγίσουμε, λοιπόν, τις ευθύνες. Όποιος
θέλει να το κάνουμε, σίγουρα δε γίνεται
σε τόσο σύντομα χρονικά διαστήματα,
αλλά τα γραπτά μένουν. Δηλώσεις,
συνεντεύξεις και επιστολές φωτογραφίζουν
την στάση όλων μας. Αλλά πιστεύω ότι
πρέπει και αυτήν την ύστατη στιγμή να
σταθούμε άξιοι των περιστάσεων. Μιλάμε
όλοι για ενιαία εθνική γραμμή. Ας βρούμε
το θάρρος να τη χαράξουμε.
Εμείς
τηρήσαμε από την αρχή τη γραμμή της
συνέπειας: Επιθετική στρατηγική,
κατοχύρωση και των τριών όρων, μέτρα
πίεσης των Σκοπίων και ένταξη του
προβλήματος στον ευρύτερο Βαλκανικό
σχεδιασμό. Αυτό ζητούμε και σήμερα και
πιστεύουμε ότι ανάλογοι αγώνες περνούν
από δύσκολες φάσεις και η ικανότητα και
η ψυχή ενός λαού, αλλά και ενός πολιτικού,
θα πρέπει να κρίνονται από την επιμονή
τους να φανούν αντάξιοι των καιρών σε
αυτές τις φάσεις. Γιατί, όταν έχουμε από
τη μια πλευρά ανοιχτό το Κυπριακό και
από την άλλη την απειλή στο Αιγαίο,
αποτελεί έγκλημα ο δήθεν ρεαλισμός και
η ανοχή στη δημιουργία ενός ακόμη
ανοιχτού προβλήματος στα βόρεια σύνορά
μας. Κάποιοι βέβαια, τολμούν να λένε ότι
η υπόθεση είναι χαμένη. Καμία εθνική
μάχη, όμως, δεν είναι χαμένη μέχρι να
σηκώσεις ψηλά τα χέρια. Θα σηκώσουμε,
λοιπόν, ψηλά τα χέρια;
Κύριε
Πρωθυπουργέ, μιλήσατε για τη 16η Δεκεμβρίου
του 1991 και ισχυριστήκατε, πρώτον, ότι
θα μπορούσα να ασκήσω βέτο στην διάλυση
της Γιουγκοσλαβίας και ασφαλώς επειδή
δεν κατέστησα σαφή και τον τρίτο όρο.
Θα
είμαι όσο το δυνατόν σύντομος απαντώντας
και στα δυο:
Πρώτον,
όλος ο κόσμος, σε Ανατολή και Δύση,
γνωρίζει ότι η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας
έγινε από την παράλογη επιμονή των
Γερμανών, που στις 16 Δεκεμβρίου αψήφησαν
τους 11 άλλους εταίρους τους, αλλά και
τους Αμερικανούς, δηλώνοντας ότι και
βέτο ακόμα να ασκήσουν οι υπόλοιποι,
αυτοί στις 15 Ιανουαρίου, 20 μέρες μετά,
θα ανεγνώριζαν -όπως και έκαναν- και τη
Σλοβενία και την Κροατία, θάβοντας μια
για πάντα, οριστικά, την παλιά Γιουγκοσλαβία.
Το
δικό μου veto, όπως και κάθε άλλου εταίρου
μας ήταν, επομένως, απόλυτα άσφαιρο και
χωρίς κανένα αντίκρισμα. Γι’ αυτό και
μπροστά στα νέα τετελεσμένα, έριξα το
βάρος μου στους τρεις άλλους όρους για
τα Σκόπια, όρους που κέρδισα, παρά τη
λυσσαλέα αντίδραση, κυρίως των Ιταλών,
όρους, που τόλμησε με ύβρεις να αμφισβητήσει
μόνον ο γνωστός παρακρουστικός κ. Ντε
Μικέλις και, όμως, όρους, που μετά τους
πανεθνικούς πανηγυρισμούς της Αθήνας,
τόλμησαν να αμφισβητήσουν, στην πιο
περίεργη συμπαράταξη επιχειρημάτων με
τον Ιταλό Υπουργό, αρκετά αργότερα, όχι
μόνον Έλληνες, άλλων Κομμάτων -ούτε και
αυτό, βέβαια, δε συγχωρείται- αλλά και
ο ίδιος ο επικεφαλής της Ελληνικής
Κυβέρνησης.
Η
επιχειρηματολογία Ντε Μικέλις βρήκε
γρήγορα οπαδούς και σε άλλους Ευρωπαίους
εταίρους μας. Θυμίζω την Ολλανδία και
τη Δανία με τις γνωστές επιπτώσεις πάνω
στον Έλληνα καταναλωτή και τα γνωστά
μποϊκοτάζ προϊόντων τους που ακολούθησαν.
Ο λόγος, μας έλεγαν οι αντίπαλοί μας
στην Ευρώπη, ήταν σαφής. Αν υποχωρήσει
ο Γκλιγκόρωφ, κινδυνεύει η θέση του και
χωρίς το μόνο δυτικόστροφο, μέσα στα
Σκόπια, Γκλιγκόρωφ, θα χάσουμε τον έλεγχο
των Σκοπίων. Ας υποχωρήσει, λοιπόν, για
άλλη μία φορά η ισχυρότερη Ελλάδα.
Άλλωστε τώρα της ήλθε να σκεφθεί το θέμα
του ονόματος; Πενήντα χρόνια τι έκανε;
Και
η επιχειρηματολογία Ντε Μικέλις βρήκε
ως δια μαγείας δύο ξαφνικούς υποστηρικτές:
Αφ’ ενός την ευρωπαϊκή και αμερικανική
αμνησία, που ξέχασαν ότι η Δύση επί 50
χρόνια υποχρέωνε τις ελληνικές Κυβερνήσεις
να σιωπούν προκειμένου να μη δυσκολέψουν
τον "καλό" για τη Δύση κομμουνιστή
Τίτο και αφ’ ετέρου βρήκαν σύμμαχο την
ελληνική εσωτερική αντιπολίτευση, με
το γνωστό εθνικό σύνδρομο "ας μην τα
βάζουμε με τους ισχυρότερους εταίρους
μας, έχουμε άλλωστε τόσα άλλα προβλήματα
στο κεφάλι μας". Στην ουσία ταυτίστηκε
η θέση αυτή με τους σκληρούς της Ευρώπης
καταγγέλλοντας ως υπερβολικά σκληρό,
όχι τους Ιταλούς ή τους Ολλανδούς, ή
τους Δανούς ή τους Αμερικάνους, αλλά
τον Αντώνη Σαμαρά.
Αυτή,
δυστυχώς, είναι η αλήθεια. Σκληρός έγινε
αυτός που αγωνίστηκε για το αυτονόητο
και ρεαλιστές οι πολιτικοί αυτοί που
θέλησαν να διδάξουν στον δήθεν ατίθασο
Υπουργό, ότι δεν πρέπει κανείς να τα
βάλει με τους ισχυρότερους, που εν τω
μεταξύ οι ισχυρότεροι έγκαιρα φρόντισαν
να προβάλουν διεθνώς το νέο αγαπημένο
τους αστέρι: Γκλιγκόρωφ στη θέση του
Τίτο.
Στρέφομαι
χρονικά, όμως, και πάλι στις 16 Δεκεμβρίου,
για να θυμίσω απλώς για την ιστορία στον
κύριο Πρωθυπουργό, ότι εκείνος, μιλώντας
πρώτος 13 μέρες πριν τη 16η Δεκεμβρίου,
προς τους Ευρωπαίους σοσιαλιστές στις
Βρυξέλλες, αναφέρθηκε στην ανάγκη
αναγνώρισης και της Σλοβενίας και της
Κροατίας. Ιδού η εφημερίδα ΕΘΝΟΣ, με την
ανταπόκριση του κ. Μανώλη Καψή, της
εποχής εκείνης. "Για πρώτη φορά ο
Ανδρέας τάχθηκε υπέρ της αναγνώρισης
της Σλοβενίας και Κροατίας". Τετάρτη
4 Δεκεμβρίου το αναφέρει η εφημερίδα,
στις 3 Δεκεμβρίου έγιναν οι δηλώσεις.
Πριν,
λοιπόν, το γερμανικό πραξικόπημα της
16ης Δεκεμβρίου, δήλωνε ο σημερινός
Πρωθυπουργός στους Ευρωσοσιαλιστές
ότι "θα μπορούσαμε με σύνεση να
προχωρήσουμε στην αναγνώριση Σλοβενίας
και Κροατίας και μετά βλέπουμε".
ΑΝΔΡΕΑΣ
Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ (Πρόεδρος της Κυβέρνησης):
Κύριε Πρόεδρε, μου επιτρέπετε μία
διακοπή;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ
(Απόστολος Κακλαμάνης): Κύριε Πρόεδρε,
επιτρέπετε μία διακοπή στον κύριο
Πρωθυπουργό;
ΑΝΤΩΝΗΣ
ΣΑΜΑΡΑΣ (Πρόεδρος της Πολιτικής Άνοιξης):
Ευχαρίστως.
ΑΝΔΡΕΑΣ
Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ (Πρόεδρος της Κυβέρνησης):
Δεν επρότεινα κάτι τέτοιο. Εθεώρησα ότι
ήταν κάτι, το οποίο μπορούσε να έχει
περιορισμένες αρνητικές επιπτώσεις σε
σχέση με τις αναγνωρίσεις Βοσνίας και
άλλων. Ήταν συγκριτική η τοποθέτησή μου
και όχι θετική. Τώρα, αυτό θυμάμαι από
τον εαυτό μου και τις θέσεις μου. Δεν
έχω μπροστά μου το ΕΘΝΟΣ και δεν μπορώ,
επομένως, να ξέρω τι έγραψε ο, πράγματι,
εξαίρετος δημοσιογράφος Μανώλης Καψής.
ΑΝΤΩΝΗΣ
ΣΑΜΑΡΑΣ (Πρόεδρος της Πολιτικής Άνοιξης):
Κύριε Πρόεδρε, δεν είναι θέμα, αν είναι
εξαίρετος σαν δημοσιογράφος. Το θέμα
είναι, αν είπατε όσα γράφει ο δημοσιογράφος.
Γράφει, λοιπόν, αρχικά: "...θα μπορούσαμε
με σύνεση να μιλήσουμε για την αναγνώριση
για μόνο δύο δημοκρατίες, Σλοβενίας και
Κροατίας και μετά βλέπουμε". Αυτά
είναι τα λόγια σας.
Φυσικά
δε χρειάζεται να μιλήσω για την τότε
Κυβέρνηση. Από τη στιγμή που τα Πρακτικά
του Υπουργικού Συμβουλίου στις 4
Δεκεμβρίου προσδιορίζουν όρους για τα
Σκόπια, εν όψει της αναγνώρισής τους,
πάλι μιλούσαμε για διάλυση 12 μέρες
νωρίτερα.
Ας
είμαστε λοιπόν σοβαροί. Η διάλυση της
Γιουγκοσλαβίας ήταν ουσιαστικά δεδομένη.
Ο εμφύλιος πόλεμος είχε αρχίσει ήδη από
τον Ιούνιο του 91. Στις 16 Δεκεμβρίου 1991
είχαμε μπροστά μας ένα τετελεσμένο
γεγονός και όλες οι ευρωπαϊκές χώρες,
ορθώς από την πλευρά τους, κοίταζαν πώς
θα διασφαλίσουν τα δικά τους συμφέροντα
για το μέλλον. Το ίδιο έπραξε και η Ελλάδα
γιατί στην εξωτερική πολιτική σπεύδεις
να αξιοποιήσεις το επόμενο βήμα.
Τι
επιδιώξαμε, λοιπόν, και τι πετύχαμε
τότε; Πετύχαμε τους γνωστούς 3 όρους που
αποτελούσαν και αποτελούν την πρώτη
επιτυχία της ελληνικής εξωτερικής
πολιτικής στο Μακεδονικό μετά από 50
χρόνια. Γι’ αυτό και όλοι τότε
χειροκρότησαν. Πρόσφεραν την κοινοτική
εγγύηση και υποστήριξη στους στόχους
της ελληνικής πολιτικής. Και στο
κάτω-κάτω, με βάση τους ίδιους όρους
δίνουμε τη μάχη ακόμη και σήμερα, μετά
από 2,5 χρόνια, αξιώνοντας τη συμμόρφωση
των Σκοπίων. Η απόφαση της Λισσαβώνας,
παρά το παρασκήνιο της διπλής ονομασίας
που μάθαμε κατόπιν εορτής, στους 3 όρους
βασιζόταν. Τους ίδιους απαιτητικούς
όρους προσπαθούσε να κατοχυρώσει το
καλοκαίρι του 1993 στα Ηνωμένα Έθνη η Νέα
Δημοκρατία. Και στους ίδιους όρους
βασίζεται ουσιαστικά ο κ. Παπανδρέου,
όταν αναφέρεται στα σύμβολα της
προπαγάνδας και των εδαφικών διεκδικήσεων.
Αυτό που επιτεύχθηκε για πρώτη φορά
τότε και επιβεβαιώθηκε στις αρχές
Απριλίου του 1992 με το πακέτο Πινέιρο
εγκαταλείφθηκε μετά μέσα από διαρκείς
υποχωρήσεις.
Τι
βγήκε, όμως, τότε από τις συναντήσεις
μου με τον κ. Πινέιρο απ’ όπου έχουμε
και το πακέτο; Κατοχυρώσαμε απόλυτα και
τους δύο όρους με συγκεκριμένες διαγραφές
άρθρων από το Σύνταγμα των Σκοπίων, με
την ανάληψη συγκεκριμένων δεσμεύσεων
συμμόρφωσής τους στην ιστορία και στο
διεθνές δίκαιο. Όσο για τη δήλωσή τους,
ότι δεν υπάρχει στην Ελλάδα δήθεν
μακεδονική μειονότητα, είδατε τι λέει
η χθεσινή "Nova Macedonia", το επίσημο
όργανο του Γκλιγκόρωφ. Δεν κουνάμε
ρούπι, αν δε μιλήσουμε πρώτα για τη
Μακεδονική μειονότητα στην Ελλάδα και
για τις αποζημιώσεις που μας χρωστάνε
στην Ελλάδα. Και σας θυμίζω ότι ως
Υπουργός των Εξωτερικών είχα καταγγείλει
τον κ. Λόντσα, Κροάτη βέβαια αλλά Υπουργό
της τότε Γιουγκοσλαβίας, ο οποίος μας
είχε πει ότι υπάρχουν συγκεκριμένα
κτήματα στην Ελλάδα τα οποία ανήκουν
σ’ αυτούς. Και σιγά-σιγά αυτοί οι ίδιοι
συστηματικά θα κάνουν την επόμενη
επίθεσή τους μέσα από αυτήν την καινούρια
θεωρία. Τελικά, βέβαια, είναι γνωστό ότι
δε δεχθήκαμε καθόλου τότε επί Πινέιρο
το όνομα και το πακέτο γιατί υπήρχε στο
όνομα "Νέα Μακεδονία".
Ό,τι,
λοιπόν, διαπραγματευόταν η Νέα Δημοκρατία
στον Ο.Η.Ε. και τα όσα πάμε σήμερα να
συζητήσουμε ήταν από την πλευρά των δύο
όρων κερδισμένα ήδη με το πακέτο Πινέιρο.
Αλλά με την έλλειψη χάραξης ενιαίας
εθνικής γραμμής προσφέρθηκε από τότε
πολύτιμος χρόνος στο Γκλιγκόρωφ και
μαζί η πρωτοφανής ευκαιρία ενός
διπλωματικού τεχνάσματος. Καθιέρωσε
εκ των υστέρων ο Γκλιγκόρωφ, το καλοκαίρι
του ‘ 92, τη σημαία με το άστρο της Βεργίνας
και έμεινε ανυποχώρητος σ’ αυτό. Και
τώρα εμφανίζεται διαλλακτικός επειδή
καταργεί τη σημαία.
Ωστόσο,
ας ολοκληρώσουμε τον τρίτο όρο, την
ονομασία. Οι 11 εταίροι μας τότε δέχθηκαν
-και αυτό ήταν το μέγιστο- πως μόνο η
Ελλάδα θα μπορούσε να κρίνει και να
απορρίψει όποια άλλη ονομασία των
Σκοπίων έκρινε ακατάλληλη, γιατί η
υπόθεση για το όποιο όνομα έμενε στενά
ανάμεσα στους 12. Ο τρίτος όρος δεν
περιείχε μόνο τη λέξη "Μακεδονία",
περιείχε τα πάντα. Για παράδειγμα -και
ας μη σας φαίνεται παράλογο γιατί πολλά
παράλογα έχουν δει τα μάτια μας σ’ αυτό
το θέμα- μπορεί να μας παρουσίαζαν κάποια
δήθεν "δημοκρατία της Θεσσαλονίκης"
-αυτή, άλλωστε, δε λένε ότι είναι η νέα
πρωτεύουσα της μεγαλύτερης Μακεδονίας-
ή του Θερμαϊκού ή της Βεργίνας ή ό,τι
άλλο τους εξυπηρετούσε; Αν είχαμε
περιορισθεί μόνο στην απάλειψη του όρου
"Μακεδονία", πάλι θα είχαμε πρόβλημα.
Αφ’ ενός, λοιπόν, επρόκειτο για την
ευρύτερη δυνατή διατύπωση και αφετέρου
μας παρείχε το δικαίωμα της μονομερούς
δικής μας κρίσης και απόφασης.
Αργότερα,
ακολούθησαν το Γκιμαράες, η Λισσαβώνα
και το Εδιμβούργο. Αφού ολόκληρος ο
κόσμος, είδε το δικό μας διχασμό και την
έλλειψη αποφασιστικότητας, άρχισαν οι
διπλωματικές ήττες με τις κοινοτικές
αποφάσεις που αντιμετώπιζαν πια ισοδύναμα
Ελλάδα και Σκόπια. Στο Γκιμαράες
υποχωρήσαμε στη διατύπωση ονόματος που
θα έπρεπε να είναι αποδεκτό και από τους
Σκοπιανούς. Στη Λισσαβώνα κυριάρχησε
το παρασκήνιο της επιστολής του τότε
Πρωθυπουργού για τη διπλή ονομασία και
στο Εδιμβούργο χάσαμε τα πάντα. Ο
διαπραγματευτής Ο’ Nηλ πρότεινε τη λύση
Μακεδονία-Σκόπια, είχαμε το κοινοτικό
εμπάργκο κ.λπ., τα είπε προηγουμένως ο
κύριος Πρωθυπουργός.
Μπήκαμε
σε ίση μοίρα Ελλάδα και Σκόπια. Πάνε τα
προνόμια που μας έδινε η απόφαση της 16
Δεκεμβρίου και τώρα στον ΟΗΕ δυστυχώς
έχουμε όχι μόνο δυνατότητα συναπόφασης
των Σκοπιανών, αλλά και πλήρη εξίσωση
των δύο χωρών.
Με
τον τρίτο όρο αποφάσιζε τότε μόνο η
Ελλάδα. Με την πρώτη όμως υποχώρηση
εμφανίστηκαν στη γωνία και οι Σκοπιανοί
με το πρωτοφανές φαινόμενο το μέλος της
ΕΟΚ και το μη μέλος να τίθενται μέσα
στην ΕΟΚ στην ίδια μοίρα.
Η
αλήθεια, λοιπόν, ταυτίστηκε με το μύθο,
η ιστορία με την απάτη και η Ελλάδα μια
χώρα παράδειγμα για το σεβασμό στο
Διεθνές Δίκαιο, θεωρήθηκε ισοδύναμη με
το διεθνή ταραξία, τα Σκόπια.
Ας
δούμε λοιπόν την αλήθεια. Δεν θα ήθελα
να πω, ότι την επόμενη μέρα όλοι αναγνώρισαν
αυτό ως εθνική τεράστια επιτυχία, από
τη Νέα Δημοκρατία βεβαίως και τον
Πρωθυπουργό, "θετικό γεγονός" το
ΠΑ.ΣΟ.Κ., "πολύ θετικό στοιχείο" για
τον κ. Παπαθεμελή, ακόμα και ο κ. Πάγκαλος
σε κοινή ραδιοφωνική μας συνέντευξη
έλεγε πως έπρεπε να δοθεί εύφημος μνεία
και ότι θα μπορούσε να υπογράψει όλα
όσα είπα, χωρίς καμία εξαίρεση και μου
έδωσε και συγχαρητήρια που με είπε ο
Ντε Μικέλις, "πειρατή", "εκβιαστή"
κ.λπ.
Και
κάτι ακόμα. Άλλη μία ταυτόσημη εικόνα
Κυβέρνησης και Αξιωματικής Αντιπολίτευσης.
ΘΕΟΔΩΡΟΣ
ΠΑΓΚΑΛΟΣ (Αναπληρωτής Υπουργός
Εξωτερικών): Ήταν άλλη...
ΑΝΤΩΝΗΣ
ΣΑΜΑΡΑΣ (Πρόεδρος της Πολιτικής Άνοιξης):
Τα έχω εδώ μπροστά μου, κύριε Πάγκαλε,
αν θέλετε να σας τα δώσω όλα.
Ο
κ. Μητσοτάκης και ο κ. Παπανδρέου έχουν
ισχυριστεί κατά καιρούς ότι την επομένη
της 16ης Δεκεμβρίου δόθηκε δήθεν
παραπλανητική εικόνα και τα γεγονότα
υποτίθεται ήταν άλλα. Αλλά τότε πώς μετά
τη 16η Δεκεμβρίου στα πρακτικά του
Υπουργικού Συμβουλίου στις 9 Ιανουαρίου
γράφεται- αν εγώ ήμουν δήθεν ανεπαρκής-
ότι οι ελληνικοί όροι παραμένουν σταθεροί
και αμετακίνητοι; Πώς επαναλαμβάνεται
ομοφωνία στα πρακτικά του Υπουργικού
Συμβουλίου και της 20ης Φεβρουαρίου; Πώς
ο κ. Μητσοτάκης αναφέρει στη Βουλή στις
24 ότι έγινε θαυμάσια δουλειά στις
Βρυξέλλες και ότι η Ελλάδα επιμένει
στους τρεις όρους; Πώς ο κ. Παπανδρέου
προσυπογράφει στις 18 Φεβρουαρίου στο
πρώτο Συμβούλιο των Αρχηγών, την ομόφωνη
θέση όλων, πλην του ΚΚΕ, ότι συμφωνούν
με τους χειρισμούς των Σκοπίων; Πώς ο
κ. Παπανδρέου στις 13 Απριλίου, ημέρα της
αποπομπής μου στο δεύτερο Συμβούλιο
των Αρχηγών προσυπογράφει και πάλι το
ανακοινωθέν εμμονής στους τρεις όρους
με την αυτονόητη διευκρίνηση ότι δεν
υπάρχει όρος Μακεδονία; Πώς την ίδια
μέρα ο κ. Παπανδρέου διατυπώνει πως οι
θέσεις Σαμαρά όπως διατυπώνονται σήμερα
ανταποκρίνονται και στις θέσεις του
ΠΑ.ΣΟ.Κ.; Τα ίδια όμως υποστήριξα για τον
τρίτο όρο στις 16 Δεκεμβρίου, τα ίδια τον
Απρίλιο του 1992, τα ίδια και σήμερα. Ακόμα
και ο κ. Γκένσερ που είχε έρθει τότε στην
Αθήνα αναγνώρισε, ότι η κοινοτική απόφαση
ασφαλώς και αφορούσε τη λέξη Μακεδονία.
Και πώς αλλιώς να μη συνέβαινε, το είχα
εξηγήσει επανειλημμένως, αφού από την
παλιά ονομασία "σοσιαλιστική δημοκρατία
της Μακεδονίας", ούτε το "σοσιαλιστική",
ούτε το "δημοκρατία" ήταν ο
επεκτατικός όρος.
Κυρίες
και κύριοι, το όνομα είναι πράγματι το
όχημα, το μέσο, η πρόφαση, το ψευδοεπιχείρημα
κάθε επεκτατικής κίνησης. Αν στερηθούν
οι Σκοπιανοί το όνομα, χάνουν κάθε
επιχείρημα για διεκδικήσεις ελληνικών
εδαφών. Χάνουν την πρόφαση της υποτιθέμενης
μακεδονικής εθνότητας, χάνουν και τη
μάχη των εντυπώσεων με τη μονοπώληση
του όρου Μακεδονία. Επίσης ένα σύνθετο
όνομα είναι βέβαιο πως πρακτικά θα
εξουδετερωθεί και οποιαδήποτε Νέα ή
Σλαβομακεδονία, θα μείνει στο τέλος
σκέτη Μακεδονία.
Όσον
για το εφεύρημα της διπλής ονομασίας
αυτό είναι ακόμα πιο εγκληματικό για
την εθνική υπόθεση, αφού θα υπήρχε
ελληνική συγκατάθεση στο προβαλλόμενο
δήθεν δικαίωμα των Σκοπιανών να
αυτοαποκαλούνται Μακεδόνες.
Επισήμανα
από την αρχή και παραιτήθηκα από
Βουλευτής, ότι πρόκειται για το Δούρειο
Ίππο. Εκεί χάσαμε. Με τη διπλή ονομασία
αυτογελοιοποιηθήκαμε στους ξένους.
Αυτό το απαράδεκτο εφεύρημα σκότωσε
τον τρίτο όρο, γιατί σε μια τέτοια
περίπτωση πως θα στερούσαμε από τους
Σκοπιανούς το ίδιο δικαίωμα και για την
επίσημη ονομασία τους, αφού προηγουμένως
θα είχαμε δεχθεί, ότι τους ανήκει στο
εσωτερικό τους το όνομα; Ήταν αυτό που
γέννησε την τραγωδία του θέματος. Η
Ελλάδα με την υπογραφή της δεχόταν, ότι
μέσα στα Σκόπια κατοικούν κάποιοι
Μακεδόνες, το παραδεχόταν πρώτη η Ελλάδα
και καλύτερη, αλλά δεν ήθελε να το λένε
και οι ξένοι επίσημα.
Συνεπώς
φτιάξαμε έτσι πρώτα τους Μακεδόνες του
εσωτερικού και τους Μακεδόνες του
εξωτερικού. Ο ένας παραλογισμός έφερε
τον άλλο, το γνωστό ελληνικό ελάττωμα
για μικροκομματικές σκοπιμότητες έδρασε
και ενώ στις 16 Δεκεμβρίου μόνο ο Ντε
Μικέλις είχε το θράσος να υποστηρίζει
τα Σκόπια έναντι ενός κράτους-μέλους
της ΕΟΚ, μόλις ξεκίνησε η εσωτερική
αμφισβήτηση πολλαπλασιάστηκαν και οι
εξωτερικές επιθέσεις.
Φυσικά
το ερώτημα όλων είναι απλό και εγώ εν
πάση περιπτώσει δεν θα μείνω στα 15 λεπτά,
διότι θα ήθελα να αναλύσω τα θέματα. Τι
συνέβη και υποχώρησε η ελληνική πολιτική
ηγεσία από τον τρίτο όρο, που η ίδια με
υπερκομματική συναίνεση είχε δημόσια
επιβραβεύσει; Θα περιγράψω τι συνέβη
σύντομα και με αποδείξεις.
Στις
2 Φεβρουαρίου το 1992 μεταβαίνουμε μαζί
με τον τότε Πρωθυπουργό στο Νταβός. Εγώ
αναχωρώ για την Αθήνα μία ημέρα νωρίτερα,
για υπηρεσιακούς λόγους. Ο τότε
Πρωθυπουργός προχωρεί σε μία of the record
ενημέρωση των δημοσιογράφων. Εκεί
αναφέρει ότι ο ίδιος δεν αποδίδει σημασία
στο όνομα. Δίνει δηλαδή το μήνυμα σε
Έλληνες και ξένους, ότι υπάρχει διάσταση
απόψεων στην Ελληνική Κυβέρνηση. Η
διγλωσσία είχε ξεκινήσει επίσημα. Ο
Πρωθυπουργός της Χώρας παραμερίζει τον
τρίτο όρο, ενώ ο αρμόδιος Υπουργός των
Εξωτερικών παραμένει προσηλωμένος σ’
αυτό το διπλωματικό όπλο της Χώρας. Τις
επόμενες μέρες κηρύσσεται από πολλούς,
ανεπίσημα, το γνωστό μποϋκοτάζ κατά των
προϊόντων, χωρών που υποστήριζαν τα
Σκόπια, ενώ όμως δεν υπάρχει καμία
κυβερνητική ανάμειξη σε αυτό το μποϋκοτάζ,
που θα μπορούσε να εκθέσει τη Χώρα,
εκδίδεται επίσημη ελληνική ανακοίνωση
για το θέμα, περί "πολιτικής του
πεζοδρομίου". Ανακοίνωση χωρίς τη
γνώση του Υπουργείου των Εξωτερικών.
Στις
18 Φεβρουαρίου του 1992 όλα τα Κόμματα,
πλην του ΚΚΕ, συμφωνούν στο πρώτο
Συμβούλιο Αρχηγών με τη στρατηγική για
τα Σκόπια. Όμως στις 6 Μαρτίου το σκηνικό
αλλάζει δραματικά. Συγκαλείται, χωρίς
να ανακοινωθεί επίσημα, σύσκεψη με τη
συμμετοχή του Πρωθυπουργού, του Γενικού
Γραμματέα της Προεδρία της Δημοκρατίας
κ. Μολυβιάτη, του πρέσβη του κ. Τζούνη,
τριών εν ενεργεία πρέσβεων και βέβαια
και εγώ. Θέμα της σύσκεψης η ελληνική
απάντηση σε ξαφνική αμερικανική
πρωτοβουλία Μπέικερ για το Γιουγκοσλαβικό.
Τότε συντελείται και η μεγάλη ρήξη. Μου
ζητείται να αποδεχθώ μία δεύτερη γραμμή
άμυνας στο θέμα του ονόματος, σε περίπτωση
που θα συναντούσα δυσκολίες στο επικείμενο
συμβούλιο Υπουργών στις Βρυξέλλες. Μου
ζητούσαν δηλαδή, ως Υπουργός Εξωτερικών
να προσχωρήσω και εγώ σε αυτήν την
πολιτική του συμβιβασμού.
Στη
σύσκεψη δηλώνω ξεκάθαρα τη διαφωνία
μου και επικαλούμαι τη δέσμευση που
είχαν αναλάβει οι πολιτικοί αρχηγοί
στο πρώτο συμβούλιό τους, για μία νέα
σύσκεψη πολιτικών αρχηγών σε περίπτωση
που θα άλλαζε η ελληνική πολιτική. Το
επίμονο αίτημά μου, με επιστολές στον
Πρόεδρο της Δημοκρατίας και στον τότε
Πρωθυπουργό, δεν βρήκε ανταπόκριση και
μάλιστα σε κρίσιμο χρονικό διάστημα
για το θέμα και αυτό παρά τις εκκλήσεις
μου και παρά την κατηγορηματική μου
άρνηση να συμπράξω στον παραλογισμό,
δηλαδή η Ελλάδα που κατήγγειλε τους
πλαστογράφους να καλείται να υπογράψει
την πλαστογραφία, επιτρέποντας έτσι
στους Σκοπιανούς να νομιμοποιήσουν με
ελληνική υπογραφή μία ξένη Ελλάδα. Μία
τέτοια εκχώρηση δικαιώματος, όπως είπα
και στα μέλη της σύσκεψης, ως Υπουργός
Εξωτερικών, δεν πρόκειται ποτέ να την
συνυπογράψω στο όνομα της οποιασδήποτε
λογικής.
Τότε,
λοιπόν, αντί της νέας σύγκλησης του
συμβουλίου των αρχηγών, ο κ. Μολυβιάτης,
κατ’ εντολή τότε του, κ. Μητσοτάκη,
ανέλαβε να ενημερώσει τον Πρόεδρο της
Δημοκρατίας και τον αρχηγό της τότε
Αξιωματικής Αντιπολίτευσης για το
περιεχόμενο της πρωτοβουλίας, αλλά και
για να τους θέσει το συγκεκριμένο
ερώτημα. Κατά πόσο δηλαδή οι δύο ηγέτες
δέχονται ή απορρίπτουν τη χρήση ενός
συμβιβαστικού προσδιορισμού που θα
περιείχε τη λέξη "ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ" ή
κάποια παραλλαγή στη τελική διαμόρφωση
του ονόματος της Δημοκρατίας των Σκοπίων.
Δυστυχώς
τα όσα συνέβησαν δεν είχαν κανένα
αντίκρισμα και τούτο γιατί ο κ. Μολυβιάτης
δεν απεκόμισε τελικά καμία συγκεκριμένη
άποψη επί του φλέγοντος θέματος του
ονόματος, ούτε από τον Πρόεδρο της
Δημοκρατίας ούτε από τον Αρχηγό του
ΠΑ.ΣΟ.Κ..
Την
ίδια περίοδο όμως, κυρίες και κύριοι,
το Μάρτιο και τον Απρίλιο του 1992 είναι
διαρκείς οι επαφές μας με ξένες
κυβερνήσεις. Ολόκληρη η Κοινότητα
γνωρίζει, ότι στην Αθήνα, υπάρχουν δύο
γραμμές. Έζησα τότε τραγικές στιγμές,
διότι η διαφωνία των Αθηνών, είχε
μεταφερθεί σε όλες τις ευρωπαϊκές
πρωτεύουσες και στην Κοινότητα. Και
γράφω σχετικά στις 3 Απριλίου, στον τότε
Πρωθυπουργό: "Προχθές, ο κ. Πινέιρο,
χωρίς περιστροφές, έφερε το θέμα στην
ταμπακιέρα, δηλαδή στο εάν η Ελλάδα
συζητεί τον οποιοδήποτε συμβιβασμό στο
θέμα του ονόματος. Όπως γνωρίζετε
-αναφέρω στον κ. Μητσοτάκη - και σε
επιστολές και σε συσκέψεις και σε
προφορικές συνομιλίες, τόσο με τον
Πρόεδρο της Δημοκρατίας, όσο και με εσάς
προσωπικά, ο Υπουργός των Εξωτερικών
έχει τονίσει ότι θεωρεί την αποδοχή από
την Ελλάδα, τις οποιασδήποτε χρήσης του
όρου "ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ" ως μέγα εθνικό
λάθος διαρκείας."
Γνωρίζετε
επίσης, ότι ενώ ο Υπουργός των Εξωτερικών
έχει διακηρύξει επί σειρά μηνών εντός
και εκτός της Χώρας την σαφή θέση του
επί του ονόματος, οι λοιποί πολιτικοί
παράγοντες προτιμούν την σιωπή και
αναφέρονται απλά, όπως εσείς, κύριε
Πρόεδρε, στην αόριστη υποστήριξη των
τριών όρων της 16ης Δεκεμβρίου, χωρίς να
προχωρούν στην αποσαφήνιση της ερμηνείας
του τρίτου όρου, κατά πόσο δηλαδή δέχονται
ή απορρίπτουν οποιαδήποτε χρήση του
ονόματος "Μακεδονία" μέσα στο όνομα
των Σκοπίων.
Όμως
γράφω στον κ. Μητσοτάκη "Διατρέχουμε
από την ημέρα της συνάντησής μας στο
γραφείο σας με τους κυρίους Μολυβιάτη,
Τσούνη κ.λπ. την 29η ημέρα, χωρίς την
ύπαρξη ενιαίας εθνικής θέσης στο θέμα
του ονόματος και μου γεννάται το εύλογο
ερώτημα. Εάν μεν η θέση του Υπουργού των
Εξωτερικών είναι κατά την άποψη της
πολιτικής ηγεσίας του τόπου η σωστή
θέση, γιατί τότε δεν συμπλέετε δημοσίως
μαζί μου; Ή γιατί δεν διαψεύδετε φωνές
και δημοσιεύματα που διατείνονται ότι
εκφράζουν δικές σας απόψεις και που
διαφοροποιούνται έντονα με εκείνες του
Υπουργείου των Εξωτερικών, διχάζοντας
έτσι την εθνική θέση σε δύο γραμμές; Εάν
αντίθετα η θέση του Υπουργείου των
Εξωτερικών είναι η λαθεμένη θέση, τότε
γιατί δεν προχωρείτε στην άμεση
αντικατάστασή μου προκειμένου να πάψω
να προκαλώ βλάβη στα εθνικά συμφέροντα;
Όλο αυτό το διάστημα της πλήρους ασάφειας
"-υποστηρίζω στην επιστολή-" έχει
δώσει προς τα έξω μια κακή για την εθνική
υπόθεση εικόνα της εθνικής πολιτικής
βούλησης, με άμεση συνέπεια οι μεν ξένοι
συνομιλητές μου όπως προχθές ο κ. Πινέϊρο
να με βλέπουν στην καλύτερη περίπτωση
ως μη αυθεντικό εκφραστή των κυβερνητικών
θέσεων, οι δε Σκοπιανοί να ενισχύονται
ψυχολογικά και να γίνονται καθημερινά
περισσότερο αδιάλλακτοι".
Κυρίες
και κύριοι είναι τόσο μεγάλη η έκταση
του προβλήματος ώστε ξένος συνομιλητής
μου -και υπάρχουν πρακτικά- φθάνει στο
σημείο να μου πει σε επίσημη συζήτηση
πως ελπίζει η ελληνική πολιτική ηγεσία
να λάβει τελικά διαφορετική απόφαση
από τη δική μου και όταν του απήντησα
ότι δεν σχολιάζει κάτι τέτοιο, μου είπε
ότι το ανέφερε σαν αστείο, "έκανα ένα
αστείο" σε βάρος της Ελλάδος. Πήρε
βέβαια την απάντηση που έπρεπε, αλλά
εδώ ήταν τραγική συνέπεια της διγλωσσίας.
Στις 3 Απριλίου απευθύνω επιστολή και
προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και
στον Πρωθυπουργό. Αναφέρω λεπτομερειακά
την αφόρητη πραγματικότητα. Τονίζω πως
διανύουμε 29 ημέρες χωρίς επίσημη ελληνική
θέση. Ζητώ την εθνική δημόσια θέση, ότι
δεν δεχόμαστε τον όρο "Μακεδονία"
αλλά και έκτακτο πρόγραμμα άμεσης δράσης
και θέτω πια αναγκαστικά ως καταληκτική
ημερομηνία την 11η Απριλίου, δηλώνοντας
εγγράφως, ότι σε διαφορετική περίπτωση
θα είμαι υποχρεωμένος να παραιτηθώ.
Η
συνέχεια είναι λίγο πολύ γνωστή,
συγκαλείται το δεύτερο Συμβούλιο
Αρχηγών. Οι συμμετέχοντες αναγνωρίζουν
δημόσια την ουσία του τρίτου όρου,
υιοθετούν τις απόψεις μου πλήρως και
ταυτόχρονα με αποπέμπουν. Το μόνο που
τότε δηλώνω είναι, ότι εύχομαι να υπάρξει
έμπρακτη άμεση και δυναμική στήριξη
της σημερινής απόφασης του Συμβουλίου
Αρχηγών. Δυστυχώς μόνο αυτό δεν έγινε.
Έφυγα εγώ και οι θέσεις μου έμειναν μόνο
για δημόσια κατανάλωση.
Κυρίες
και κύριοι δεν πιστεύω, ότι ο ελληνισμός
έχει άλλα περιθώρια υποχωρήσεων και
στη συγκεκριμένη περίπτωση υποχωρήσεων
από αυτήν τη γραμμή της συνέπειας. Δεν
πιστεύω πως σε μια περίοδο που σημειώνονται
ιστορικές ανακατατάξεις στα Βαλκάνια
είναι δυνατόν να δηλώνουμε αποχώρηση
από το πεδίο της διπλωματικής μάχης.
Δεν πιστεύω πως η Ελλάδα μια Χώρα μέλος
του Νάτο και της ΕΟΚ και σύμμαχος των
ΗΠΑ με την ισχυρότερη οικονομία των
Βαλκανίων είναι ανεκτό να υποχωρεί
μπροστά σε ένα μικροσκοπικό κράτος και
να δηλώνει αδύναμη να το αντιμετωπίσει
με διπλωματικά μέσα και με μια διακριτική
οικονομική πίεση. Όσοι λέτε, ότι η υπόθεση
είναι χαμένη, για παράδειγμα και ο κ.
Έβερτ το έχει πει παλιά και ο κ. Πάγκαλος
και ο κ. Παπανδρέου που κρατάει τον κ.
Πάγκαλο, μπορείτε να μας πείτε έστω και
ένα βάσιμο επιχείρημα που να δικαιολογεί
την σκοπιμότητα αναγνώρισης από τη Χώρα
μας ενός ξένου κράτους να φέρει το όνομα
"Μακεδονία", μια ξένη Μακεδονία
δίπλα στην Μακεδονία, μια ξένη Ελλάδα
δίπλα στην Ελλάδα, διευκόλυνε μήπως την
άμυνά μας, θα ωφελούσε την οικονομία
μας, θα συνέβαλε στη σταθερότητα των
Βαλκανίων;
Διατυπώνω
όλα αυτά τα ερωτήματα πριν προχωρήσω
σε μια θεώρηση της περιοχής ευρύτερη
και πριν καταθέσω τις συγκεκριμένες
προτάσεις της Πολιτικής Άνοιξης για
μια νέα ελληνική διπλωματική κινητοποίηση.
Πριν
λίγες μέρες συναντήθηκα στη Θεσσαλονίκη
με τη συντονιστική επιτροπή των Δημάρχων
και Προέδρων των Κοινοτήτων της
Μακεδονίας. Ένα ήταν το αίτημά τους. Η
ομόνοια, η ομοψυχία και η ενότητα της
πολιτικής ηγεσίας. Η συσπείρωση που
υπάρχει στη βάση να φθάσει στην κορυφή.
Γιατί σε ζητήματα εθνικής προτεραιότητας,
η διατύπωση τόσο διαφορετικών απόψεων
δεν είναι πια δείγμα δημοκρατικής
λειτουργίας, αλλά παράλειψη εθνικού
χρέους.
Εμείς,
όλα τα στελέχη της Άνοιξης, έχουμε μια
ενιαία θέση. Δεν αναγνωρίζουμε στους
Σκοπιανούς το δικαίωμα να αυτοαποκαλούνται
"Μακεδόνες" και πιστεύουμε, ότι
μόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση μπορούμε να
κερδίσουμε τη μάχη.
Εσείς,
κύριε Πρωθυπουργέ, ξαφνικά μιλήσατε
για τη δυνατότητα διαλόγου με τα Σκόπια.
Εσείς πρώτος, όμως, δεν ήσαστε εκείνος
που επικρίνατε το διάλογο με την Τουρκία,
ρωτώντας τον τότε Πρωθυπουργό "τι
έχεις να δώσεις στους Τούρκους;"
Μήπως
έχουμε να δώσουμε κάτι στους Σκοπιανούς
με το διάλογο; Εσείς πρώτος δηλώνατε
στις 29 Αυγούστου του 1992 με αφορμή
φημολογούμενη συνάντηση
Παπακωνσταντίνου-Γκλιγκόρωφ, ότι
διάλογος σημαίνει de facto αναγνώριση. Και
λίγο νωρίτερα, στις 29 Απριλίου, καλούσατε
τον κ. Μητσοτάκη να καταστήσει σαφές
στους εταίρους μας, ότι η Χώρα μας δεν
θα αναγνωρίσει ούτε de facto τα Σκόπια, αν
φέρουν το όνομα Μακεδονία. Και είχατε
προσθέσει δύο φορές, ότι σε μια τέτοια
de facto αναγνώριση, πρέπει και να κλείσουν
τα σύνορα και να αποσύρουμε τον Πρόξενο.
Υπενθυμίζω
και πάλι από δική σας ομιλία στη Βουλή
τον Απρίλιο του 1992 πως πράγματι θα
υπάρξει οικονομικό κόστος από τη μη
αναγνώριση, αλλά δεν συγκρίνεται με τα
εθνικά οφέλη που θα αποκομίσει η Ελλάδα.
Όταν
τον Απρίλιο του 1992 κατέθεσα 7 σημεία
προγράμματος δράσης όλοι αντέδρασαν.
Και όμως ήλθε λίγους μήνες μετά το
Νοέμβριο του 1992 ακόμα και ο ίδιος ο
Πρόεδρος της Δημοκρατίας -προφανώς το
ξέχασε σήμερα ο κ. Έβερτ- για να
προειδοποιήσει σε επιστολή του προς
τους ηγέτες των άλλων μελών της ΕΟΚ, ότι
η Χώρα μας μπορεί να φθάσει και σε
αποκλεισμό των συνόρων, αν κρίνει πως
οι εταίροι της δεν τη στηρίζουν σε ένα
τόσο ζωτικής σημασίας για το λαό ζήτημα.
(Στο
σημείο αυτό την Προεδρική Έδρα καταλαμβάνει
ο Α’ Αντιπρόεδρος της Βουλής κ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
Ν. ΚΡΗΤΙΚΟΣ)
Κύριε
Πρωθυπουργέ, γιατί υποχωρείτε στο θέμα
του ονόματος στη διαδικασία αυτή και
δηλώνετε πως αν αποσυρθούν τα προκλητικά
σύμβολα και τα άρθρα του Συντάγματος
θα προχωρήσει ο διάλογος και θα δούμε
τι θα γίνει με το όνομα; Μάλιστα οφείλω
να σας πω, στο "ΕΘΝΟΣ" της Κυριακής
ο κ. Παπούλιας δεν μίλησε καθαρά για
υποχώρηση των Σκοπιανών, αλλά το
επισημαίνω όπως ακριβώς το έγραψε
verbatim, για δήλωση βούλησης των Σκοπιανών,
ότι θα υποχωρήσουν. Και η ειδοποιός
διαφορά είναι τεραστία.
Ο
ίδιος στις 13 Νοεμβρίου, κύριε Πρόεδρε,
δεν τονίζατε πως μια πιο ελαστική
προσέγγιση στο θέμα της ονομασίας, θα
άνοιγε το δρόμο και σε άλλες παραχωρήσεις,
αφού η ελαστικότητα, ουσιαστικά ισοδυναμεί
με υποχώρηση; Φοβάμαι ότι πέφτετε και
εσείς λοιπόν, διολισθαίνετε, να το πω
έτσι, προς την πολιτική Μητσοτάκη.
Θα
ήθελα βέβαια να πω ότι και αν ακόμα
υπάρξει υποχώρηση στα σύμβολα, ο
Γκλιγκόρωφ θα δώσει το ελάχιστο. Αν
διαβάσετε το σχέδιο συμφωνίας Βάνς-Όουεν
που δημοσιεύτηκε τελευταία και στον
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ θα δείτε ότι μετά
το ψευτοδιάλογο μόνο η Ελλάδα αναλαμβάνει,
ουσιαστικά μονομερώς, υποχρεώσεις και
οι Σκοπιανοί παραμένουν αμετακίνητοι.
Εγώ
σήμερα, κύριε Πρόεδρε, οφείλω να πω -και
το δέχομαι γιατί αυτός ήταν και ο σκοπός
μας- ότι σας άκουσα, σήμερα, για το όνομα
μαχητικό. Το λέτε εσείς αυτό, κύριε
Πρόεδρε, σήμερα. Φοβάμαι ή το ακυρώνετε
εσείς ή το ακυρώνουν άλλα μέλη της
Κυβέρνησής σας, στην πράξη. Αλλά πάντως
ούτε απόψε δε μας είπατε πώς θα
υπερασπισθείτε αυτήν τη εθνική μας
θέση, τρόποι, μέσα, την τακτική της μάχης.
Αν
δέχεσθε πάντως πιέσεις, σας λέμε, στείλτε
τις πίσω τις πιέσεις αυτές, απ’ όπου
και αν προέρχονται, εμείς είμαστε εδώ
και ο Ελληνικός Λαός είναι εδώ να δώσουμε
τη μάχη και μπορούμε να την κερδίσουμε,
κύριε Πρωθυπουργέ.
Όμως
και ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης
έχει διατυπώσει για το θέμα της Μακεδονίας
τόσες πολλές διαφορετικές θέσεις και
εκτιμήσεις με τόση μεγάλη συχνότητα,
που πιστεύω ο ίδιος θα έχει μπερδευτεί.
Θυμίζω πολύ γρήγορα, είναι αυτή η
ισορροπία της Άνοιξης και προς τις δύο
Πλευρές.
Έλεγε
ο κ. Έβερτ στην "ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ"
στις 17-2-1992 ότι αντί για επιθετική
πολιτική, έχουμε περιορισθεί στο να
αμυνόμεθα, ποιος θα μας καταλάβει τι
και ποιος θα διεκδικήσει ποιο όνομα. Αν
αυτή η φοβία οδηγούσε σε εθνικό ξέσπασμα,
το οποίο θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια
ενδυνάμωση των ελληνικών θέσεων, θα
έλεγα ότι είναι μια αντίληψη. Εδώ όμως
έχει διαπιστωθεί ιστορικά, ότι όλες
αυτές οι φοβίες οδηγούν σε συρρίκνωση.
Κύριε
Έβερτ, ζητήσατε προηγουμένως την αλήθεια.
Τρεις μέρες μετά το συγκλονιστικό
συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης για το
όνομα, σεις αποκαλούσατε φοβία την
υπόθεση προάσπισής του.
Δεύτερον,
συνέντευξη ραδιοφωνική στον Αντένα
στις 13 Μαίου 1992: Το θέμα των Σκοπίων κατά
90% έχει χαθεί. Βγήκατε τόσες πολλές φορές
μαζί με τον κ. Πάγκαλο στην τηλεόραση.
Τελικά την είπε λίγο αργότερα εκείνος
τη δική σας θέση.
Και
όμως σε άλλη δήλωση, στις 4 Δεκεμβρίου
1993, ένα χρόνο αργότερα, επικρίνοντας
αυτή τη φορά τον κ. Πάγκαλο του λέτε
ακριβώς το αντίθετο. Είναι αδιανόητο
και εθνικά επικίνδυνο Υπουργός των
Εξωτερικών να θεωρεί ότι η υπόθεση είναι
χαμένη.
Δε
θα αναφερθώ στη γνωστή υπόθεση με την
διπλή ονομασία και τη δήλωση για παραίτησή
σας στην Κοινοβουλευτική Ομάδα, αλλά
θα ήθελα να αναφερθώ στις 5 Οκτωβρίου
1993 όταν επικρίνοντας τον κ. Παπανδρέου
για το θέμα του ενδεχόμενου αποκλεισμού
των συνόρων με τα Σκόπια, του είπατε:
Εδώ ερχόμαστε και προεξοφλούμε τι
πρόκειται να κάνουμε και γνωστοποιούμε
στους Σκοπιανούς τι πρέπει να περιμένουν
από οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση;
Τους τα λέμε από πριν;
Όμως
1,5 χρόνο νωρίτερα στον ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ
ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ της 5ης Μαρτίου 1992 λέγατε
ακριβώς το αντίθετο:Πρέπει να πούμε
στους εταίρους μας τι το συγκεκριμένο
προτιθέμεθα να κάνουμε αν δε σεβασθούν
οι Σκοπιανοί τους τρείς όρους τους
οποίους έχουμε θέσει έναντι παρακαλώ
-το λέτε τότε- "της Μακεδονίας των
Σκοπίων".
Πέμπτον,
όλοι θυμάστε την αρχική αρνητική στάση
της Νέας Δημοκρατίας στην πρόταση της
Άνοιξης για σύγκληση του συμβουλίου
αρχηγών, ώστε να χαράξουμε έγκαιρα τη
γραμμή πριν από τις κοινοτικές αναγνωρίσεις
του Δεκεμβρίου.
Προ
μηνός ο κ. Έβερτ - και εδώ είμαστε σήμερα-
έκρινε σκόπιμη, έκρινε καλύτερη, απ’
όλες τις λύσεις, τη συνάντηση στη Βουλή.
Όμως οι δηλώσεις μένουν. Σας αναφέρω
ακριβώς την αντίθετη άποψή του στις 24
Ιανουαρίου 1993. Λέτε τότε κύριε Έβερτ:
Τα κόμματα πρέπει να συμβάλουν όλα μαζί
σε μια νέα σύσκεψη με τον Πρόεδρο και
να συναποφασίσουν για το τι πρέπει
τελικά να γίνει. Η δε συμμετοχή των
κομμάτων σ’ αυτήν τη σύσκεψη δεν είναι
δικαίωμα των αρχηγών των κομμάτων, είναι
υποχρέωση έναντι του Λαού και της
ιστορίας.
Έκτον,
στην τηλεοπτική σας συνέντευξη προ
ημερών, αλλά δε θα αναφερθώ, κάνατε τις
γνωστές ιεραρχήσεις στα ζητήματα της
εξωτερικής πολιτικής. Τη μία βάζετε
πρώτα την Τουρκία, μετά βάζετε και τις
καλές σχέσεις με τη Βουλγαρία- αυτό δεν
το έχω καταλάβει- προηγείται η υψηλή
διπλωματία με τη Σόφια και μπαίνουν,
τρίτον, ακόμα και της Βορείου Ηπείρου,
Σκοπιανό. Δεν το καταλαβαίνω.
Και
έβδομον, σ’ αυτήν την ίδια τηλεοπτική
συνέντευξη συμφωνήσατε με την άποψη
του κ. Παπακωνσταντίνου, ότι ορθώς ο κ.
Παπανδρέου επιστρέφει στον ΟΗΕ. Άρα
δέχεσθε ότι σωστά πηγαίνει ο Πρωθυπουργός
σε διαπραγμάτευση και του ονόματος και
απορώ ειλικρινά γιατί τώρα ασκείτε
κριτική στον κ. Παπανδρέου. Είναι δυνατόν
να υπάρχει μια και ταυτόσημη θέση των
κυρίων Παπανδρέου και Παπακωνσταντίνου
και σεις να συμφωνείτε με τον ένα και
να διαφωνείτε με τον άλλο;
Στην
πράξη, λοιπόν, κυρίες και κύριοι, στην
πράξη και όχι εδώ στη θεωρία τα δυο παλιά
κόμματα ταυτίζονται στις απόψεις τους
για μια απλή διαχείριση του θέματος και
όχι για τελική επίλυσή του. Οι δηλώσεις
του πρώην Πρωθυπουργού, ότι δήθεν σε 1
ή 10 χρόνια θα τα έχουμε ξεχάσει και του
κ. Πάγκαλου, ότι Ελλάδα και Σκόπια
μπορούμε να ζήσουμε και χωρίς λύσεις
στην ονομασία, για μένα προσωπικά
αποτελούν τη διαφορετική όψη του ίδιου
νομίσματος, του κάλπικου νομίσματος.
Δηλαδή παράδοση στο χρόνο που θα μας
κάνει να ξεχάσουμε τα πάντα. Είναι
επιτέλους γι αυτόν το λόγο η ύστατη
στιγμή να αποφασίσουν όλα τα κόμματα
για την ενιαία εθνική στάση. Εμείς
πιστεύουμε στην ανάγκη σύσκεψης αρχηγών,
τουλάχιστον αν δεν έχουμε συγκεκριμένες
θέσεις, να βγάλουμε προς τα έξω κοινές,
θα προαγάγουμε την αλληλοκατανόηση και
θα αποτρέψουμε την κομματικοποίηση
ενός εθνικού θέματος ώστε η χάραξη της
όποιας πορείας, θα γίνει χωρίς το γνωστό
φόβο του πολιτικού κόστους.
Γι’
αυτό και η Άνοιξη καταθέτει συγκεκριμένες
θέσεις και πρόταση. Ξεκαθαρίζω πρώτα
απ’ όλα τις συγκεκριμένες αρχές.
Πρώτον,
για μας δεν υπάρχουν χαμένες και μη
χαμένες υποθέσεις. Δεν μπορούμε να
σηκώσουμε ψηλά τα χέρια στον οποιοδήποτε
Γκλιγκόρωφ. Αν υποχωρήσουμε το κύρος
μας θα έχει βαθύτατα τραυματιστεί. Θα
δείτε για πότε η Τουρκία θα παραπλανήσει
τη διεθνή κοινή γνώμη και θα βαφτίσει
με το πιο επίσημο θράσος σε χρόνο ρεκόρ
τους μουσουλμάνους της Θράκης σαν
Τούρκους. Σκεφθείτε επίσης για πότε τα
Τύραννα θα θέσουν με ανανεωμένο θράσος
το δήθεν ζήτημα των Τσάμηδων. Σκεφθείτε
με τον ίδιο παραλογισμό αυτής της
θεωρίας, της χαμένης υπόθεσης, μήπως θα
πρέπει να υποχωρήσουμε και αλλού; Και
στο Κυπριακό που ακόμα επί των ημερών
μας, μας πίεζαν για εναλλακτική προεδρία
για να μην πάμε στο Αιγαίο ή στη Θάσο.
Δεύτερον,
η στάση μας έναντι των Σκοπίων πρέπει
να ενταχθεί σε μία ευρύτερη Βαλκανική
στρατηγική. Και θα ήθελα, ιδιαίτερα,
κύριε Πρωθυπουργέ, να ακούσετε αυτή την
άποψη. Ξέρω, ότι υπάρχουν διάφοροι
συνάδελφοι οι οποίοι εκτιμούν ότι σ’
αυτή την άποψη έχουμε δίκιο. Ο συνεχιζόμενος
αιματηρός πόλεμος στην τέως Γιουγκοσλαβία
φωτογραφίζει, πράγματι, την αντιπαράθεση
δυνάμεων μεγάλων, αλλά και αφανών στην
περιοχή. Επίκαιρος ο χαρακτηρισμός
"πυριτιδαποθήκη". Μόνο που τώρα,
τα Σκόπια αποτελούν και τον "πυροκροτητή"
της! Ο Γκλιγκόρωφ ξέρει και γνωρίζει
πότε να ασφαλίζει και πότε να τον
απασφαλίζει. Γιατί με δεδομένη την
πολυεθνική σύσταση του κρατιδίου του
και με τις φυγόκεντρες δυνάμεις που
υπάρχουν για τη διάλυσή του, χρειάζεται
ένας αποφασιστικός ηγέτης για να
αποτρέψει τη διάσπαση. Αυτό το ρόλο
-επαναλαμβάνω- σας θυμίζω ότι παίζει ο
Γκλιγκόρωφ στα μάτια κάποιων άσπονδων
φίλων μας. Αλλά το μεγάλο οικονομικό
χάος στη χώρα του, είναι τόσο δύσκολο
γι’ αυτόν, που και η επιβίωσή του
καθίσταται δύσκολη. Τα γεγονότα, επομένως,
μπορεί να σας προλάβουν. Και κανείς δεν
μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια ποια
κρατική υπόσταση θα έχουν, αν έχουν, τα
Σκόπια σε λίγο καιρό. Και από ποιες
πραγματικά χώρες θα εξαρτώνται. Ίσως
σταθούν στα πόδια τους. Ίσως, μάλιστα,
ενταχθούν σε μιά μορφή "μικρής
Γιουγκοσλαβίας".
Επομένως,
κύριε Πρωθυπουργέ, μη βιάζεστε για το
διάλογο και για τις όποιες αναπόφευκτες
υποχωρήσεις που θα προκύψουν απ’ αυτόν.
Μη σπεύδετε να προσφέρετε τα ελάχιστα
που μας έχουν μείνει, σε μια διαπραγμάτευση
που μάλλον τελικά, ίσως, και να εξυπηρετήσει
άλλους. Είναι "κινούμενη η άμμος"
της συναλλαγής αυτήν τη στιγμή στην
περιοχή. Το σκηνικό αλλάζει. Είδατε την
απρόσμενη συμφωνία Ζάγκρεμπ-Βελιγραδίου,
βλέπετε και την προσέγγιση Αμερικανών
και Σέρβων, που μπορώ να σας πω, ότι ήταν
αδιανόητη την εποχή που ήμουν εγώ
Υπουργός των Εξωτερικών και που είναι
πολύ πιθανόν να επηρεάσει και τις
εξελίξεις στο Κόσσοβο. Βλέπετε την
ανάπτυξη του νέου φιλικού τριγώνου,
Αμερική-Ρωσία-Σερβία. Μην αυτοπαγιδευθείτε,
λοιπόν, σε δεσμεύσεις που αύριο θα
στοιχίσουν ακριβά σ’ ένα -επαναλαμβάνω-
ραγδαία εξελισσόμενο γειτονικό
περιβάλλον.
(Στο
σημείο αυτό την Προεδρική Έδρα καταλαμβάνει
ο Πρόεδρος της Βουλής κ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
ΚΑΚΛΑΜΑΝΗΣ)
Η
ενδεχόμενη ελληνική υποχώρηση στο
Σκοπιανό αξιοποιείται ταυτόχρονα και
σ’ άλλες Βαλκανικές πρωτεύουσες και
σ’ άλλα κέντρα που -το γνωρίζετε-
προσφέρουν αμύθητα κεφάλαια. Εμείς
ερχόμαστε, δυστυχώς, δεύτεροι, χωρίς
σχεδιασμό.
Σας
επισημαίνω, από την πλευρά μας, εγκαίρως
ότι η γνωστή διεθνής οργάνωση ELSINKI WATCH
προαναγγέλλει για το άμεσο μέλλον
-προσέξτε!- έκθεση για τη Μακεδονική
μειονότητα στη Βόρεια Ελλάδα. Μόλις
τελείωσε την προηγούμενη έκθεσή της
για την Ελληνική μειονότητα στα Σκόπια.
Ορθώς! Αλλά ετοιμάζουν έκθεση και
ακούγονται παντού, για την
ψευτο-σλαβομακεδονική μειονότητα στην
Ελλάδα.
Μη
βάζετε σε δεύτερη μοίρα το άρθρο της
NOVA MACEDONIA. Το έχω παρακολουθήσει επί τρία
χρόνια. Ό,τι λέει, είναι η θέση του
Γκλιγκόρωφ. Απλά την προαναγγέλλει η
εφημερίδα.
Επίσης,
είναι και ο Πρόεδρος των ΗΠΑ κ. Κλίντον,
για τον οποίο -ζητώ συγγνώμη- θέλετε να
δώσετε την εντύπωση ότι είναι νέος
σύμμαχος. Στηρίξατε όλη την πολιτική
σας καριέρα πάνω σε ακραίο αντιαμερικανισμό
και τώρα, ακραία, μας τον φέρνετε ότι
είναι ο πιο φιλέλλην. Οφείλω, λοιπόν, να
σας πω ότι ο κ. Κλίντον, για τον οποίο
-επαναλαμβάνω- λέτε πολλές φορές σαν ως
δια μαγείας να μπορούσε να λύσει το
πρόβλημα, αναφέρει σε επιστολή του προς
το Αμερικανικό Κογκρέσο -και έχω εδώ
την επιστολή-τα Σκόπια μόνο μια φορά ως
FYROM και δεκατέσσερις φορές σαν Μακεδονία,
σε ένα κείμενο μιάμισης σελίδας. Εδώ
είναι η DE FACTO αναγνώριση στην πράξη.
Όμως,
η ιστορία των Σκοπίων γράφεται με
παράλληλες κινήσεις αποδυνάμωσης της
ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και από
άλλες χώρες, σε μια περίοδο που ασκούμε
μάλιστα την Προεδρία της Ευρωπαϊκής
Ένωσης.
Και
το παράλογο, η ασυγχώρητη παράλειψη
έναντι του ελληνικού αύριο, είναι ότι
ακόμη και όταν έχουμε πληροφορίες, τις
κρατάμε κρυφές στα συρτάρια. Είχε δίκιο
προηγουμένως ο κ. Έβερτ για το θέμα του
τριγώνου, του νεοαναπτυχθέντος τριγώνου
Τουρκίας-Αγγλίας-Γερμανίας. Αλλά,
σφύριξαν ορισμένοι, τάχα, αδιάφορα ότι
δεν γνωρίζουν τίποτα για να μην αναλάβουν
και να μη τους ζητηθούν αργότερα ευθύνες.
Υπουργός χαρακτήρισε αναπάντεχη την
τριμερή συνάντηση Γερμανίας-Αγγλίας
και Τουρκίας. Και όμως τη γνώριζε το
Υπουργείο Εξωτερικών με εμπιστευτική
ενημέρωση από τις Πρεσβείες μας,
τουλάχιστον, από τις 30 Νοεμβρίου.
Γνωρίζετε
και έχω τα χαρτιά, τον αναπάντεχο όρο
"κοινή δράση" που γράφουν από τις
30 Νοεμβρίου για τις σχέσεις
Άγκυρας-Λονδίνου-Βόννης. Γνωρίζατε και
τη θέση του κ. Χερτ και του κ. Κίγκελ να
αντικαταστήσουν τα θεσμοθετημένα
κανάλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης με ένα
παράλληλο μηχανισμό, δικής τους,
υπεροπτικής έμπνευσης. Γνωρίζατε την
τηλεφωνική συνομιλία του κ. Κίγκελ με
τον Τούρκο Υπουργό των Εξωτερικών,
παρουσία του κ. Χερτ, από τα μέσα
Δεκεμβρίου. Όμως, στην πραγματικότητα,
το μόνο αναπάντεχο είναι για την ελληνική
εξωτερική πολιτική αυτή η θλιβερή
αμηχανία και η αφέλεια από την πρωτοφανή
ευρωαιχμαλωσία, που θέλει την Κυβέρνηση
με καθημερινά πιστοποιητικά καλής
συμπεριφοράς.
Και
μη μου πείτε, ότι δε φταίει η Κυβέρνηση,
μια που η σύσφιξη των θέσεων των δώδεκα
με την Τουρκία απεφασίσθη επί των ημερών
του κ. Μιχάλη Παπακωνσταντίνου. Απεφασίσθη
τότε, αλλά απεφασίσθη μέσα στο πλαίσιο
των δώδεκα, ενώ τώρα η νέα τριγωνική
σχέση Αγγλίας-Γερμανίας-Τουρκίας έγινε
εκτός του πλαισίου της Ένωσης και μάλιστα
την ώρα, που η Ελλάδα έχει και το πρόβλημα
με την Τουρκία και θα έπρεπε να υπάρχει
αυτή η ευαισθησία και ταυτόχρονα η διπλή
ευαισθησία, ότι είμαστε και πρόεδροι
και ούτε καν μας ρώτησαν γι’ αυτήν την
πρωτοβουλία.
Προσέξτε,
κύριε Πρωθυπουργέ, δεν είμαστε πρόεδροι
και στο εξωτερικό απλώς για να προεδρεύουμε.
Γι’ αυτό το λόγο, θεωρώ ότι το πρόβλημα
της προστασίας της Μακεδονίας, δεν
περιορίζεται ούτε σήμερα μεταξύ των
δύο χωρών, ιδιαίτερα, όταν συναντάμε
τον τουρκικό επεκτατισμό σε κάθε μας
βήμα, όχι πλέον έξω από την πόρτα της
ΕΟΚ, αλλά στη διπλανή αίθουσα συσκέψεων,
στο ίδιο τραπέζι με τους ισχυρότερους
εταίρους μας.
Τρίτη
βασική αρχή της Άνοιξης είναι καμία
υποχώρηση και σταθερός εθνικός αγώνας
στο θέμα της ονομασίας. Δεν είναι ανάγκη
να αναφερθώ παραπάνω, αλλά η διολίσθηση
προς αυτό το συμβιβασμό είναι στην
ουσία, ο καθρέπτης της κρίσης, του παλιού
πολιτικού συστήματος, που κάνει πως δεν
την βλέπει τη μάχη και δίνει τις εύκολες
ταμπέλες και αφορισμούς, εκφράσεις περί
δήθεν κόπωσης του Ελληνικού Λαού ή περί
δήθεν εθνικισμού, πράγματα τα οποία
ακούγονται ολοένα και συχνότερα, ώστε
να προετοιμάζεται η κοινή γνώμη και να
αμβλύνονται οι αντιδράσεις.
Ζούμε,
επαναλαμβάνω, ένα παράξενο εθνικό
μιθριδατισμό, αλλά είναι εθνικιστής,
ας πούμε, ο Σαμαράς, όταν δηλώνει
ανυποχώρητος στο όνομα. Και δεν είναι
ο κ. Παπανδρέου ή ο κ. Έβερτ, που απόψε
δήλωσαν και εκείνοι ανυποχώρητοι στο
όνομα.
Επαναλαμβάνω,
κανένας δεν μπορεί πια για μένα να
εξηγήσει το μόνιμο ψίθυρο που ακούγεται,
να ξεφύγουμε από το αδιέξοδο, να μην
επιμείνουμε άλλο, δηλαδή για να μπούμε
στο χειρότερο. Γιατί όμως θα πρέπει εδώ
να πούμε ότι συναντάει ο Ελληνικός Λαός
απέναντί του ακριβώς την αντίθετη
συμπεριφορά. Και αυτό είναι και το μεγάλο
"κρίμα" στην εξωτερική πολιτική,
γιατί ούτε οι Σκοπιανοί, ούτε οι Τούρκοι
δε βλέπουν ποτέ μπροστά τους αδιέξοδα,
γιατί προχωρούν στην πορεία που κρίνουν
κατάλληλη για τα συμφέροντά τους
γνωρίζοντας ακόμη και ότι έχουν άδικο.
Πείτε μου έστω και μία περίπτωση, που
υποχώρησαν σε κάτι ελάχιστο η Τουρκία
ή ο Γκλιγκόρωφ. Ακόμη και αν κάνει κάποια
χειρονομία στο ζήτημα της σημαίας,
επαναλαμβάνω ότι δεν του κοστίζει
τίποτα, κερδίζει χρόνο για το όνομα,
προανέφερα ότι είναι το διπλωματικό
τέχνασμα που ανακάλυψε εκ των υστέρων
μετά το πακέτο Πινέιρο, όταν διαπίστωσε
τις υποχωρητικότητές μας.
Ο
κ. Παπακωνσταντίνου έφτασε στο σημείο
να πανηγυρίζει για την έκθεση Βανς-Όουεν,
που όμως δεν επαναφέρει -λυπάμαι- καν
τα κέρδη του πακέτο Πινέιρο. Αντίθετα,
αφού είχε απορριφθεί το προτεινόμενο
από την Ελλάδα "Σλαβομακεδονία",
που σας είπα προηγουμένως του κ. Παπούλια,
άρχισε η επίσημη συζήτηση τότε για τη
"Νόβα-Μασεντόνια".
Η
Πολιτική Άνοιξη αφήνει αυτήν τη θεωρία
της ενδοτικότητας στην άκρη και καταθέτει
και πάλι τη συγκεκριμένη πρότασή της,
πρόταση ρεαλιστική: Να επιστρέψει το
θέμα στην Ευρώπη. Στον Ο.Η.Ε., με το
διάλογο, μόνον παραχωρήσεις θα κάνουμε.
Μόνον ο Γκλιγκόρωφ θα κερδίσει χρόνο.
Μόνον προσβολές και ταπεινώσεις θα
γνωρίσουμε.
Αντίθετα,
η Συνθήκη του Μάαστριχτ, που ο καθένας
την επικαλείται μόνο για τη δικαιολόγηση
των φόρων, προβλέπει στο άρθρο Ι.2, που
επιτάσσει την κοινή εξωτερική πολιτική
και επί θεμάτων ασφαλείας και καλεί
όλες τις χώρες-μέλη να βοηθήσουν όποιον
εταίρο επικαλείται θέμα εθνικής
ασφαλείας. Και υπάρχει και το άρθρο Ι.8,
που καθορίζει και την επείγουσα μάλιστα,
αν θελήσουμε, συζήτηση του θέματος,
εντός 48 ωρών.
Όμως,
στην πράξη, μια που και η Ελλάδα είναι
αυτή τη στιγμή Πρόεδρος της Ένωσης, θα
μπορούσαμε να το βάλουμε το θέμα
κατευθείαν στην ατζέντα των συζητήσεων.
Όμως,
ευρωπαϊστής πιστεύω ότι πρέπει ν’
αναγνωρισθεί ότι είναι εκείνος ο οποίος
κάνει πράξη τις θεμελιακές συμφωνίες
της Ένωσης, όποιος χρησιμοποιεί το
Ευρωπαϊκό Βήμα για διάλογο και προβολή
της πολιτικής του. Και φυσικά, δεν είναι
ευρωπαϊστής όποιος συμβουλεύει, να μη
συζητήσουμε το θέμα, τάχα για να μη
δυσαρεστηθεί κάποιος εταίρος.
Αλλά
και σε πρακτικό επίπεδο, τα Σκόπια
εξαρτώνται 100% για πετρέλαιο και 90% για
τα οικονομικά τους από το λιμάνι της
Θεσσαλονίκης. Δεν τους προσφέρει τίποτε
η αναγνώριση από κάποια μακρινή χώρα
μέλος των Ηνωμένων Εθνών. Τα κεφάλαια
για την επιβίωσή τους περνούν από την
Ελλάδα και από την Ευρώπη. Και από την
ίδια οδό πρέπει να περάσει και η συμμόρφωσή
τους.
Αν,
στις αρχές του 1992, είχε τηρηθεί ακλόνητη
εθνική γραμμή με τη διακριτική οικονομική
πίεση, που είχε αρχίσει να φέρνει
αποτελέσματα -και υπάρχουν γι’ αυτό
αποδεικτικά στοιχεία- σήμερα, θα είχαμε
και καλές σχέσεις με τα Σκόπια και θ’
απέδιδε και καρπούς η οικονομική
διείσδυση.
Τώρα,
έχουμε την τελευταία ευκαιρία. Καταθέτουμε,
λοιπόν, έξι συγκεκριμένα σημεία
προγράμματος δράσης:
Πρώτον,
δημοψήφισμα. Και όχι, για να μάθουμε
εμείς, τι πιστεύει ο Ελληνικός Λαός,
αλλά για να το μεταχειρισθούμε ως ένα
όπλο υψηλής διαπραγματευτικής δύναμης,
που θα έπειθε και τον πλέον δύσπιστο,
ότι ο Ελληνικός Λαός δεν αστειεύεται
ούτε με το μέλλον του, ούτε με την ιστορία
του, ούτε με την ψυχή του.
Ανάλογη
κίνηση, με επιτυχία, για μη εθνικό θέμα,
έκανε η Δανία και παραλίγο να γκρεμίσει
τη Συνθήκη του Μάαστριχτ. Και που, τελικά,
κέρδισε: Ν’ ανήκει στη νέα Ευρώπη, χωρίς
όμως τις πολλές υποχρεώσεις που έχουμε
εμείς, κοινό νόμισμα, κοινή εξωτερική
πολιτική. Και κανένας δεν είπε τη Δανία,
το κακό παιδί της Ευρώπης.
Δεύτερον,
την ενεργοποίηση, εάν δεν μπορούμε να
το πετύχουμε μέσα από το πλεονέκτημα,
όπως είπα, της προεδρίας μας, των Ι.2 και
Ι.8.
Τρίτον,
ενίσχυση της διεθνούς ενημέρωσης από
διακομματικές επιτροπές της Βουλής,
αλλά και από ομάδες προσωπικοτήτων της
Χώρας μας.
Τέταρτον,
υπόθεση οικονομικών κινήτρων. Να μην
μπω σε λεπτομέρειες.
Πέμπτον,
κλιμάκωση με αντίμετρα με το σωστό
διπλωματικό και πρακτικό συντονισμό
και με ταυτόχρονη γνωστοποίηση των
αντιμέτρων αυτών στις ευρωπαϊκές
κυβερνήσεις και στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Όταν,
προ καιρού πρότεινα -και το προτείνω
και πάλι και άκουσα προηγουμένως τις
κρίσεις σας- να βάλουμε βέτο στο θέμα
της διεύρυνσης, όπως εκείνο το όμοιο
βέτο που άσκησε -και ορθότατα έκανε- ο
κ. Παπανδρέου στο Δουβλίνο για το θέμα
των Μεσογειακών Ολοκληρωμένων
Προγραμμάτων, των ΜΟΠ το 1984, κατηγορήθηκα,
όπως και απόψε, ότι είμαι υπερβολικός.
Και ας ήταν η υπόθεση του 1984 για τον κ.
Παπανδρέου ζήτημα οικονομικό, ενώ σήμερα
είναι θέμα εθνικό.
Σήμερα,
όμως, κυρίες και κύριοι, στους δικούς
μου επικριτές απαντούν αποστομωτικότατα
οι Γάλλοι. Ακούστε. Την περασμένη Πέμπτη,
προ 4 ημερών, η Γαλλία, δια του αρμοδίου
Υπουργού της των Εξωτερικών, κατέθεσε
στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δήλωση ότι:
Σε περίπτωση κατά την οποία το Κοινοβούλιο
δεν υπογράψει να παραμείνει στο γαλλικό
έδαφος του Στρασβούργου, η Γαλλική
Εθνοσυνέλευση θα μπλοκάρει άμεσα -τι
πράγμα;- τις επικείμενες ευρωεκλογές,
αρνούμενη να εγκρίνει το νομοσχέδιο
που προβλέπει την αύξηση των Ευρωβουλευτών,
που θα εκλεγούν για την προσεχή 5ετία.
Χίλια επιχειρήματα θα μπορούσαν να
βρουν οι 11 εταίροι της Γαλλίας
υποστηρίζοντας ότι το Ευρωπαϊκό
Κοινοβούλιο θα μπορούσε να λειτουργεί
και εκτός της Γαλλίας.
ΘΕΟΔΩΡΟΣ
ΠΑΓΚΑΛΟΣ (Αναπληρωτής Υπουργός
Εξωτερικών): Δεν βλέπετε τη διαφορά
ανάμεσα στα δύο, κύριε Σαμαρά;
ΑΝΤΩΝΗΣ
ΣΑΜΑΡΑΣ (Πρόεδρος της Πολιτικής Άνοιξης):
Διάλογο, κύριε Πάγκαλε, με κάποιον ο
οποίος πιστεύει ότι λέγεται "Μακεδονία"
η χώρα αυτή, εγώ δεν ανοίγω.
ΘΕΟΔΩΡΟΣ
ΠΑΓΚΑΛΟΣ (Αναπληρωτής Υπουργός
Εξωτερικών): Εύγε! Είσαι σπουδαίος!
ΑΝΤΩΝΗΣ
ΣΑΜΑΡΑΣ (Πρόεδρος της Πολιτικής Άνοιξης):
Οι Γάλλοι, βέβαια και θα επιμένουν και
δεν φοβούνται, ότι θα τους κατηγορήσουν
ως άτακτους ή ως αντιευρωπαίους.
Έτσι,
όμως, πιστεύω ότι κερδίζονται οι μεγάλες
εθνικές μάχες.
Εμείς
στην ΑΝΟΙΞΗ -το είδαμε να το κάνει άλλωστε
και ο Γκονζάλες πάλι για μη εθνικά
θέματα, για οικονομικά- επιμένουμε ότι
το βέτο αυτό είναι εφικτό.
Έκτον,
αν η Κυβέρνηση επιμείνει να μην φέρει
ούτε και με το 1.2 και το 1.8 το θέμα των
Σκοπίων σε συζήτηση στους "Δώδεκα",
θα μπορούσε να ανακοινώσει άνετα,
επικαλούμενη τα σχετικά άρθρα 223 και
224 της Συνθήκης της Ρώμης -άρθρα που
προσπάθησαν οι εταίροι μας στη διαδικασία
του Μάαστριχτ να τα αποβάλουν από το
κείμενο αυτό και δεν το κατόρθωσαν- το
σταδιακό κλείσιμο των συνόρων μας με
τα Σκόπια για λόγους ασφαλείας, αν αυτά
δεν αποδεχτούν τις ελληνικές θέσεις.
Κάτι τέτοιο όμως, βεβαίως, θα πρέπει να
έχει τη στήριξη όλου του πολιτικού
κόσμου.
Κυρίες
και κύριοι συνάδελφοι, εμείς κάνουμε
το χρέος μας, αναλύουμε, παρουσιάζουμε,
στηρίζουμε τις θέσεις μας και επιπλέον
καταθέτουμε τη συγκεκριμένη πρόταση.
Ας έχουμε, λοιπόν, μία εθνική στρατηγική
άμεσης δράσης. Ας προτάξουμε αυτή την
αναγκαία ελληνική αφύπνιση, την εθνική
αυτοπεποίθηση απέναντι σ’ αυτούς που,
είτε προτιμούν την αμνησία από τη μνήμη,
είτε επιχειρούν τη νέα έκδοση της
επίσημης εθνικής διγλωσσίας. Εθνικό
συγχωροχάρτι παράδοσης νομίζω ότι δεν
θα δώσουμε ποτέ οι Έλληνες.
Επιμένω,
τέλος, ότι στη Βουλή συζητούμε, αλλά
αποφάσεις μπορούμε να πάρουμε,
επαναλαμβάνω, μόνο μέσα από τη διαδικασία
του Συμβουλίου των Αρχηγών. Αν ψάχνουμε
για συναίνεση και αν το εννοούμε, μόνο
εκεί μπορούμε να τη βρούμε.
Κύριε
Πρόεδρε, τελειώνω με κάτι σημαντικό.
Θυμίζω ότι ένα από τα επτά σημεία δράσης
που πρότεινα στο Συμβούλιο των Αρχηγών
την ημέρα της αποπομπής μου, ήταν και η
έκδοση ψηφίσματος της Βουλής των Ελλήνων,
ψήφισμα με την κατηγορηματική υπεράσπιση
του ονόματος της Μακεδονίας που θα
προοριζόταν για όλα τα ευρωπαϊκά
Κοινοβούλια. Ήταν ένα από τα επτά σημεία,
για τα οποία ο κ. Μητσοτάκης δικαιολόγησε
την αποπομπή μου σαν αιτία επικείμενης
διαφωνίας. Αντί, όμως, για επικείμενη
διαφωνία, έγινε, δυστυχώς, πάλι κατόπιν
εορτής, απόλυτη συμφωνία, όπως έγινε με
τη φοβερή, άλλωστε, καθυστέρηση και στα
άλλα έξι σημεία που είχα προτείνει. Και
έτσι, μετά από ένα μήνα σχεδόν, στις
9.6.92 εξεδόθη από τη Βουλή το ψήφισμα για
την εφαρμογή των τριών όρων της ΕΟΚ για
την αποτροπή της χρησιμοποίησης του
ονόματος "Μακεδονία".
Σας
διαβάζω το ψήφισμα της περασμένης
Βουλής: "Διακηρύσσει την απόφαση των
Βουλευτών όλων των Κομμάτων, πλην του
ΚΚΕ, να ζητήσει τη συμπαράσταση των
δημοκρατικών κοινοβουλίων των κρατών-μελών
της Κοινότητας και όλου του κόσμου, για
να εφαρμοσθούν οι τρεις όροι των Υπουργών
Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας
και για να αποτραπεί η χρήση του ονόματος
"Μακεδονία" από οποιαδήποτε νέα
κρατική οντότητα".
Απόψε,
αυτό το ιστορικό ψήφισμα επαναφέρω ως
πρότασή μου στη σημερινή συνεδρίαση
της Βουλής για ψηφοφορία. Σήμερα και οι
δύο Αρχηγοί, δηλώσατε ότι συμφωνείτε
απόλυτα με αυτό το ψήφισμα. Δική σας η
απόφαση να το ψηφίσετε ή να το καταψηφίσετε.
Δική σας η απόφαση μέσα από αυτή την
πράξη να υπερασπισθείτε έμπρακτα τη
Μακεδονία μας, ή να μιλήσετε για μελλοντικό
συμβιβασμό. Ευχαριστώ πολύ.
(Χειροκροτήματα
από την Πτέρυγα της Πολιτικής Άνοιξης)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ
(Απόστολος Κακλαμάνης): Η Πρόεδρος της
Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Κομμουνιστικού
Κόμματος Ελλάδας, κα Παπαρήγα, έχει το
λόγο.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ
ΠΑΠΑΡΗΓΑ (Γενική Γραμματέας του Κ.Κ.Ε.):
Κύριε Πρόεδρε, κύριοι Βουλευτές, τις
τελευταίες μέρες είχαν φανεί κάποιες
αμυδρές ελπίδες ότι η σημερινή συνεδρίαση
της Βουλής μπορούσε να οδηγήσει άμεσα
ή σε μια κοντινή προοπτική, σε έναν
αναπροσανατολισμό της πολιτικής της
Κυβέρνησης, αλλά και των άλλων Κομμάτων,
όσον αφορά το θέμα των σχέσεων με τη
γειτονική δημοκρατία.
Κατά
τη γνώμη μου, ύστερα από τη συζήτηση που
έγινε από την πλευρά και του Πρωθυπουργού
και των Αρχηγών των άλλων Κομμάτων,
εξέλιπε, κυριολεκτικά, κάθε ελπίδα.
Και
πραγματικά αναρωτιέται κανείς. Έγινε
πολύ μεγάλη φασαρία για να γίνει η
συζήτηση στη Βουλή -και σωστά, γιατί στη
Βουλή κυρίως πρέπει να συζητούνται
τέτοια ζητήματα, μπροστά στον Ελληνικό
Λαό- αλλά για ποιό σκοπό;
Για
να επαναληφθεί αυτό που έγινε δύο φορές
τουλάχιστον, κατά τη διάρκεια των
συσκέψεων των κομμάτων με τον Πρόεδρο
της Δημοκρατίας...
AKΟΛΟΥΘΕΙ
Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΗΣ ΑΛΕΚΑΣ ΠΑΠΑΡΗΓΑ ΠΟΥ
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΕ ΑΛΛΗ ΑΝΑΡΤΗΣΗ
ΠΡΟΕΔΡΟΣ
(Απόστολος Κακλαμάνης): Ο κύριος Πρόεδρος
της Κυβερνήσεως έχει το λόγο.
ΑΝΔΡΕΑΣ
Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ (Πρόεδρος της Κυβέρνησης):
Θα κάνω μερικά μόνο σχόλια πάνω στις
ομιλίες των Αρχηγών των κομμάτων, πάρα
πολύ μικρά αλλά ουσιαστικά.
Σε
ό,τι αφορά το λόγο του κ. Έβερτ και τις
θέσεις της Νέας Δημοκρατίας, υπενθυμίζω
και πάλι, πρώτον, ότι υπάρχει διαφορά
ανάμεσα στην αναγνώριση και στη σύναψη
διπλωματικών σχέσεων. Η αναγνώριση
συνετελέσθη στα Ηνωμένα Έθνη την άνοιξη
του 1993 από τους δώδεκα, κάτι το οποίο
δεν υποχρεώνει εμάς να θεωρήσουμε ότι
υπάρχει αυτή τη στιγμή αναγνώριση της
Ελληνικής Κυβέρνησης με οποιοδήποτε
όνομα. Το πρώτο αυτό σημείο αφορά το
γεγονός ότι εμείς γίναμε Κυβέρνηση στις
10 Οκτωβρίου. Εως τότε είχαν ήδη αναγνωρισθεί
από την Κοινότητα. Μην πάμε παραπέρα.
Και άλλες χώρες τα αναγνώρισαν. Σας είπα
μεταξύ 35 και 40.
Το
δεύτερο σημείο που θέλω να τονίσω είναι
αυτό με τα κεκτημένα. Πώς είναι κεκτημένα
όταν σε επιστολή του προς το Γραμματέα
των Ηνωμένων Εθνών τον Μάιο του 1993, ο
Γκλιγκόρωφ αρνείται τις προτάσεις των
δύο συμπροέδρων. Πώς είναι δυνατόν να
τις αρνείται και εμείς να λέμε ότι
υπήρξαν κεκτημένα. Δεν υπήρξαν κεκτημένα.
Καταθέτω
την επιστολή Γκλιγκόρωφ.
(Στο
σημείο αυτό ο Πρόεδρος της Κυβερνήσεως
κ. Ανδρέας Γ. Παπανδρέου καταθέτει τη
σχετική επιστολή η οποία έχει ως εξής:)
"S/25855/Add.
2
English
Page
2
Annex
Skopje
29 May 1993
Your
Excellency,
After
the admission of my country into the United Nations, the Co-Chairman
of the Steering Committee of the International Conference on the
Former Yugoslavia at Your Excellency’ s request, and in accordance
with Security Council resolution 817 (1993) have begun their good
offices and negotiations with the representatives of the Republic of
Macedonia and the Republic of Greece. Inspired by the permanent
interests for good-neighbourly relations with the Republic of Greece,
for peace and stability in the region, we have confirmed to the
Co-Chairmen our fullest participation and cooperation, so that the
speedy settlement of the difference between my country and the
Republic of Greece could be achieved.
I
would like to express our belief that these negotiations have proved
so far that it is conceivable that the request of the Security
Council could be successfully met, to which end the Co- Chairmen, Mr.
Cyrus Vance and Lord David Owen, have also rendered an important
contribution. We are prepared to continue to cooper ate with them in
order to arrive at a speedy settlement of the remaining unsolved
matters.
We
have, however, specific objections in connection with certain
suggestions of the Co-Chairmen, in particular regarding the
following:
-
the unacceptability of Article 5 of the proposed Draft, which is
directly in conflict with the Constitution of the Republic of
Macedonia and may, if accepted, imply change of the Constitution with
unforsseeable consequences and destabilization of the situation in my
country and in our region;
-
our reservations on the content of Article 7, which could denote
serious grounds for misunderstandings and disputes between the two
countries due to its wide and imprecise drafting;
-
the necessity to stipulate Macedonian and the Greek language (apart
from the English language) as the languages of two parties that are
to sign an international agreement.
We
suggest that Article 8 should read:
"1.
The parties shall guarantee/the rights and obligations of persons
members of national, ethnic and similar groups in accordance with
applicable international standards, in particular: (further on,
besides alradey mentioned documents, Article 8 should include: the
United Nations Declaration on the Rights of Persons belonging to
National, on Ethnic, Religious and Linguistic Minorities and the
Council of Europe’ s parliamentary Assembly Recommendation on the
Rights of Minorities).
2.
(As proposed.)
We
would like to emphasize our firm conviction that our constitutional
name "The Republic of Macedonia" does not imply territorial
of other aspirations whatsoever. Therefore, other proposals are not
necessary. To the contrary, the confirmation of this name shall
represent significant contribution to the maintenance of peace and
stability in the region, which is an essential requirement of
resolution 817 (1993).
In
a word, we find it indispensable that the existing process of
negotiations continues in accordance with the above-mentioned
resolution of the Security Council. However, that does not preclude
the prospects for bilateral talks and negotiations between the
Republic of Macedonia and the Republic of Greece in correlation with
the above-mentioned process. They, certainly, could not represent a
substitute for the ongoing negotiations on the basis of the good
offices of the Co-Chairmen, in hope that they could contribute to the
strengthening of the mutual confidence and to the achievement of
solutions acceptable for both parties.
I
am fully convinced that the Security Council shall take into account
the content of this letter when considering Your Excellency’ s
report to the Security Council and shall decide that the ongoing
process be accomplished in the specific and the shortest possible
period.
Please
accept, Your Excellency, the assurances of my highest consideration.
(Signed)
K. GLIGOROV
President
of the
Republic
of Macedonia
H.E.
Mr Boutros Boutros Ghali
United
Nations Secretary-General
New
York")
ΑΝΔΡΕΑΣ
Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ (Πρόεδρος της Κυβέρνησης):
Τώρα σε ό,τι αφορά το λόγο του κ. Σαμαρά.
Καταλαβαίνω βέβαια το πρόβλημα της 16ης
Νοεμβρίου, και ένα μεγάλο κομμάτι του
λόγου του αφορούσε ουσιαστικά μια
απολογία σ’ αυτό το σημείο.
Θέλω
να υπενθυμίσω ότι ο κ. Σαμαράς ήταν
Υπουργός της Νέας Δημοκρατίας και έχει
την ευθύνη μέχρι την ημέρα που παρέδωσε
αυτό το Υπουργείο.
Θέλω
να υπενθυμίσω στον κ. Σαμαρά επίσης, την
περίφημη επιτροπή Μπατεντέρ, Ιανουάριος
του 1992, όπου είναι σαφές ότι θεωρεί ο
Μπατεντέρ και η επιτροπή του, στην οποία
εμείς δεν στείλαμε αντιπρόσωπο, ότι
ικανοποιούνται και οι τρείς όροι από
τα Σκόπια. Αυτά είναι τα συγκεκριμένα
σημεία για το κ. Σαμαρά.
Τώρα
για την κυρία Παπαρήγα, έχω να πω τούτο:
Είπε μερικές αλήθειες. Όμως, βασικά
διαφωνούμε ριζικά στο θέμα του ονόματος.
Το όνομα πράγματι είναι ο φορέας του
αλυτρωτισμού και η θέση μας είναι
ξεκάθαρη, ότι δεν μπορεί να αναγνωρισθεί
αυτή η χώρα από την Ελλάδα, μέχρις ότου
υπάρξει όνομα που να μην μας προσβάλλει.
Αυτό είναι σαφές και θέλω να παραμείνει
σαφέστατο. Εάν η προσέγγισή μας έχει
κάποιο σταδιακό χαρακτήρα δεν σημαίνει
ότι το όνομα είναι σε δεύτερη μοίρα.
Παραμένει πάντοτε σε πρώτη μοίρα.
Θέλω
να δώσω την εντύπωσή μου από τους λόγους.
Πιστεύω ότι αυτήν τη στιγμή στη Βουλή
υπάρχει μια σημαντικότατη πλειοψηφία
που ξεπερνά το ένα κόμμα, η οποία στηρίζει
τις γενικές αρχές που ακολουθεί αυτή η
Κυβέρνηση στο Σκοπιανό. Περιορίστηκα
στο Σκοπιανό, δεν θέλησα να μπω στην
γεωπολιτική των Βαλκανίων. Μας εκθέτει
αυτή η συζήτηση λιγάκι σε προβλήματα
που θα ήθελα να παρακάμψω. Είναι δύσκολο
να μιλάς για γείτονες και να έχεις
αρνητικές τοποθετήσεις γι’ αυτούς
δημόσια και στη Βουλή. Αλλά σε ό,τι αφορά
τη συνάντηση των Αρχηγών, την οποία
επιθυμεί ο κ. Σαμαράς, η απάντησή μας
είναι ότι θα γίνει μία τέτοια συνάντηση,
μόλις ωριμάσουν οι συνθήκες και δεν
υπάρχει καμία δυσκολία στο να γίνει.
Απλώς, πρέπει να επιλεγεί ο κατάλληλος
χρόνος και να είναι ώριμες οι συνθήκες
ώστε να επιτευχθεί το μέγιστο δυνατόν
εθνικής συμφωνίας.
Δυστυχώς,
έχω το θλιβερό προνόμιο να ανακοινώσω
απόψε στη Βουλή, πρώτος, το θάνατο του
Βρανόπουλου. Το λέμε αυτό με βαθύτατη
λύπη, εκφράζουμε την αγανάκτησή μας,
την καταγγελία για την αδίστακτη αυτή
τρομοκρατική πράξη και ξέρουμε ότι
ολόκληρος ο Ελληνικός Λαός, όλοι οι
φορείς του, όλα τα κόμματά του στέκονται
ενωμένοι σε αυτό το πράγμα. Όχι στην
τρομοκρατία! Τέρμα στην τρομοκρατία!
Θέλουμε
να ευχηθούμε στον Υπουργό Δημόσιας
Τάξης καλή τύχη. Θα προσπαθήσουμε με
κάθε τρόπο να βρούμε άκρη. Είναι δύσκολο,
αλλά όχι, πιστεύω ακατόρθωτο. Τη λύπη
μου εκφράζω βαθύτατα στην οικογένεια
Βρανόπουλου και βεβαίως του οδηγού του
ή του συνομιλητή του, ο οποίος και αυτός
εβλήθη καίρια και τραυματίσθηκε.
Λυπούμαι,
ότι τελειώνω σε αυτήν τη νότα. Αλλά
πιστεύω ότι η αποψινή συζήτηση στη Βουλή
ήταν πράγματι χρήσιμη, γιατί έδειξε ότι
υπάρχει κλίμα ευρύτατης αποδοχής των
θέσεων αυτή τη στιγμή, της Κυβέρνησης
και της Αντιπολίτευσης. Βεβαίως, εξαιρώ
το ΚΚΕ τελείως με το οποίο η διαφορά μας
είναι δεδομένη, εάν και είπα ότι λένε
μερικές αλήθειες, δεν υπάρχει γι’ αυτό
αμφιβολία.
Και
σε ό,τι αφορά τον κ. Σαμαρά, δεν έχω να
προσθέσω τίποτε άλλο, παρά το ότι οι
παρενέργειες πολλές φορές μίας σωστής
πράξης, ξεπερνάνε τα θετικά της
αποτελέσματα. Είναι αυτό που θέλω να το
αφήσω ως τελική κουβέντα.
ΑΝΤΩΝΗΣ
ΣΑΜΑΡΑΣ (Πρόεδρος της Πολιτικής Άνοιξης):
Το ψήφισμα, κύριε Πρόεδρε;
ΑΝΔΡΕΑΣ
Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ(Πρόεδρος της Κυβέρνησης):Δεν
έχω καμία αντίρρηση.
(Χειροκροτήματα
από την Πτέρυγα του ΠΑΣΟΚ)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ
(Απόστολος Κακλαμάνης): Ο Πρόεδρος της
Αξιωματικής Αντιπολιτεύσεως, κ. Μιλτιάδης
Έβερτ έχει το λόγο.
ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ
ΕΒΕΡΤ (Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας):
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ερωτώ με
κάθε ειλικρίνεια τι συμπέρασμα αποκόμισε
ο Ελληνικός Λαός από τη συζήτηση. Βλέπει
την υπόθεση των Σκοπίων να πηγαίνει από
το κακό στο χειρότερο και ούτε λίγο ούτε
πολύ, κανένας να μην αναλαμβάνει τις
ευθύνες. Όλοι επέρριψαν τις ευθύνες
στους άλλους. Μα είναι αξιόπιστο αυτό
το πράγμα; Eρωτώ.
Η
μόνη, η οποία πράγματι είχε το θάρρος
να εκφράσει την άποψή της και που δεν
έχει και ευθύνη, διότι δεν διαχειρίστηκε
το θέμα, είναι η κ. Παπαρήγα. Όλοι οι
άλλοι δεν φταίμε; Ε λοιπόν, εγώ σας λέω
-ο οποίος δεν διαχειρίστηκα, ούτε ως
Υπουργός Εξωτερικών, ούτε ως σημερινός
Πρωθυπουργός, ούτε σε καμιά περίπτωση,
το θέμα των Σκοπίων- ένα απλό πράγμα.
Ότι και εγώ ευθύνομαι, διότι δεν μπορεί
να έχει φθάσει η υπόθεση των Σκοπίων
εδώ που έχει φθάσει, να απολογούμεθα
επί ώρες και να λέμε "ξέρετε, δεν
φταίμε, φταίνε οι άλλοι". Είναι
σύγχρονος πολιτικός λόγος αυτός και
έχετε την απαίτηση να εμπνεύσουμε
εμπιστοσύνη ως πολιτικοί στον Ελληνικό
Λαό; Λυπούμαι, δεν εμπνέουμε.
Δικαίωμα
του καθενός είναι να αισθάνεται την
ανάγκη να απολογηθεί. Εδώ όμως, σ’ αυτήν
την Αίθουσα, ήλθαμε για να κάνουμε
προτάσεις, ήλθαμε για να δούμε σφαιρικά
το θέμα.
Θα
ήθελα να παρατηρήσω στον κύριο Πρωθυπουργό
δύο πράγματα:
Πρώτον,
είναι ανάγκη, μέσα από τη συζήτηση να
καταλάβουν όλοι οι συνάδελφοι ποιό
είναι το ευρύτερο πρόβλημα της περιοχής
και να εντάξουμε το Σκοπιανό μέσα σ’
αυτά τα δεδομένα.
Η
απομόνωση του Σκοπιανού και η αντιμετώπισή
του σε μια θέση Σκόπια-Αθήνα, Αθήνα-Σκόπια,
δεν δίδει μια σφαιρική αντίληψη για το
τι πρέπει να γίνει, ούτε και τις παραμέτρους
του προβλήματος.
ΑΝΔΡΕΑΣ
Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ (Πρόεδρος της Κυβέρνησης):
Μου επιτρέπετε μια διακοπή;
ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ
ΕΒΕΡΤ (Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας):
Ευχαρίστως.
ΑΝΔΡΕΑΣ
Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ (Πρόεδρος της Κυβέρνησης):
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι έχετε δίκιο
γι’ αυτό. Απλώς είπα ότι έκρινα ότι σ’
αυτή τη συζήτηση θα μιλούσαμε για το
Σκοπιανό. Αλίμονο αν δεν υπάρχει ευρύτερη
στρατηγική. Αλίμονο αν δεν υπάρχει
ευρύτερη βαλκανική πολιτική.
ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ
ΕΒΕΡΤ (Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας):
Κύριε Πρόεδρε, αυτό ακριβώς επισημαίνω.
Ότι δεν μπορείτε να συζητήσετε για το
Σκοπιανό, αν δεν πείτε ποιά είναι η
στρατηγική την οποία πρέπει να
ακολουθήσουμε στο ευρύτερο φάσμα. Διότι
αυτό υπήρξε το τραγικό σφάλμα του
παρελθόντος. Ελλάδα-Βόρ.Ήπειρος,
Ελλάδα-Σκόπια, Ελλάδα-Βουλγαρία,
Ελλάδα-Τουρκία. Και όμως αυτά τα προβλήματα
είναι αλληλένδετα μεταξύ τους και
αλληλοεπηρεάζονται. Μόλις ακουμπήσετε
το ένα, δημιουργούνται παρενέργειες
στο άλλο. Και με την ομιλία μου αυτό
επεδίωξα να κάνω και πιστεύω ότι εκεί
έπρεπε να εκφρασθεί η θέση της Κυβερνήσεως.
Έπρεπε
σήμερα, κύριε Πρόεδρε, να δώσετε στρατηγικό
περίγραμμα του τί θέλετε να κάνετε. Δεν
μπορεί αυτή η Χώρα να προχωρεί με το
καθημερινό, μέρα με την ημέρα, ασυντόνιστα,
με ασυνέπεια χωρίς "δια ταύτα".
Μιλήσατε,
κύριε Πρόεδρε της Κυβερνήσεως, για το
θέμα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Εδώ
έχω την απόφαση του ΟΗΕ για την αίτηση
της εισδοχής των Σκοπίων υπό το όνομα
FYROM στα Ηνωμένα Έθνη. Σας το διαβάζω στα Αγγλικά:
"Having examined the application for admission...",δεν λέει "for
recognission", δεν αναγνωρίζει.
Και
από κάτω "as the former Yugoslavia Republic of Macedonia
panding sattlement..." δηλαδή ο όρος ο οποίος
εξαρτάται από την ικανοποίηση των
υπολοίπων όρων και τη συζήτηση η οποία
θα υπάρξει.
(Στο
σημείο αυτό ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας
κ. Μ. Έβερτ καταθέτει στα Πρακτικά το
σχετικό έγγραφο, το οποίο έχει ως εξής:
"S/25855
Enghlish
Page
6
Annex
II
RESOLUTION
817 (1993)
Adopted
by the Security Council in......
on
7 April 1993
The
Security Council,
Having
examined the application for admission to the United Nations in
documents S/25147,
Noting
that the applicant fulfils the criteria for membership in the United
Nations laid down in Article 4 of the Charter,
Noting,
however, that a difference has arisen over the name of the State,
which needs to be resolved in the interest of the maintenance of
peaceful and good-neighbourly relations in the region,
Welcoming
the readiness of the Co-Chairmen of the Steering Committee of the
International Conference of the Former Yugoslavia, at the request of
the Secretary-General, to use their good offices to settle the
above-mentioned difference, and to promote confidence-building
measures among the parties,
Taking
note of the contents of the letters contained in documents S/25541,
S/25542 and S/25543 received from the parties,
1......
the parties to continue to cooperate with the Co- Chairmen of the
Steering Committee of the International Confer ence on the Former
Yugoslavia in order to arrive at a speedy settlement of their
difference.
2.
Recommends to the General Assebly that the State whose application is
contained in document S/25147 be admitted to membership in the United
Nations, this State being provisionally referred to for all purposes
within the United Nations as the former Yugoslav Republic of
Macedonia pending settlement of the difference that has arisen over
the name of the State,
3.
Requests the Secretary-General to report to the Council on the.... of
the initiative taken by the Co-Chairman of the Steering Committee of
the International Conference on the Former Yugoslavia.")
ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ
ΕΒΕΡΤ ( Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας):
Συνεπώς, δεν υπήρξε και είναι ντροπή να
λέγεται ότι υπήρξε αναγνώριση στο θέμα
των Σκοπίων με την απόφαση του ΟΗΕ. Και
εν πάση περιπτώσει, είναι δεδομένο ότι
κανένας δεν περίμενε ότι θα υπάρξει
διπλωματική αναγνώριση, παραμονές της
ελληνικής Προεδρίας. Και αυτό συνέβη,
διότι εγκαταλείψατε τον διάλογο στον
ΟΗΕ. Εάν θέλατε, επαναλαμβάνω, κύριε
Πρόεδρε, να σπάσετε το διάλογο, να τον
κόψετε τον διάλογο, έπρεπε να περιμένετε
1,5 μήνα και να μην αφήσετε αυτό τον
κρίσιμο χρόνο μεταξύ του Νοεμβρίου και
της Προεδρίας της Ελλάδας. Και να
σταματήσετε το διάλογο κατά τη διάρκεια
της Προεδρίας.
Κύριοι
συνάδελφοι, και από την ομιλία μου, αλλά
και από αυτά που έχω πει στο παρελθόν,
προκύπτει ότι στην εξωτερική πολιτική
χρειάζονται να χρησιμοποιούνται δύο
πράγματα. Και το είχα πει, έτσι εκλαϊκευμένα.
Φαίνεται ότι ορισμένοι δεν το άκουσαν
καλά.
"Από
τη μια το καρότο και από την άλλη τη
σανίδα" χωρίς να χρησιμοποιούνται
τελικά ούτε το καρότο, ούτε η σανίδα.
Αλλά είναι καλό να τα επιδεικνύεις για
να φθάσεις στον τελικό αντικειμενικό
στόχο. Αυτή ήταν η θέση την οποία πάντοτε
υπεστήριξα όταν παρουσιάσθηκαν περίοδοι
απραξίας στο θέμα των Σκοπίων. Εδώ,
κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αυτό το
οποίο προέχει είναι ποιά λύση θα δώσουμε
στο θέμα των Σκοπίων.
Κύριε
Πρόεδρε της Κυβερνήσεως, εγώ έχω να σας
κάνω μια πρόταση. Συγκαλέστε ένα μόνιμο
Συμβούλιο Εθνικής Εξωτερικής Πολιτικής
το οποίο θα συζητάει σε καθημερινή βάση,
αν θέλετε, σε εβδομαδιαία βάση, όλα τα
προβλήματα. Το να πείτε ότι "ξέρετε"-
μετά από 2-3 μήνες ή από ένα μήνα ή από 15
μέρες, όταν θα έχουμε φθάσει προ
τετελεσμένων γεγονότων "να πάμε να
συζητήσουμε για 3-4 ώρες μπροστά στον
Πρόεδρο της Δημοκρατίας", δεν λέει
στην ουσία τίποτα. Απ’ αυτό το Εθνικό
Συμβούλιο Εξωτερικής και Αμυντικής
Πολιτικής θα ακούτε τις απόψεις των
κομμάτων. Δεν θα συμμετέχουν περισσότερα
από 4-5 άτομα και βεβαίως την τελική
απόφαση έχει η Κυβέρνηση, διότι εσείς
έχετε και την τελική ευθύνη. Αυτή είναι
η ουσιαστική μορφή του διαλόγου, που
πρέπει να ξεκινήσουμε, αν θέλουμε να
μπούμε σε λεπτομέρειες και να δώσουμε
λύση στο θέμα αυτό.
Αγαπητοί
συνάδελφοι, ελάτε να δούμε το αύριο και
να αφήσουμε την παρελθοντολογία και
την ανευθυνότητα. Κανένας δε θα βρεθεί
δικαιωμένος, εάν χαθεί η υπόθεση των
Σκοπίων.
(Παρατεταμένα
χειροκροτήματα από την Πτέρυγα της Νέας
Δημοκρατίας).
ΠΡΟΕΔΡΟΣ
(Απόστολος Κακλαμάνης):Ο Πρόεδρος της
Πολιτικής Άνοιξης, κ. Αντώνης Σαμαράς,
έχει το λόγο.
ΑΝΤΩΝΗΣ
ΣΑΜΑΡΑΣ (Πρόεδρος της Πολιτικής
Άνοιξης):Με συγκίνηση πληροφορηθήκαμε
τον θάνατο του Μιχάλη Βρανόπουλου.
Συλλυπούμεθα την οικογένειά του. Είναι
πλήγμα κατά της Δημοκρατίας. Ενισχύεται
ο κύκλος της βίας. Χρειάζεται αφύπνιση.
Απλά επαναλαμβάνουμε την άπόψη μας ότι
θα πρέπει να προταθεί και να γίνει δεκτή
μια διακομματική επιτροπή, συναινετικά,
για μέτρα- όποια είναι αυτά- που
χρειάζονται, κατά της τρομοκρατίας. Και
συγκεκριμένα, για μας, το γεγονός ότι ο
κ. Παπαθεμελής είναι Υπουργός Δημοσίας
Τάξεως, μας επιτρέπει να έχουμε την
απόλυτη εμπιστοσύνη σ’ αυτόν ότι θα
κινηθεί προς την ορθή κατεύθυνση.
Ως
προς τον κύριο Πρωθυπουργό, θα ήθελα
πρώτον να πω ότι δεν απάντησε κατά πόσον
θα ισχύσει η δήλωση του Υπουργού των
Εξωτερικών στο προχθεσινό ΕΘΝΟΣ, δηλαδή
ότι αρκεί η δήλωση βούλησης για υποχώρηση
των Σκοπιανών ή αν θα υπάρχει, σκέτα,
κατευθείαν, υποχώρηση των Σκοπιανών.
Είναι η ειδοποιός διαφορά που ανέφερα
μεγάλη.
Δεν
ξέρω αν από 10 σελίδες που είχα για το
θέμα της 16ης Δεκεμβρίου, η μόνη
επιχειρηματολογία ήταν ότι- δήθεν-
απολογήθηκα. Κάτι το συγκεκριμένο δεν
άκουσα. Μπορώ όμως να απαντήσω για τον
κ. Μπατιντέρ και να πω ότι αν απ’ όλη
την υπόθεση αυτό είναι τελικά το σφάλμα
μου, μπορώ να σας πω ότι δεν αποτελεί
σφάλμα, γιατί στο κάτω-κάτω ο κ. Μπατεντέρ
και οι θέσεις του δεν μέτρησαν καθόλου.
Και δεν μέτρησαν ούτε μέχρι σήμερα για
τα Σκόπια. Ενώ, αντίθετα, αυτός ο οποίος
είχε εγκρίνει την μη αναγνώριση της
Βοσνίας-Ερζεγοβίνης στην έκθεσή του,
είδε να αναγνωρίζεται η Βοσνία-Ερζεγοβίνη,
λίγες μέρες μετά την έκθεσή του.
Θεωρώ
πολύ θετικό το ότι ο Πρωθυπουργός δέχθηκε
την πρότασή μας για το Ψήφισμα. Πολύ
θετικό! Εμείς αύριο θα το καταθέσουμε
ως πρόταση. Και θα είναι ευκαιρία να
δούμε τι θα κάνουν επ’ αυτού τα άλλα
κόμματα.
Θεωρώ
ότι ο κ. Έβερτ δεν απάντησε σε τίποτα το
συγκεκριμένο. Δεν είναι δικό μας πρόβλημα
αυτό, αλλά τουλάχιστον δεν απάντησε στο
κατά πόσον εμπνέεται η Νέα Δημοκρατία
ή όχι από την επιστολή Γεωργίου Παπούλια
της 27ης Μαϊου 1993, περί Σλαβομακεδονίας.
Και αν τη θεωρεί σωστή ο κ. Έβερτ, να το
πει. Αν δεν τη θεωρεί σωστή, να μας πει
τι πρόκειται να κάνει επ’ αυτού. Θα
κάνει κάποια δήλωση; Θα ταχθεί αναφανδόν
εναντίον ή όχι;
Αυτά
για τη δευτερολογία. Ευχαριστώ πολύ.
ΔΕΥΤΕΡΟΛΟΓΙΑ
ΤΗΣ ΑΛΕΚΑΣ ΠΑΠΑΡΗΓΑ ΠΟΥ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ
ΣΕ ΑΛΛΗ ΑΝΑΡΤΗΣΗ
ΠΡΟΕΔΡΟΣ
(Απόστολος Κακλαμάνης): Κύριοι συνάδελφοι,
πριν προχωρήσουμε στο δεύτερο κύκλο
των ομιλητών και ύστερα από τις
τοποθετήσεις του Πρωθυπουργού και των
Αρχηγών των κομμάτων, θα ήθελα, εκφράζοντας
τα συναισθήματα όλων των Πτερύγων, να
διατυπώσω την λύπη για τον τραγικό
θάνατο του Μιχαήλ Βρανόπουλου, τον
αποτροπιασμό όλων μας για την εγκληματική
τρομοκρατική ενέργεια και την απόφασή
μας να παταχθεί η τρομοκρατία.
Προχωρούμε
στο δεύτερο κύκλο των ομιλητών. Τον λόγο
έχει ο Επίτιμος Πρόεδρος της Νέας
Δημοκρατίας κ. Κωνσταντίνος Μητσοτάκης.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
δεν είναι στην πρόθεσή μου απόψε, ούτε
να αντιδικήσω με την Κυβέρνηση, αλλά
ούτε και να αναφερθώ δια μακρών στην
ιστορία του θέματος. Παρακολούθησα την
συζήτηση και πρέπει να σας δηλώσω με
κάθε ειλικρίνεια ότι δεν έμεινα
ικανοποιημένος από αυτά που άκουσα.
Έχω
την εντύπωση ότι γίνεται μία προσπάθεια
να αποφύγουμε να δούμε το πρόβλημα κατά
μέτωπο. Ότι λείπει η ειλικρίνεια και το
πολιτικό θάρρος στην αντιμετώπιση του
προβλήματος.
Είπα
πως δε θα αναφερθώ στο παρελθόν. Άκουσα,
όμως, τη μακρά κουραστική απολογία του
κ. Σαμαρά. Και θα ήθελα να πω, με όλο το
βάρος που μπορεί να έχει μία τοποθέτηση
από μένα, ότι εάν ανατρέξουμε στο
παρελθόν, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
κρίσιμη καμπή στο θέμα των Σκοπίων ήταν
η 16η Δεκεμβρίου.
(Θόρυβος
στην Αίθουσα)
Το
έχω πει, κύριοι συνάδελφοι. Δεν χρειάζεται
αποδοκιμασία ή επιδοκιμασία. Δεν μπορούσε
η Ελλάς να σταματήσει την αναγνώριση
της Κροατίας και της Σλοβενίας εκείνη
την εποχή. Μπορούσε, όμως, αδιαμφισβήτητα
να πετύχει ή τουλάχιστον υπήρχαν ελπίδες
να πετύχει, πλήρη λύση του προβλήματος
των Σκοπίων τότε. Καλύτερη στιγμή δεν
μπορούσαμε να βρούμε.
Υπήρχε
η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, η
οποία έδινε οδηγίες στον Υπουργό των
Εξωτερικών. Και πρέπει να πω εδώ, στην
Εθνική Αντιπροσωπεία, ότι, πριν ξεκινήσει
από τις ΗΠΑ όπου είμαστε μαζί, για να
πάει στις Βρυξέλλες, του είπα την ώρα
που τον αποχαιρετούσα:"Να αντιταχθείς
στη Γερμανία. Εάν όμως τελικά δεν
μπορέσεις να επιμείνεις στην άποψη της
μη διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας. Κοίταξε,
τώρα που έχει τόσο μεγάλη ανάγκη η
Γερμανία, μπορείς να πετύχεις πλήρη
ικανοποίηση των ελληνικών θέσεων στο
θέμα των Σκοπίων." Και δεν το επέτυχε
ο κ. Σαμαράς. Δεν τον κατηγορώ, γιατί δεν
το επέτυχε. Νέος ήταν, αδύνατος ήταν...
(Θόρυβος
στην Αίθουσα - Κωδωνοκρουσίες)
Αλλά
ήταν ανάγκη, από εκεί και πέρα, να
προχωρήσει εκεί που προχώρησε.
Και
θα πω και κάτι άλλο ακόμη: Δεν μου κάνει
πάρα πολύ εντύπωση, γιατί δεν έδωσε τη
μάχη εκείνη. Γιατί δώδεκα μέρες πριν,
στις 2 Δεκεμβρίου, στο ίδιο το Συμβούλιο
των Υπουργών των Εξωτερικών, είχε δεχθεί,
κατά τη συζήτηση του Κανονισμού, να
αναφερθεί η δημοκρατία αυτή με σκέτο
το όνομα "Μακεδονία". Και είχε απλώς
διατυπώσει επιφύλαξη. Είχε, όμως, δεχθεί
να μπεί στο κείμενο.
Τα
λέω αυτά, αγαπητοί συνάδελφοι, για να
πω ότι εκ των υστέρων πολλοί κινούν το
θέμα και όχι μόνο ο κ. Σαμαράς -δεν είναι
μοναδικό δυστυχώς το φαινόμενο- ανάλογα
με τις σκοπιμότητες ή με τα πολιτικά
και τα κομματικά συμφέροντα της στιγμής.
Κύριοι
συνάδελφοι, οι φάσεις που πέρασε το θέμα
των Σκοπίων είναι γνωστές. Η δική μας
Κυβέρνηση προσπάθησε να πετύχει εθνική
ομοφωνία. Και την ομοφωνία, την οποία
πετύχαμε, πάνω σε μιά βάση ανυποχώρητη
σε ό,τι αφορά το όνομα, αυτήν προσπάθησα,
όσο μπορούσα, με όλες μου τις δυνάμεις
να την προασπίσω. Και πέτυχα αποτελέσματα
και στο Γκιμαράεζ και στη Λισσαβώνα και
στο Εδιμβούργο.
Όμως,
έφθασε η ώρα που το θέμα πήρε μία τελείως
άλλη διάσταση, από τη στιγμή που η
δημοκρατία αυτή πήγε στα Ηνωμένα Έθνη.
Και
εδώ, είναι ανάγκη να γίνουν μερικές
διευκρινίσεις με τον απόντα κύριο
Πρωθυπουργό. Ήταν αδύνατο να εμποδιστεί
η δημοκρατία αυτή να πάει στα Ηνωμένα
Έθνη. Ερώτησε ο κ. Παπανδρέου: "Γιατί
δεν πήγαινε πρωτύτερα;" Δεν πήγε
πρωτύτερα, γιατί την εμπόδιζαν οι
Ευρωπαίοι, την συγκρατούσαν μέχρι το
Εδιμβούργο. Μετά το Εδιμβούργο, δεν την
συνεκράτησαν πλέον οι Ευρωπαίοι. Ήταν
μία πραγματικότητα.
Πήγε
στα Ηνωμένα Έθνη. Δεν υπάρχει κράτος
της γης το οποίο να πάει στα Ηνωμένα
Έθνη και να μην αναγνωριστεί.
Άλλωστε,
γιατί δεν ξεκαθαρίζουμε εδώ μεταξύ μας
το θέμα; Εμείς, θέλουμε ή δεν θέλουμε να
υπάρχει αυτή η δημοκρατία; Όταν εμείς
οι ίδιοι λέμε ότι η εθνική ελληνική
πολιτική -και είναι από τα λίγα θέματα
στα οποία συμφωνούν όλες οι Πτέρυγες
αυτής της Αίθουσας- είναι να υπάρχει
αυτή η δημοκρατία, πως ήταν δυνατόν να
αρνηθούμε την ύπαρξή της;
Αρνούμαστε
το όνομα, διαμαρτυρόμαστε εναντίον της
πολιτικής της, αλλά την ύπαρξή της και
κατά συνέπεια το να μπει στα Ηνωμένα
Έθνη, δεν μπορούσε κανείς να το αρνηθεί.
Και δώσαμε μια μάχη δύσκολη και πετύχαμε
αυτό που για μιά στιγμή φαινόταν
ακατόρθωτο.
Πετύχαμε
αυτή η Δημοκρατία να γίνει δεκτή στα
Ηνωμένα Έθνη χωρίς όνομα και χωρίς
σημαία.
Δεν
υπάρχει τέτοιο προηγούμενο, κυρίες και
κύριοι συνάδελφοι, στα Ηνωμένα Έθνη, με
ένα κράτος υπαρκτό. Το λέει και η Επιτροπή
Μπατεντέρ. Και η επιτροπή Μπατεντέρ
έπαιξε και αυτή το ρόλο της, χωρίς καμία
αμφιβολία. Δεν θα διαφωνήσω με τον κ.
Παπανδρέου, όταν το λέει αυτό το πράγμα.
Η
επιτροπή Μπατεντέρ εδέχθη την ύπαρξη
αυτής της Δημοκρατίας και κανείς δεν
μπορούσε να αρνηθεί την ύπαρξή της. Και
όμως, παρά ταύτα, επέτυχε η Ελλάς. Έδωσε
τη μάχη, όπως έπρεπε. Και με τη βοήθεια
των Ευρωπαίων συμμάχων μας και με τη
βοήθεια των μονίμων μελών-που ήσαν δύο
όπως ξέρετε, η Αγγλία και η Γαλλία - και
της Ισπανίας, η οποία συνέβαινε τότε να
είναι μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας,
πετύχαμε να γίνει δεκτή αυτή η Δημοκρατία,
χωρίς όνομα και χωρίς σημαία. Και η
Ελλάς, εδέχθη να αναλάβουν τα Ηνωμένα
Έθνη, μια προσπάθεια επίλυσης της
διαφοράς. Και δεν νομίζω ότι υπάρχει
κανένας Έλληνας, ο οποίος να μπορεί να
αμφισβητήσει ότι ο καλύτερος τρόπος
συζήτησης είναι μέσα στα πλαίσια των
Ηνωμένων Εθνών. Και ήταν και είναι και
θα είναι και στο μέλλον.
Εκεί,
στα Ηνωμένα Έθνη, πετύχαμε μια συμφωνία,
σ’ αυτά που λέγονται μέτρα αποκαταστάσεως
εμπιστοσύνης, που είναι στην ουσία αυτά
που αναφέρονται στην εθνική προπαγάνδα,
στο Σύνταγμα, στην δήθεν μειονότητα,
στη σημαία και στα σύμβολα.
Κυρίες
και κύριοι συνάδελφοι, δεν θέλω να κρίνω
ποιό ήταν καλύτερο, το κείμενο Πινέϊρο
ή το κείμενο που πετύχαμε στα Ηνωμένα
Έθνη με τον κ. Παπακωνσταντίνου και με
τον κ. Γεώργιο Παπούλια. Είναι περίπου
τα αυτά. Θα μπορούσαμε να είχαμε δεχθεί
και την πρόταση Πινέϊρο, εάν είμαστε
διατεθειμένοι εκείνη την ώρα να κάνουμε
κάποια λογική υποχώρηση ή κάποια
υποχώρηση που μπορεί εσείς να την
θεωρείτε λογική στο θέμα του ονόματος.
Ξαναπήραμε
τα ίδια πράγματα και ίσως και καλύτερα
με την διαπραγμάτευση που έγινε στα
Ηνωμένα Έθνη. Και απλώς η Κυβέρνησή μας
δεν δέχθηκε να συζητήσει το θέμα του
ονόματος ή μάλλον δεν ήταν σε θέση να
προχωρήσει σε διαπραγμάτευση για το
θέμα του ονόματος.
Ανεφέρθη
το όνομα "Σλαβομακεδονία". Να μην
κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας
αγαπητοί συνάδελφοι. Όποιος κοιτάξει
τα αρχεία του Υπουργείου των Εξωτερικών,
ακόμα και επί των ημερών του κ. Σαμαρά,
θα δει ότι "Σλαβομακεδονία" ονόμαζε
το Υπουργείο των Εξωτερικών αυτή τη
Δημοκρατία.
Δεν
ήταν όμως πρόταση για να καταλήξουμε,
γιατί η Κυβέρνησή μας ήταν αποφασισμένη
να μην προχωρήσει σε λύση πριν από τις
εκλογές. Και αυτό και γιατί δεν είχαμε
την αναγκαία πλειοψηφία, για να πάρουμε
μια τέτοια σοβαρή απόφαση, από την ώρα
που δεν μας στήριζαν και τα υπόλοιπα
Κόμματα της Αντιπολιτεύσεως.
Πρόθεσή
μου ήταν, να γίνουν εκλογές και μετά τις
εκλογές να λυθεί το θέμα αυτό. Και δεν
ήθελα, κύριοι συνάδελφοι, να γίνε εκλογή
πάνω σε αυτό το θέμα. Δεν έπρεπε η
Κυβέρνηση, η Ελληνική, να πέσει πάνω στο
θέμα αυτό. Γιατί εάν έπεφτε πάνω σ’ αυτό
το θέμα, αναγκαστικά πλέον το θέμα αυτό
θα γινόταν θέμα εκλογικής διαμάχης
ενώπιον του Λαού. Και από εκεί και πέρα
η επόμενη Κυβέρνηση που θα έβγαινε, θα
ήταν υποχρεωτικά με δεμένα τα χέρια
στην αντιμετώπιση ενός τέτοιου
προβλήματος. Ενώ ήταν ανάγκη να έχει
ευελιξία η όποια Ελληνική Κυβέρνηση
ερχόταν στην αντιμετώπιση αυτού του
θέματος. Και έτσι, σήμερα βρίσκεται η
Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με την πλειοψηφία
την οποία έχει, σε μια ευνοϊκή θέση.
Γιατί στα Ηνωμένα Έθνη το θέμα είναι
ανοιχτό, γιατί είναι κεκτημένο, κύριοι
συνάδελφοι, αυτό το οποίο πρωτύτερα....
ΜΙΧΑΛΗΣ
ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ: Μου επιτρέπετε;
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Παρακαλώ, κύριε Παπακωνσταντίνου.
ΜIXAΛΗΣ
ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ: Μια απαραίτητη
διευκρίνηση.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ
(Απόστολος Κακλαμάνης): Κύριε
Παπακωνσταντίνου, παρακαλώ.
MIXAΛΗΣ
ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ: Το δικαιούμαι, κύριε
Πρόεδρε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ
(Απόστολος Κακλαμάνης): Κύριε
Παπακωνσταντίνου, παρακαλώ.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Παρακαλώ, κύριε Παπακωνσταντίνου.
Υπάρχει ο Κανονισμός. Θα πρέπει να
ρωτήσετε και τον Πρόεδρο.
MIXAΛΗΣ
ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ: Τον ρώτησα και πριν,
κύριε Πρόεδρε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ
(Απόστολος Κακλαμάνης): Κύριε Μητσοτάκη,
εσείς, δέχεστε διακοπή;
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Παρακαλώ.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ
(Απόστολος Κακλαμάνης): Ορίστε, κύριε
Παπακωνσταντίνου, έχετε το λόγο.
MIXAΛΗΣ
ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ: Ανέφερε ο κύριος
Πρωθυπουργός ότι υπάρχει επιστολή
Γκλιγκόρωφ του Μαϊου του 1993, που δεν
δέχεται αυτά που εμείς ονομάζουμε
κεκτημένα. Έχω εδώ την επιστολή, είναι
της 29 Μαϊου, έχω μόνο το αγγλικό κείμενο.
Δεν δέχεται μόνο το άρθρο 5, ζητεί κάποιες
μετατροπές στο άρθρο 7 και θέλει να
γραφεί η συμφωνία και στη λεγόμενη
"μακεδονική" γλώσσα. Αυτό σημαίνει
ότι είχε δεχθεί ο κ. Γκλιγκόρωφ όλα τα
υπόλοιπα.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Κύριοι συνάδελφοι, το θέμα
δεν είναι στενά νομικιστικό, είναι
πολιτικό. Μπορώ να σας βεβαιώσω ότι
είναι κεκτημένα αυτά τα οποία πήραμε
στα Ηνωμένα Έθνη. Περί αυτού δεν υπάρχει
η παραμικρή αμφιβολία. Άλλωστε, από την
ώρα που τα δέχθηκε ολόκληρο το Συμβούλιο
Ασφαλείας και τα δέχθηκε και ο
διαπραγματευτής Σάϊρους Βάνς,
αντιλαμβάνεστε ότι τα Σκόπια, κι αν
έχουν μερικές μικρές επιφυλάξεις σε
ασήμαντες λεπτομέρειες, όπως είπε
πρωτύτερα ο κ. Παπακωνσταντίνου, είναι
υποχρεωμένα να δεχθούν αυτό το πακέτο.
Κύριοι
συνάδελφοι, πρέπει να γνωρίζει ο Ελληνικός
Λαός ότι το πακέτο αυτό υπάρχει και
υπάρχει παράλληλα το θέμα του ονόματος.
Εγώ
ομολογώ ότι έχω χάσει το μυαλό μου,
ακούγοντας τον κ. Παπανδρέου. Άκουσα τη
δήλωσή του, την οποία επανέλαβε απόψε,
ότι θα προχωρήσει σε διαπραγμάτευση
του ονόματος, για να πείσει τα Σκόπια
να υποχωρήσουν.
Μα,
κύριοι συνάδελφοι, σε ποιόν απευθύνεται
ο κ. Παπανδρέου; Δεν νομίζετε ότι υποτιμά
πολύ τη νοημοσύνη όλων μας και τη
νοημοσύνη του Ελληνικού Λαού, όταν ο κ.
Πάγκαλος έχει πει ότι είναι χαμένο το
θέμα του ονόματος, όταν ο Γεώργιος
Παπανδρέου, ο γιος του, Υφυπουργός των
Εξωτερικών, έχει δηλώσει τα ίδια; Πώς
θα πείσει τον κ. Γκλιγκόρωφ να υποχωρήσει;
Σε ποιον θα στηριχθεί, να επιμείνει, για
να υποχωρήσει;
Κυρίες
και κύριοι συνάδελφοι, πρέπει να είναι
τα πράγματα ξεκάθαρα. Εάν πράγματι
θέλουμε να μείνουμε στα Ηνωμένα Έθνη,
εάν θέλουμε να κάνουμε διαπραγμάτευση
και για το όνομα, πρέπει να είμαστε
έτοιμοι όντως να κάνουμε διαπραγμάτευση
και να συζητήσουμε τη μικτή ονομασία.
Από
κει και πέρα, το πρόβλημα τίθεται
συνολικά. Πάντοτε μιλούσαμε για ένα
πακέτο "package", λέγαμε από καιρό ότι
θα είναι η συζήτηση και η ενδεχόμενη
συμφωνία. Η Ελλάς, η Ελληνική Κυβέρνηση,
η Ελληνική Βουλή πρέπει να κρίνει το
σύνολο του θέματος, τι μπορούμε να
πετύχουμε στα μέτρα αποκαταστάσεως της
εμπιστοσύνης που είναι και τα πιο
ουσιαστικά. -επ’ αυτού εγώ έχω απόλυτη
γνώμη, ποτέ μου δεν την έκρυψα και δε
νομίζω ότι είμαι ο μόνος σ’ αυτή την
Αίθουσα που το πιστεύει- και τι μπορούμε
να πετύχουμε στο όνομα. Και να πάρουμε
μία απόφαση αν το δεχόμαστε ή δεν το
δεχόμαστε. Αγαπητοί συνάδελφοι, οτιδήποτε
άλλο γίνει αυτή την ώρα θα είναι περιπέτεια
για το Έθνος.
Άκουσα
τον κ. Σαμαρά να λέει "να ξαναγυρίσουμε
πίσω στην Ευρώπη". Μα, είναι ποτέ
δυνατόν να φανταστεί κανείς ότι η Ευρώπη
θα μας στηρίξει σήμερα στο θέμα του
ονόματος, όταν πάνω στο όνομα έχουν
διαφωνήσει έντονα, όταν έχουμε εξαντλήσει
και τα τελευταία περιθώρια συζήτησης
μαζί τους;
Επίσης,
είναι εκτός λογικής και εκτός
πραγματικότητας είναι λαϊκισμός του
χειρίστου είδους, να λέμε ότι θα θέσουμε
βέτο για να μη γίνει διεύρυνση της
Ευρώπης προκειμένου να πετύχουμε τη
λύση του προβλήματος των Σκοπίων.
Δεν
υπάρχει καμιά αμφιβολία, κύριοι
συνάδελφοι, ότι, όταν τέσσερις χώρες
σαν και αυτές για τις οποίες συζητούμε
πρόκειται να μπουν στην Ευρώπη και η
Ελλάς σήμερα -ειδικότερα σήμερα- εκεί
που έχει πέσει το γόητρό της θέτει βέτο,
θα μας πούνε: "Δεν έχετε, κύριοι, παρά
να φύγετε. Τέσσερις καινούργιοι καλύτεροι
από σας έρχονται. Φύγετε, πηγαίνετε στο
καλό και ευχαρίστηση θα μας κάνετε".
Αγαπητοί
κύριοι συνάδελφοι, λυπάμαι που είμαι
υποχρεωμένος να μιλήσω σ’ αυτό το τόνο,
αλλά αυτή είναι η πραγματικότητα. Είναι
ανάγκη να δούμε το θέμα όπως είναι, στις
πραγματικές του διαστάσεις και να
επιδιώξουμε τη λύση του. Εγώ έχω πει
πολλές φορές στην Κυβέρνηση με δηλώσεις
που έχω κάνει, "ξαναγυρίστε στα Ηνωμένα
Έθνη". Και πρέπει να γυρίσει η κυβέρνηση
στα Ηνωμένα Έθνη γρήγορα, διότι δε θα
μας περιμένουν επ’ άπειρον.
Μπορώ
να βεβαιώσω το Σώμα, ότι η υστάτη προθεσμία
που μπορούμε να κάνουμε αυτή τη στροφή,
διαδικαστική έστω στροφή για να πάμε
στα Ηνωμένα Έθνη, είναι ο Μάρτιος. Ο
Σάυρους Βάνς δε θα περιμένει επ’ άπειρον.
Τα Ηνωμένα Έθνη δε θα μας περιμένουν.
Είχε
την ευκαιρία, όταν μετά τις εκλογές
επισκέφθηκα καθαρά ιδιωτικά τις Ηνωμένες
Πολιτείες, να έχω μία μακράν συζήτηση
κατ’ ιδίαν με το Μπούτρος-Γκάλι. Και
αντελήφθην τα πνεύματα στα Ηνωμένα
Έθνη. Πρέπει να το μεταφέρω αυτό στην
Εθνική Αντιπροσωπεία. Εάν εμείς
επιμείνουμε σ’ αυτή τη στείρα θέση,
φεύγοντας από τα Ηνωμένα Έθνη να είσθε
βέβαιοι ότι πολλοί θα ανακουφισθούν,
διότι θα λείψει μία ενόχληση για πολλούς
οι οποίοι αυτή την ώρα για πολλούς άλλους
λόγους αισθάνονται την ανάγκη να
συμπαρασταθούν στην Ελλάδα.
Και
τι θα συμβεί από εκεί και πέρα; Εμείς θα
έχουμε την ικανοποίηση ότι δεν
αναγνωρίζουμε αυτή τη Δημοκρατία, η
οποία θα αναγνωρισθεί από όλους με το
σκέτο όνομα της Μακεδονίας, κάτι το
οποίο είναι κακό διότι μια τέτοια ακραία
λύση θα συντηρήσει την τριβή και το
πρόβλημα. Και από την άλλη μεριά θα είναι
θανάσιμο λάθος να αρχίσουμε να
κουβεντιάζουμε για επιμέρους υποχωρήσεις.
Ο
κ. Σαμαράς είχε ένα δίκιο, όταν μας θύμισε
απόψε ότι τη σημαία της Βεργίνας, την
αναπέττασε ο κ. Γκλιγκόρωφ μετά το πακέτο
Πινέϊρο. Όταν συζητούσαμε το πακέτο
Πινέϊρο δεν υπήρχε το αστέρι της Βεργίνας.
Το προσέθεσε. Ε, λοιπόν, τί; Αν έρθει τώρα
ο κ. Γκλιγκόρωφ και κάνει υποχώρηση στο
θέμα του αστεριού της Βεργίνας αυτό
είναι κάτι που πρέπει να μας συγκινήσει;
Κύριοι
συνάδελφοι, προς Θεού, μην κάνει ο κ.
Παπανδρέου το λάθος να αρχίσει διάλογο
διμερή με τον κ. Γκλιγκόρωφ. Άλλωστε την
ώρα που έχει πίσω του την υποστήριξη
των Ηνωμένων Εθνών, ολόκληρου του
Συμβουλίου Ασφαλείας, του Σάϋρους Βανς
ως εκπροσώπου του, του Μπούτρος Γκάλι
ως Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών,
είναι ποτέ δυνατόν να προτιμήσει το
διάλογο με ένα Γκλιγκόρωφ ο οποίος είναι
σκληρός διαπραγματευτής και ο οποίος
σήμερα είναι περισσότερο παρά ποτέ
ενδυναμωμένος, απ’ όσα δυστυχώς συνέβησαν
στη φανατική υποστήριξη των θέσεών του;
Κυρίες
και κύριοι συνάδελφοι, η δικιά μου άποψη
είναι ξεκάθαρη. Είναι συνεπής προς την
πολιτική την οποία ακολούθησε η Νέα
Δημοκρατία ως κυβέρνηση. Μετά τις
ελληνικές εκλογές ήρθε η ώρα, το θέμα
των Σκοπίων να βρει την εθνικώς συμφέρουσα
λύση του. Και είναι περιττό να πω πόση
σημασία έχει αυτό το θέμα για την
εξωτερική πολιτική της Ελλάδας. Η ίδια
η Κυβέρνηση γνωρίζει ότι κινδυνεύουμε
να χάσουμε τα πλεονεκτήματα της Προεδρίας
λόγω των Σκοπίων, ότι βρισκόμαστε σε
θέση αμυνόμενου, ενώ θα έπρεπε να είμαστε
επιτιθέμενοι.
Η
Ελλάς ασχολείται με το πως δε θα ζημιωθεί
από την Προεδρία, ενώ η Προεδρία της
Κοινότητας είναι η μεγάλη ευκαιρία για
μία χώρα σαν την Ελλάδα, για να επιδιώξει
θετικά κέρδη και όχι για να αποφύγει
ζημιές.
Και
από την άλλη μεριά το μεγάλο εθνικό θέμα
της Κύπρου, όπως σωστότατα είπε πριν
από λίγο ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας
κ. Έβερτ, έρχεται αυτήν την ώρα στο
προσκήνιο και είναι ένα θέμα που πρέπει
να το έχουμε στην καρδιά μας, ένα θέμα
που δεν πρέπει να ζημιωθεί από τα Σκόπια.
Το γνωρίζετε, ότι η ίδια η Κύπρος με τους
εκπροσώπους της στο παρελθόν, με τον κ.
Βασιλείου αλλά και με τον σημερινό
Πρόεδρο έχει εκφράσει τη στεναχώρια
της γιατί η Ελλάς βρίσκεται σε αδυναμία
να υποστηρίξει όσο θα έπρεπε την Κύπρο
σ’ αυτήν την κρίσιμη εποχή διότι ακριβώς
έχει εμπλακεί με το θέμα των Σκοπίων.
Και
το θέμα των Σκοπίων ακόμα, πρέπει να το
γνωρίζουμε, μας δημιουργεί μεγάλα
προβλήματα στην βαλκανική μας πολιτική.
Εξουδετερώνει όλες τις δυνατότητές μας
να ασκήσουμε πολιτική σ’ αυτήν την
περιοχή όπου έχουμε τεράστιες δυνατότητες,
όπως επίσης έχουμε τεράστιες δυνατότητες
και μ’ αυτήν τη Δημοκρατία.
Η
τραγική ειρωνεία της τύχης είναι ότι,
η μόνη χώρα στα Βαλκάνια η οποία πράγματι
επιθυμεί την ύπαρξη αυτής της Δημοκρατίας
-και δεν λέω κάτι το οποίο δεν το γνωρίζετε,
όλοι το γνωρίζουν- είναι η Ελλάδα με
αυτήν τη Δημοκρατία μπορούμε να
αναπτύξουμε σχέσεις οικονομικές και
πολιτικές.
Δεν
υπάρχει καμία αμφιβολία ότι, αν θέλουμε,
μπορούμε να γυρίσουμε και το φύλο και
να ζορίζουμε και αυτήν τη Δημοκρατία.
Και στο παρελθόν συνέβη, στην πορεία
των 2,5 τελευταίων ετών συνέβη και αυτό.
Αλλά έχει κανείς την ελπίδα, ότι μπορεί
αυτό που θεωρητικά λέει ο κ. Παπανδρέου,
ότι εξαρτάται από την Ελλάδα, να φέρει
αποτέλεσμα; Δεν θα φέρει κανένα αποτέλεσμα.
Και
αν επρόκειτο να κλείσουμε τα σύνορα,
κάτι για το οποίο στο παρελθόν είχε
γίνει συζήτηση -και ευτυχώς δεν το άκουσα
να το επαναλαμβάνει απόψε ο κ. Σαμαράς,
το είπε πολύ κομψότερα και πολύ ολιγότερο
δεσμευτικά- αν επρόκειτο να κλείσουμε
τα σύνορα, αγαπητοί συνάδελφοι, ποιον
ζημιώνουμε; Τα Σκόπια ζημιώνουμε ή τους
εαυτούς μας; Και είναι ώρα για τέτοιες
περιπέτειες; Και είναι ώρα στα ανήσυχα
Βαλκάνια μια Ελλάδα, η οποία έχει τα
μεγάλα οικονομικά προβλήματα που έχει
και τα μεγάλα άλλα εξωτερικά θέματα, να
προσθέτει προβλήματα;
Κυρίες
και κύριοι συνάδελφοι, αυτά ήταν εκείνα
τα οποία ήθελα να πω, χωρίς κανένα πνεύμα
αντιδικίας με κανέναν. Ο Ελληνικός Λαός
απεφάνθη, έφερε το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία,
αλλά εναπέθεσε σ’ αυτό το Κόμμα και την
ευθύνη της λύσης ή της μη λύσης, της
όποιας πολιτικής ακολουθηθεί στο θέμα
αυτό.
Εγώ,
εις ό,τι αφορά τη δική μας Κυβέρνηση και
τη δική μας πολιτική, έχω τη συνείδησή
μου ήσυχη. Εκάναμε αυτό το οποίο έπρεπε.
Εκάναμε αυτό το οποίο μπορούσαμε. Εκάναμε
αυτό που βοηθεί το συμφέρον του Έθνους
και απλώς παραδώσαμε δημοκρατικά την
ευθύνη εις το Κόμμα το οποίο πήρε αυτήν
την ώρα την πλειοψηφία του Ελληνικού
Λαού.
Κάνω
έκκληση εις τον κ. Παπανδρέου να δείξει
υπευθυνότητα και γενναιότητα. Αρκετά
κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας στο
θέμα αυτό. Αρκετά λέμε άλλα κατ’ ιδίαν
και άλλα δημόσια. Στο τέλος τέλος, είναι
ανάγκη να πούμε την αλήθεια στον Ελληνικό
Λαό και ο Ελληνικός Λαός θα την καταλάβει.
Υψίστη αρετή της πολιτικής είναι να
υπηρετεί πράγματι τα αληθινά συμφέροντα
του Έθνους. Αυτήν την πολιτική πρέπει
να επιλέξουμε.
(Ζωηρά
και παρατεταμένα χειροκροτήματα από
την Πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ
(Απόστολος Κακλαμάνης ): Ο Κοινοβουλευτικός
Εκπρόσωπος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. κ. Χρήστος
Ροκόφυλλος έχει το λόγο.
ΧΡΗΣΤΟΣ
ΡΟΚΟΦΥΛΛΟΣ: Έρχομαι στο Βήμα, αγαπητοί
συνάδελφοι, σε μια στιγμή που θα τη
χαρακτήριζα προνομιακή, αφού έχουμε
ήδη μπροστά μας όλες τις παραλλαγές των
νεοδημοκρατικών απόψεων πάνω στο ίδιο
θέμα, το Σκοπιανό. Σημερινή ηγεσία με
τον κ. Έβερτ, χθεσινή ηγεσία με τον κ.
Μητσοτάκη, παρακλάδι του νεοδημοκρατικού
κορμού που αποσπάστηκε με αφορμή και
αιτία το θέμα των Σκοπίων, ο κ. Σαμαράς.
(Στο
σημείο αυτό την Προεδρική Έδρα καταλαμβάνει
ο Γ’ Αντιπρόεδρος της Βουλής κ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
Ν. ΣΓΟΥΡΙΔΗΣ):
Και
έτσι μπορούμε να σχηματίσουμε και εμείς
πιο άνετα τις δικές μας απόψεις.
Για
λόγους μεθοδολογικούς, θα χωρίσω τη
σύντομη ομιλία μου σε δύο μέρη. Το πρώτο
αναφέρεται στο παρελθόν, το δεύτερο
ατενίζει προς το μέλλον.
Και
εδώ φυσικά θα πρέπει να απαντήσω ευθύς
αμέσως σε μια εκ προοιμίου αντίρρηση
που προέβαλε ο σημερινός αρχηγός της
Νέας Δημοκρατίας, ο κ. Έβερτ. Κάνατε,
είπε στον Πρωθυπουργό, παρελθοντολογία,
ενώ εκείνο που χρειάζεται είναι η
αναζήτηση λύσεως για το μέλλον.
Ξέχασε
φαίνεται ο κ. Έβερτ πως στις διεθνείς
σχέσεις το παρελθόν μεταβιβάζεται στους
διαδόχους. Είναι μια κληρονομιά που την
αποδεχόμαστε υποχρεωτικά. Δεν υπάρχει
ούτε δικαίωμα αποποίησης, ούτε καν το
ευεργέτημα της απογραφής. Τα τετελεσμένα,
αυτά που πράξατε και πολλές φορές
διαπράξατε, μένουν σε βάρος της Χώρας
και αποτελούν το τραγικό, όπως ο ίδιος
ο κ. Έβερτ παραδέχθηκε, παρόν του θέματος
που μας απασχολεί, του εθνικού θέματος
των Σκοπίων.
Έτσι
λοιπόν, δεν μπορούμε, όσο και αν θα το
ήθελε η Πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας,
να αποφύγουμε την ανάλυση, την κριτική
επισκόπηση του παρελθόντος, στο κάτω-κάτω
της γραφής ως ένα παράδειγμα πολιτικής
προς αποφυγήν. Είναι βέβαιο πως αν δεν
καταλάβουμε το τι έγινε αυτά τα 2,5 χρόνια
χειρισμού του Σκοπιανού από τις διάφορες
κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας και
τις διάφορες πτέρυγές της, αν δεν
καταλάβουμε πως λ.χ. εξωτερική πολιτική
για εσωτερική κατανάλωση είναι η
χειρότερη δυνατή λύση για οποιοδήποτε
εθνικό θέμα, δεν θα προχωρήσουμε πουθενά
και δεν χρειάζεται να αναζητήσουμε
καμιά λύση για το μέλλον. Αλίμονο αν δεν
διδαχθούμε όλοι μας από τα σφάλματα του
παρελθόντος.
Πρώτο
λοιπόν σφάλμα, η άσκηση εξωτερικής
πολιτικής για χυδαία μερικές φορές
εσωτερική κατανάλωση. Ακούσαμε μόλις
προ ολίγου τον ίδιο τον κ. Μητσοτάκη να
λέει ότι η κρίσιμη στιγμή, εκεί δηλαδή
που στράβωσε και πήρε τον κατήφορο το
Σκοπιανό, ήταν η 16η Δεκεμβρίου. Και όμως
ο άνθρωπος που είχε συνείδηση, όπως
τουλάχιστον σήμερα ομολογεί, της
αποτυχίας, τι διακήρυσσε τότε; Διακήρυσσε
πως θα πρέπει να τον υποδεχθούμε μετά
βαίων και κλάδων- και εκείνον και τον
πιστό τότε, όπως μας διαβεβαίωνε, Υπουργό
του των Εξωτερικών- γιατί η Ελλάδα πέτυχε
δήθεν τη μεγαλύτερη διπλωματική νίκη
των τελευταίων χρόνων. Και μάλιστα
έφθασαν στο σημείο, κυβερνητικές
εφημερίδες της εποχής εκείνης να μιλούν
για "τρίποντο".
Θέλετε
να τα δείτε για να θυμηθείτε, αγαπητοί
συνάδελφοι, τις κούφιες βέβαια- όπως
αποδεικνύεται σήμερα- θριαμβολογίες
εκείνης της εποχής; Τις δικές σας
θριαμβολογίες που απευθύνονταν και σε
σας, αλλά και στον Ελληνικό Λαό στο
σύνολό του, κατά προτίμηση βέβαια στο
λαό της Νέας Δημοκρατίας; "Ο τρίτος
άθλος από το Σαμαρά" -οι άλλοι δύο
ήταν του τότε Πρωθυπουργού- (ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ
ΤΥΠΟΣ 18 Δεκεμβρίου 1991).
"Η
πιο μεγάλη μάχη, η Μακεδονία είναι
Ελληνική λέει η Κοινότητα". "Η πιο
μεγάλη μέρα της Ελλάδος". "Ελληνικό
τρίποντο" φωνάζουν λες και είχαμε
στην ηγεσία της Χώρας το Γκάλη, το Φασούλα
και τους άλλους πραγματικούς αθλητές
που τιμούν συχνά την Ελλάδα.
"Κυριάρχησε
το μπλε" στη θριαμβευτική υποδοχή
του τότε Πρωθυπουργού του σημερινού
πρώην Αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας του
κ. Μητσοτάκη, στο αεροδρόμιο.
(
Στο σημείο αυτό ο ομιλητής επέδειξε από
το βήμα τις σχετικές εφημερίδες).
Περίπου
ζητήσατε από τον Ελληνικό Λαό να χτυπήσει
τις καμπάνες των εκκλησιών χαρμόσυνα
και αν είχαμε τείχη είμαι βέβαιος ότι
θα ζητούσατε να γκρεμίσουμε ένα τμήμα
τους για να εισέλθουν οι θριαμβευτές.
Και
αυτή η κατάσταση της ψεύτικης ευωχίας
συνεχίστηκε ακάθεκτη, θα έλεγα κορυφούμενη.
Μετά από λίγους μήνες, τον Ιούνιο του
1992, με τη Λισσαβώνα νέα μεγάλη επιτυχία
της νεοδημοκρατικής ηγεσίας. Εκεί πια
ο κ. Μητσοτάκης μόνος, χωρίς Σαμαρά,
κατάφερε τα πάντα. Κατάφερε να είναι
οριστική πια η νίκη μας. Οριστική, μήπως
υπερβάλλω; Όχι, βέβαια.
Εκδώσατε
μάλιστα και ένα πολυτελέστατο φυλλάδιο
"Μακεδονία περισσότερο από ένα όνομα"
(το επιδεικνύει) όπου εκεί στη σελίδα
26 παρατίθεται μία πολύ σύντομη δήλωση
του τότε Πρωθυπουργού κ. Κωνσταντίνου
Μητσοτάκη, που έλεγε: "Αυτό που θέλω
να πω είναι, ότι γυρίζω από τη Λισσαβώνα
πλήρως ικανοποιημένος. Πετύχαμε σημαντική
εθνική νίκη. Είναι μεγάλη ημέρα για την
Ελλάδα σήμερα. Ενωμένος ο λαός μας με
την κυβέρνησή του επικεφαλής κέρδισε
κρίσιμη εθνική μάχη". Και μάλιστα
εύχονταν ο κ. Μητσοτάκης "αυτό που
συνέβη στο συγκεκριμένο θέμα να συμβεί
και στα υπόλοιπα εθνικά μας θέματα".
Έγραψαν ακόμη με κεφαλαία γράμματα
"ΈΤΣΙ ΗΛΘΕ Η ΔΙΚΑΙΩΣΗ...".
Και
τα λέγατε αυτά την ώρα που ξέρατε ή
τουλάχιστον εκείνος ήξερε, ότι το μήλο
της Λισσαβώνας ήταν σκωληκόβρωτο. Υπήρχε
ήδη ο σκώληκας της διπλής ονομασίας.
Τέσσερις μέρες πριν από τη Λισσαβώνα,
στις 23 Ιουνίου 1992, ο τότε Πρωθυπουργός
με επιστολή του προς τους Αρχηγούς
κρατών και κυβερνήσεων έσπειρε αυτήν
την καινούρια ιδέα της διπλής ονομασίας.
Αυτή για την οποία ο κ. Σαμαράς είπε ότι
"γελοιοποίησε τις θέσεις της Ελλάδος".
Διπλή
ονομασία που σημαίνει, ότι οι Σκοπιανοί
θα δικαιούντο στο εσωτερικό της χώρας
τους να χρησιμοποιούν το όνομα "Δημοκρατία
της Μακεδονίας", στο εξωτερικό μόνο
θα έπρεπε να διαλέξουν κάτι άλλο.
Ωστόσο
στην εποχή μας οι διεθνείς επαφές έχουν
πυκνώσει σε τέτοιο βαθμό, ώστε το
εσωτερικό γίνεται αυτόματα εξωτερικό.
Αφού τους αναγνωρίζαμε μόνοι μας το
δικαίωμα να ονομάζονται στο εσωτερικό
"Δημοκρατία της Μακεδονίας", αυτό
σήμαινε- ούτε λίγο ούτε πολύ- πως θα ήταν
το Σύνταγμά της "Δημοκρατίας της
Μακεδονίας", τα δημόσια καταστήματα
θα είχαν τέτοιες επιγραφές, τα διαβατήρια
θα ήταν στο όνομα -φυσικά- της ίδιας, τα
γραμματόσημα, τα νομίσματα, τα έγγραφα,
οι δικαστικές αποφάσεις, οι μεταφράσεις
των εγγράφων, τα πάντα. Από τη φύση της
η εσωτερική ονομασία είναι υπερχυλής,
τουλάχιστον στην εποχή μας, φεύγει και
προς τα έξω.
Και
τι θα γίνονταν το εξωτερικό όνομα, αν
το πετυχαίναμε και αυτό εκείνη την
εποχή; Θα έμενε ίσως για τα αρχεία του
ΟΗΕ, ώστε κάποιος εκεί, που θα εμφανιζόταν
και ήθελε σε μία επίσημη στιγμή να
αναφέρει το όνομα, θα το ανέφερε με την
άλλη, την όποια άλλη εξωτερική ονομασία.
Πέρα
απ’ αυτό υπονομεύαμε οι ίδιοι την ηθική
αξία και το όποιο πολιτικό, ιστορικό,
εθνικό, βάθρο της αξίωσής μας για μη
χρησιμοποίηση του όρου "Μακεδονία".
Από τη στιγμή που μόνοι μας παραδεχόμαστε
και τους προτείναμε μάλιστα να το
χρησιμοποιούν στο εσωτερικό, τότε
πράγματι ποια ήταν η ηθική βάση των
δικών μας αξιώσεων; Καμία. Την είχαμε
μόνοι μας συντρίψει από την αρχή. Είναι
σαν να σου έκλεψε κάποιος -όπως έκλεψαν
αυτοί το όνομα Μακεδονία- ένα πολύτιμο
κειμήλιο πατρογονικό, και εσύ, διεκδικώντας
το, να πεις μία μέρα "ναι, κράτησέ το
να το χρησιμοποιείς στο σπίτι σου, στη
γειτονιά σου, στην πόλη σου, παραπέρα
μόνο να μην το επιδεικνύεις". Δεν θα
ήταν καταγέλαστη μια τέτοια πρόταση;
Και όμως εκεί καταλήξαμε.
Και
κοντά στη διπλή ονομασία υπήρξε και το
ολίσθημα της διγλωσσίας.
Το
ήξεραν τουλάχιστον τα στελέχη της Νέας
Δημοκρατίας, αυτό το εγχείρημα για διπλή
ονομασία; Όχι βέβαια! Τα "ΝΕΑ" της
Τρίτης 27 Οκτωβρίου 1992 έλεγαν επί λέξει:"Ο
κ. Παπακωνσταντίνου υποστήριξε ότι το
θέμα της διπλής ονομασίας ετέθη από τον
Τύπο". Σκεφθείτε μέχρι ποίου ύψους
είχε φθάσει η διγλωσσία, ώστε ο Υπουργός
των Εξωτερικών -εκτός κι αν υποκρινόταν-
να πιστεύει, ότι πρόκειται για ανύπαρκτο
θέμα που το δημιούργησε απλά ο Τύπος.
Και μόνο αυτό; Ο σημερινός αρχηγός της
Νέας Δημοκρατίας, ηγετικό τότε στέλεχος
του Κόμματος, δεν είπε στις παραμονές
μιας κρίσιμης συνόδου της κοινοβουλευτικής
ομάδας της Νέας Δημοκρατίας πως, αν η
κοινοβουλευτική ομάδα υιοθετήσει
ενδεχόμενη πρόταση για διπλή ονομασία,
εκείνος θα παραιτηθεί και από την
ιδιότητα του Βουλευτή, που σημαίνει ότι
προφανώς δεν γνώριζε την πραγματικότητα.
Δηλαδή εδώ παίζατε ένα κλειστό πόκερ
στη ράχη του Ελληνικού Λαού, στην πλάτη
της Αντιπολίτευσης, αλλά τελικά και στη
ράχη δικών σας υψηλότατα ιστάμενων
στελεχών, είτε αυτά διαφωνούσαν, όπως
ο κ. Έβερτ είτε εκτελούσαν πιστά τις
εντολές όπως ο τότε Υπουργός των
Εξωτερικών κ. Παπακωνσταντίνου, (που
ήθελε μάλιστα να μιλήσει και σήμερα και
θα ήμουν ευτυχής αν το πετύχαινε -δεν
του το επιτρέπει φυσικά ο Κανονισμός-
για να μας εξηγήσει πως τάχα ο Τύπος
κατάφερε εκ του μηδενός να δημιουργήσει
ένα τέτοιο θέμα).
Άλλο
δίδαγμα που θα πρέπει να αντλήσουμε,
κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, από την
αναδίφηση του παρελθόντος, είναι ασφαλώς
αυτό το κατάντημα της παράλληλης
διπλωματίας. Θα θυμάστε βέβαια πως
κάποτε αποκαλύφθηκε εντελώς συμπτωματικά,
ότι η υπερήφανη Ελλάδα της Μητσοτακικής
ηγεσίας εκείνης της εποχής, μετά τους
θριάμβους της 16ης Δεκεμβρίου 1991 και της
27ης Ιουνίου 1992 -από νίκη σε νίκη βλέπετε
πήγαινε τη Χώρα η Νέα Δημοκρατία και η
ηγεσία της εκείνην την εποχή- είχε πέσει
κυριολεκτικά στα γόνατα, εκλιπαρώντας
με απόκρυφους Μετερνίχους, με ουσιαστικούς,
φαίνεται, Υπουργούς Εξωτερικών, όπως ο
στρατηγός Γρυλλάκης, γονυπετής η Ελλάδα
εκείνης της εποχής παρακαλούσε,
εκλιπαρούσε από τον κ. Γκλιγκόρωφ κάποια
αναβολή, για να μη φανεί η αποτυχία, για
να μην αποκαλυφθεί η απάτη, για να μην
αναδυθεί ο εμπαιγμός. Και έτσι πήγαινε
ο κ. Γρυλλάκης, ο οποίος μέσα στις πάρα
πολλές απόκρυφες δουλειές, εξετέλεσε
και αυτήν τη μυστική αποστολή, στην
εξοχική βίλα του κ. Γκλιγκόρωφ στην
Αχρίδα, ίσως φορτωμένος και με τα δώρα
που συνηθίζονται σ’ αυτού του είδους
τις μυστικές αποστολές, μήπως και τον
κάμψει και καταφέρει κάποια αναβολή εν
όψει εκλογών που έρχονταν, για να μην
μαθευτεί η αλήθεια από τον Ελληνικό
Λαό.
Αυτό
το φαινόμενο της ταπεινωτικής για τη
Χώρα μας παράλληλης διπλωματίας θα
πρέπει να σταματήσει. Αυτό είναι ένα
από τα κορυφαία διδάγματα από την ανάλυση
της προηγουμένης καταστάσεως.
Και
ενώ η κυβέρνηση θριαμβολογούσε εκείνη
την εποχή παρέλειπε τα ουσιώδη. Ποια
ήταν τα ουσιώδη; Πρώτα-πρώτα, η επιτροπή
Μπαντεντέρ. Σήμερα ο κ. Σαμαράς παραδέχτηκε,
ότι αν αυτό ήταν το σφάλμα του, περίπου
το δέχεται, αλλά λέει ότι δεν έπαιξε
μεγάλο ρόλο η επιτροπή Μπαντεντέρ. Λάθος
μέγα. Έπαιξε τρομακτικό ρόλο. Πρέπει να
σας πω, ότι οι καλύτεροι ξένοι φίλοι μας
-βουλευτές, γερουσιαστές, πρώην υπουργοί,
στην Ελβετία, στη Γαλλία, στη Γερμανία,
στο Βέλγιο παντού- είχαν επηρεαστεί
αφάνταστα από το γεγονός, ότι αυτή η
επιτροπή νομομαθών προέδρων ανωτάτων
δικαστηρίων με επικεφαλής τον κ. Ρομπέρ
Μπαντεντέρ, Πρόεδρο του Συνταγματικού
Δικαστηρίου στη Γαλλία, είχε αποφανθεί
-και μάλιστα ομόφωνα-ότι η λεγόμενη
Δημοκρατία της Μακεδονίας πληρούσε
τάχα όλες τις προϋποθέσεις για να
αναγνωρισθεί ως αυτοτελές, κυρίαρχο
και ανεξάρτητο κράτος.
Ήταν
σημαία στα χέρια του Γκλιγκόρωφ αυτή η
απόφαση της επιτροπής Μπαντεντέρ και
πραγματικό εγχειρίδιο στις πλάτες της
δικής μας επιχειρηματολογίας. Και μας
έκανε πάρα πολύ μεγάλη ζημιά, αλλά
φαίνεται εκείνην την εποχή, πέρα από τη
θριαμβολογία, σας εμπόδισε και η κομματική
μικρότητα, αφού δυσανασχετήσατε τότε
να ορίσετε τον Πρόεδρο του Σ.τ.Ε., τον κ.
Βασίλειο Μποτόπουλο. Προτείνατε έναν
αντιπρόεδρο της δικής σας προτίμησης,
εκείνοι δεν τον δέχθηκαν, ίσως προσχηματικά,
ίσως βρήκαν ευκαιρία. Αυτό δεν έχει
σημασία, εσείς τους δώσατε την ευχέρεια,
εσείς τους προσφέρατε το πρόσχημα κι
έτσι η Ελλάδα έμεινε απούσα απ’ αυτήν
την κρίσιμη επιτροπή. Τελείως διαφορετική
θα ήταν η κατάσταση, αν στην επιτροπή
υπήρχε Έλληνας ανώτατος δικαστικός,
που θα μπορούσε να αναπτύξει καλύτερα
από όλους τους άλλους συναδέλφους του
τις θέσεις της ελληνικής πλευράς και
τα δίκαια της Χώρας μας. Κι έπειτα η
Κυβέρνηση της Ν.Δ. παραμέλησε εντελώς
την ενημέρωση της ξένης κοινής γνώμης.
Φοβάμαι
πολύ πως ατύχησε ο κ. Έβερτ με την
πρωτοβουλία του να μας εγκαλέσει. Στ’
αλήθεια, αγαπητοί συνάδελφοι, μας
εγκαλείτε στο όνομα της δικής σας
ομολογημένης αποτυχίας; Στο όνομα αυτής
της αποτυχίας εγκαλείτε μια καινούρια
Κυβέρνηση, που μόλις τώρα ανέλαβε την
εξουσία;
Θα
πρέπει να πληροφορηθεί έπειτα ο κ.
Σαμαράς ότι δεν υπάρχει καμία διολίσθηση
-κι αυτό το λέω, για να φτάσω στο δεύτερο
μέρος- προς την πολιτική Μητσοτάκη και
ότι δεν στήνονται γέφυρες συμπαιγνίας
με καμιά άλλη παράταξη και προς καμιά
απολύτως κατεύθυνση.
Αγαπητοί
συνάδελφοι, πλησιάζω προς το τέλος του
πρώτου μέρους της ομιλίας μου. Υπάρχει
και η άποψη του Κομμουνιστικού Κόμματος,
την οποία δεν θα ήθελα εντελώς να
παραλείψω, γιατί δεν θα ήταν και σωστό.
Η κα Παπαρρήγα λέει πως η μάχη για το
όνομα, η ονοματολογία, είναι μεγαλοϊδεατισμός.
Θα ήθελα να της θυμίσω ότι στην ιστορική
πορεία του Έθνους μας στον 20ό αιώνα
υπήρξαν και ενδείξεις και κραυγές
μικροϊδεατισμού, ειδικά για το Μακεδονικό
θέμα. Και καλό θα είναι να αποφεύγουμε
και τη μία ακρότητα και την άλλη ακρότητα
για να σταθούμε στο σωστό δρόμο.
Το
όνομα έχει σημασία. Γιατί άραγε; Γιατί
απλούστατα, μπορεί να γίνει αντικείμενο
βαριάς εκμετάλλευσης, εκμετάλλευσης
προκειμένου να ασκηθούν πιέσεις προς
τη Χώρα μας, προκειμένου να υπάρξει
διείσδυση στο όνομα του όποιου αλυτρωτισμού
εναντίον μας. Γι’ αυτό άλλωστε κι εκείνοι
επιμένουν. Δεν μπορεί η Ελληνική Κυβέρνηση
να μην αποδώσει την πρέπουσα σημασία
στο όνομα, ούτε να μην αποδώσει σημασία
στην αδιαλλαξία του κ. Γκλιγκόρωφ.
Μας
είπε εξάλλου ο κ. Παπακωνσταντίνου -το
είπε δυνατά- ότι διαπραγματευόμαστε τα
κεκτημένα. Δεν υπάρχουν κεκτημένα. Στην
επιστολή του κ. Γκλιγκόρωφ υπάρχουν
ρητές επιφυλάξεις ή μάλλον άρνηση να
αποδεχθεί μεταβολή στο όνομα, (άρθρο 5
του Συντάγματός του). Προτείνει έπειτα
εντελώς διαφορετικές -καθόλου καλές
για μας, καθόλου σωστές για μας-διατυπώσεις
στα κρίσιμα άρθρα 7 και 8 του Συντάγματός
του. Επίσης, ζήτησε θρασύτατα επίσημη
γλώσσα της Σύμβασης να είναι η "μακεδονική"
γλώσσα. Όλη η ουσία εκεί βρίσκεται. Ο κ.
Γκλιγκόρωφ μπροστά στη δική σας
διαλλακτικότητα, κυρίες και κύριοι της
Νέας Δημοκρατίας, βρήκε πρόσφορο έδαφος
για να προβάλει τη δική του, νικητήρια
-δυστυχώς μέχρι εκείνην τη στιγμή-αδιαλλαξία.
Και το έκανε. Τι μένει να κάνουμε εμείς;
Νομίζω
πως η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με επικεφαλής
τον Ανδρέα Παπανδρέου, με τη γνωστή και
πανθομολογούμενη διπλωματική του
διορατικότητα και την ικανότητά του
στη χάραξη στρατηγικής και τακτικής
στα μεγάλα εθνικά μας θέματα, ήρθε σήμερα
και χάραξε εδώ δημόσια, με τη δήλωση του
Πρωθυπουργού τη νέα, τη δική μας πολιτική.
Και το έπραξε με κρυστάλλινη καθαρότητα,
κλασική απλότητα και λακωνική συντομία.
Αυτό
το τελευταίο ιδίως ενόχλησε τον κ. Έβερτ
που άρχισε να περιδιαβαίνει και να
περιπλανάται σε 4 σενάρια -που αναζητούσαν
ενδεχομένως συγγραφέα, για να θυμηθώ
το Λουίντζι Πιραντέλλο- και σε απίθανες
ασκήσεις επί χάρτου, για τη μεταβολή
της κατάστασης πραγμάτων στα Βαλκάνια.
Δεν χρειάζεται "των φρονίμων ολίγα",
έλεγαν οι παλιοί ούτε πολλά, ούτε μεγάλα
λόγια. Μας συνηθίσατε σ’ αυτά στο
πρόσφατο οδυνηρό παρελθόν και δεν
χρειάζεται να σας μιμηθούμε.
Ήταν
σαφής η θέση της ελληνικής κυβέρνησης.
Ο κ. Έβερτ είπε κάποια στιγμή από συμβατικό
αντιπολιτευτισμό δεν μπορείτε να μας
ακολουθήσετε. Όταν όμως μετά αναγκάστηκε
να κάνει συγκεκριμένες προτάσεις, μας
ακολούθησε σε όλα. Βέβαια, πρόσθεσε πως
σήμερα τα αναφέραμε για πρώτη φορά, τα
στοιχεία που συγκροτούν την πολιτική
μας. Ότι δηλαδή απλώς αναστείλαμε τη
διαδικασία των Ηνωμένων Εθνών για
διαπραγμάτευση, μέχρις ότου ο Γκλιγκόρωφ
δεήσει να δώσει απτά δείγματα εγκατάλειψης
της αδιαλλαξίας, έτσι ώστε να μπορούμε
να συζητήσουμε μαζί του σε μια λογική
και έντιμη βάση. Δεν μας τα είπατε λέει
ο κ. Έβερτ αυτά παρά μόνο απόψε. Άρα με
τα σημερινά συμφωνεί.
Πρέπει
ωστόσο να σας πω ότι η επιστολή του
παρισταμένου Υπουργού Εξωτερικών, του
κ. Παπούλια, τα λέει όλα αυτά αναλυτικότατα
και επισημότατα προς το Γενικό Γραμματέα
των Ηνωμένων Εθνών, τον κ. Μπούτρος-Μπούτρος
Γκάλι, και είναι από 4 Νοεμβρίου 1993,
παρακαλώ. Λίγες μόνο βδομάδες από τότε
που ορκίστηκε αυτή η Κυβέρνηση. Διατύπωσε
δε από τότε τις θέσεις της η Κυβέρνησή
μας, όπως ακριβώς έπραξε και σήμερα ο
Πρωθυπουργός στην πρωτολογία του.
Επομένως,
αγαπητοί συνάδελφοι, νομίζω ότι εκείνο
που προέχει είναι η ψυχραιμία, είναι η
νηφαλιότητα, είναι η σοβαρότητα στην
αντιμετώπιση του θέματος. Πράγματα που
δεν τα είδαμε ούτε με κιάλια, από μακριά,
στην προηγούμενη διαχείριση του
ευαίσθητου αυτού θέματος. Και ακόμα
χρειάζεται συνοχή και χρειάζεται
ομοψυχία όλων μας και συμπαράσταση και
συμπαράταξη προς την Κυβέρνηση, η οποία,
με επίγνωση των υφισταμένων και
αναφυόμενων δυσχερειών, πορεύεται
σωστά, θαρραλέα και επιδέξια μέσα από
τις συμπληγάδες του συσχετισμού των
δυνάμεων και με γνώμονα το συμφέρον του
Έθνους και τους κανόνες του Διεθνούς
Δικαίου.
Με
τέτοια πορεία, με τέτοια δική μας ομόθυμη
στάση, νομίζω πως θα υπάρξει επιτέλους
ελπίδα, παρά τη δυσπιστία πολλών
συναδέλφων από πολλές πτέρυγες. Μπορεί
να υπάρξει ελπίδα ακόμα και για το
χειρισμό αυτού του πολύ δύσκολου θέματος
που κατέστη δυσκολότερο, ακριβώς γιατί
κακόπαθε στα δικά σας χέρια για 2 ολόκληρα
χρόνια. Και είναι κρίμα που φθάνουμε
στο σημείο να παραλάβουμε τη σκυτάλη,
μια σκυτάλη που έχει υποστεί τις γνωστές
κακοποιήσεις και ταπεινώσεις ως μη
όφειλε.
Ας
ελπίσουμε πως με τη δύναμη και το
δυναμισμό του λαού μας και της Κυβέρνησής
του θα μπορέσουμε να τα βγάλουμε πέρα
στο δύσκολο έργο που μας περιμένει από
τούδε και στο εξής. Ευχαριστώ πολύ.
(Χειροκροτήματα
από την Πτέρυγα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ
(Παναγιώτης Σγουρίδης): Ο Βουλευτής
Ηλείας κ. Κορκολόπουλος ζητεί άδεια
ολιγοήμερης απουσίας στο εξωτερικό.
Η
Βουλή εγκρίνει;
ΠΟΛΛΟΙ
ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ: Μάλιστα, μάλιστα.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ
(Παναγιώτης Σγουρίδης): Η Βουλή ενέκρινε.
Ο
κ. Στέφανος Στεφανόπουλος εκ μέρους της
Πολιτικής Άνοιξης έχει το λόγο.
ΣΤΕΦΑΝΟΣ
ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ: Κυρίες και κύριοι
συνάδελφοι, ο Αντώνης Σαμαράς, ό,τι είχε
να πει για τον κ. Μητσοτάκη τα είπε με
πράξεις, όχι με λόγια. Ο κ. Μητσοτάκης
μόλις προ ολίγου συνέχισε να δείχνει
τι σημαίνει διγλωσσία στην ελληνική
εξωτερική πολιτική. Διγλωσσία πλέον,
μεταξύ του Αρχηγού του Κόμματός του και
του ιδίου. Και αν η εξωτερική πολιτική,
όπως είπε ο κ. Έβερτ, για να ασκηθεί
πρέπει να χρησιμοποιεί κανείς το καρότο
και τη σανίδα, τότε φοβάμαι ότι σ’ αυτήν
την περίπτωση η σανίδα πρέπει να είναι
βρεγμένη!
ΧΡΗΣΤΟΣ
ΡΟΚΟΦΥΛΛΟΣ: Και είναι καλός στόχος!
ΣΤΕΦΑΝΟΣ
ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ: Είπε ο κ. Μητσοτάκης ότι
ο κ. Σαμαράς απείθησε στην εντολή του
Υπουργικού Συμβουλίου τότε στις 16
Δεκεμβρίου. Όμως, τι έλεγε το Υπουργικό
Συμβούλιο την παραμονή της 16ης Δεκεμβρίου;
Έλεγε ότι ο όρος Μακεδονία είναι
γεωγραφικός. Έτσι όμως θα συνέπιπτε
κανείς με τα όσα υποστήριζε ο περίφημος
κ. Ντε Μικέλις, αφού η Μακεδονία των
Σκοπίων πληροί ακριβώς αυτήν την
προϋπόθεση. Αποτελεί γεωγραφικό
προσδιορισμό ενός συγκεκριμένου
κομματιού της ευρύτερης Μακεδονίας.
Έτσι,
λοιπόν, αν ο κ. Σαμαράς απείθησε προς το
Υπουργικό Συμβούλιο, τότε τόσο το
καλύτερο για τη Μακεδονία. Και αν δεν
τηλεφώνησε στον κύριο Πρωθυπουργό τότε,
όπως παραπονέθηκε -δεν μου τηλεφώνησε
είπε- πάλι τόσο το καλύτερο για τη
Μακεδονία.
Είπε
ακόμα ο κ. Μητσοτάκης ότι ο κ. Σαμαράς
άφησε να μπει ο όρος Μακεδονία σκέτος,
στις 2 Δεκεμβρίου. Έτσι τον κατηγόρησε.
Η 2α όμως Δεκεμβρίου, είναι δυστυχώς μια
ημερομηνία προ της 16ης Δεκεμβρίου, τότε
που η Γιουγκοσλαβία ήταν ενιαία. Δεν
είχε διασπασθεί. Δεν είχαν αναγνωρισθεί
οι επιμέρους εθνικές οντότητες ως
αυτοτελείς και κυρίαρχες. Ήταν η εποχή
που όπως μας κατηγορούσαν επί 50 χρόνια
την ονόμαζαν Γιουγκοσλαβία και Ομόσπονδη
Δημοκρατία της Μακεδονίας. Αλλά δεν
φτάνει μόνο αυτό. Σ’ αυτό που κατηγόρησε
τον κ. Σαμαρά ο κ. Μητσοτάκης απάντηση
δίνει ο ίδιος ο κύριος Επίτιμος Πρόεδρος
της Νέας Δημοκρατίας με τα επίσημα
Πρακτικά της 15/12/92. Λέει ο κ. Μητσοτάκης
τα εξής: "Και τέλος, κύριοι συνάδελφοι,
σε ό,τι αφορά αυτό το οποίο είπε ο κ.
Παπανδρέου, ότι στο Συμβούλιο Γενικών
Υποθέσεων στις Βρυξέλλες στις 2 Δεκεμβρίου,
υιοθετήθηκαν θετικά αντισταθμιστικά
μέτρα υπέρ των συνεργάσιμων δημοκρατιών
της Γιουγκοσλαβίας, θα ήθελα να σας πω
ότι πράγματι υιοθετήθηκαν αυτά τα μέτρα.
Ο Υπουργός όμως των Εξωτερικών τότε κ.
Σαμαράς, ο οποίος παρίσταται, επεσήμανε
και εξασφάλισε δήλωση του Συμβουλίου,
στην οποία αναγράφεται ρητά ότι η
υιοθέτηση των μέτρων που ελήφθησαν με
αποχή της Ελλάδας, η Ελλάδα δεν μετέσχε
φυσικά, απέσχε κ.λπ. κ.λπ.".
Αυτή
λοιπόν είναι η απάντηση του κ. Κωνσταντίνου
Μητσοτάκη, Πρωθυπουργού, στον κ.
Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, Επίτιμο Πρόεδρο
της Νέας Δημοκρατίας και η μια φωνή από
τη διγλωσσία της Νέας Δημοκρατίας που
ξανακούστηκε σήμερα.
Θα
καταθέσω στα Πρακτικά αυτό το κείμενο
από τα Επίσημα Πρακτικά της Βουλής.
(
Στο σημείο αυτό ο Βουλευτής κ. Σ.
Στεφανόπουλος, καταθέτει στα Πρακτικά
το προαναφερθέν κείμενο, το οποίο
βρίσκεται στο αρχείο της Στενογραφικής
Υπηρεσίας και είναι στη διάθεση κάθε
ενδιαφερομένου )
Ο
κ. Μητσοτάκης όμως, στη μεγαλοψυχία του
είπε ότι συγχωρεί τον Αντώνη Σαμαρά
γιατί ήταν, λέει, μικρός και άπειρος.
Σκεφθείτε δηλαδή τι θα πάθαινε αν ήταν
μεγάλος και έμπειρος. Το μόνο που είπε
πράγματι ο κ. Μητσοτάκης τότε στον κ.
Σαμαρά, ήταν ένα και αυτό δεν το ανέφερε
στην Εθνική Αντιπροσωπεία: "πρόσεξε,
μην τα σπάσεις με τους Γερμανούς. Επ’
ουδενί λόγο, ρήξη με τους Γερμανούς. Δεν
θα τη δεχθώ".
Αλλά
κύριοι συνάδελφοι και σήμερα είδατε
ότι ο κ. Μητσοτάκης επιμένει στη διπλή
ονομασία.
Κυρίες
και κύριοι συνάδελφοι, απόψε και ακούσαμε
και καταλάβαμε πολλά για το ρεαλισμό
με τον οποίο πρέπει να "τακτοποιηθεί"
το θέμα των Σκοπίων. Ο μετεκλογικός
νεορεαλισμός του ΠΑΣΟΚ συναντιέται
τώρα και στην Αίθουσα αυτή του Κοινοβουλίου
με τον προεκλογικό "παλαιοντορεαλισμό"
της Νέας Δημοκρατίας σε μία ιδιότυπη
ρεαλιστική πλειοδοσία. Η λογική αυτή
όμως του δήθεν ρεαλισμού είναι άρρηκτα
συνδεδεμένη με τη νοοτροπία του χθες,
με το δόγμα του μικρού και ανίσχυρου
κράτους, το κοινώς λεγόμενο δόγμα-Τζούνη;
Του κράτους που για να επιζήσει πρέπει
να υπακούει στα κελεύσματα των ισχυρών,
των Γερμανών φίλων μας κατά τους μεν,
που τους πλήρωσαν ήδη, των Αμερικανών
φίλων μας κατά τους δε, που τους ανακάλυψαν
πρόσφατα και τελευταία αναδείχθηκαν
σε θαυμαστές τους και θα τους πληρώσουν
στο μέλλον. Ας αναδείχθηκαν κατά το
παρελθόν με τον έντονο αντιαμερικανισμό
τους. Θα έλεγε κανείς, κρίμα που δεν ζει
και σήμερα ο Βαν Φλιτ για να του επιδειχθεί
για άλλη μία φορά ο στρατός του. Στρατός
αποστράτων βέβαια που διαδέχθηκε άλλο
στρατό αποστράτων.
Εμείς
στην Άνοιξη, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
απορρίπτουμε αυτόν το ρεαλισμό, γιατί
η λογική του δεν έχει καμία σχέση με τη
νοοτροπία του αύριο, γιατί η πρακτική
του δεν συμπορεύεται με την υπεράσπιση
των εθνικών μας δικαίων. Η λογική αυτού
του ρεαλισμού θα καταρρακώσει την ψυχή
του Ελληνικού Λαού, του Λαού που διαδήλωσε
τη βούλησή του, τη θέλησή του, με τα δύο
συλλαλητήρια, το ένα στην Αθήνα και το
άλλο στην πρωτεύουσα του Ελληνικού
Βορρά, τη Θεσσαλονίκη, την πόλη που
αποτελεί το επίκεντρο των μελλοντικών
βλέψεων και διεκδικήσεων των Σκοπιανών.
Τη Θεσσαλονίκη που κοσμεί ήδη τα
γραμματόσημά τους, που είναι πρωτεύουσα
του κράτους τους στους λαθραίους χάρτες
τους. Ο ρεαλισμός αυτός, στην περίπτωση
των Σκοπίων αποτελεί -για να δανεισθώ
τη φράση έγκριτου συναδέλφου από τη
Θεσσαλονίκη του Χάρη Καστανίδη- την
εθνική μας τραγωδία.
Κυρίες
και κύριοι συνάδελφοι, η νέα διγλωσσία,
αυτή που εγκαινίασε η Κυβέρνηση του
ΠΑΣΟΚ, είναι πιο υποκριτική, αλλά και
πιο επικίνδυνη από τη διγλωσσία που
είχε καθιερώσει ο κ. Μητσοτάκης. Γιατί
ο κ. Μητσοτάκης είχε τουλάχιστον δηλώσει,
είτε από αφέλεια είτε από ωμότητα -εγώ
πιστεύω το δεύτερο- ότι πράττει έτσι
γιατί ο Λαός σε λίγα χρόνια θα ξεχνούσε
-άσχετα εάν αποδείχθηκε ότι ο Ελληνικός
Λαός διαθέτει μνήμη ελέφαντα- ενώ η
Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ διακήρυσσε και
διακηρύσσει ακόμα urbi et orbi ότι δεν
πρόκειται να ανεχθεί στα Βόρεια σύνορά
μας κράτος με το όνομα "ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ"
ή παράγωγό του. Αλλά ταυτόχρονα δηλώνει
σε κάθε ευκαιρία ότι αυτή η μη ανοχή,
κατά το μη πόλεμος, δεν σημαίνει κλείσιμο
των συνόρων ή διακοπή των οικονομικών
σχέσεων. Τι σημαίνει λοιπόν η μη ανοχή;
Παίζουμε με τις λέξεις;
Η
Ελλάδα και τα Σκόπια μπορούν να ζήσουν
και με τη διαφορά του ονόματος, δηλώνεται
αρμοδίως-αναρμοδίως. Και λίγες μόνο
μέρες πριν, ο Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας
κατά την εγκατάσταση της νέας διοίκησης
του Οργανισμού Λιμένος Θεσσαλονίκης,
δήλωνε πως, σύμφωνα με απόφαση του
Πρωθυπουργού, παρακαλώ, το λιμάνι της
Θεσσαλονίκης δεν πρόκειται να κλείσει
ώστε να ασκηθεί έτσι πίεση στους
Σκοπιανούς. Και ο Γκλιγκόρωφ και επίσημα
πλέον κοιμάται ήσυχος. Πρέπει λοιπόν
να αποκομίσουμε την εντύπωση πως τα
Σκόπια ενδιαφέρονται για την τυπική
τους αναγνώριση, την ανταλλαγή πρέσβεων
και διαπιστευτηρίων και όχι για τη χρήση
του λιμανιού της Θεσσαλονίκης ή του
οδικού δικτύου;
Αντίθετα,
κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, για τις
καλές οικονομικές σχέσεις με την Ελλάδα,
ενδιαφέρονται τα Σκόπια. Καλές οικονομικές
σχέσεις, αλλά με τους δικούς τους όρους
και αυτές τις παρέχει η Κυβέρνηση εκ
προοιμίου και αμαχητί, ζητώντας απλά
να αλλάξει ο ήλιος της Βεργίνας από τη
σημαία τους, ζητώντας δηλαδή αυτό που
οι Σκοπιανοί έθεσαν ακριβώς για να τους
ζητηθεί από εμάς και να θεωρηθεί σαν
υποχώρηση από τη μεριά τους. Γιατί τον
ήλιο οι Σκοπιανοί τον πρόσθεσαν πολύ
αργότερα, ώστε να έχουν κάτι να αποσύρουν,
διαπραγματευόμενοι. Καλές, λοιπόν,
οικονομικές σχέσεις μπορούμε να έχουμε,
αφού αυτές δεν συναρτώνται με την υπόθεση
του ονόματος και της αναγνώρισης. Έτσι
δηλώνει ο Πρωθυπουργός, που ήδη από τις
28 του Σεπτέμβρη υπενθύμιζε ότι, ενώ δεν
είχαμε αναγνωρίσει το κράτος του Ισραήλ,
είχαμε καλές οικονομικές σχέσεις μαζί
του. Λες και η περίπτωση του Ισραήλ είναι
ίδια με την περίπτωση των Σκοπίων.
Δεν
ξέρω γιατί, κύριοι συνάδελφοι, αλλά οι
Έλληνες Πρωθυπουργοί βρίσκουν συνέχεια
ανόμοια πράγματα, για να τα συγκρίνουν
με την περίπτωση των Σκοπίων.
Όταν
ο κ. Μητσοτάκης με είχε καλέσει μαζί με
κάποιον άλλο συνάδελφό μου και σήμερα
Βουλευτή, για να με πείσει να πιέσω τον
Αντώνη Σαμαρά να δεχθεί τη λύση της
σύνθετης ονομασίας, μου είχε προβάλει
σαν επιχείρημα την περίπτωση της
Σαουδικής Αραβίας. "Αντιλαμβάνεσαι"
-μου είπε τότε- "πως τα υπόλοιπα Αραβικά
Κράτη δεν θα δεχόντουσαν ποτέ ένα κράτος
να λέγεται Αραβία, έστω και αν αυτό
κατέχει το 90% του εδάφους της Χερσονήσου".
Αντίθετα, με τον επιθετικό προσδιορισμό
"Σαουδική", δεν υπήρξε πρόβλημα
συνύπαρξης". Φαίνεται πως και τότε ο
κ. Μητσοτάκης ήθελε να αγνοεί ότι οι
Σαουδάραβες είναι γνήσιοι Άραβες, όπως
και οι κάτοικοι των άλλων χωρών του
Κόλπου και της Αραβικής Χερσονήσου. Ενώ
οι Σκοπιανοί δεν είναι Μακεδόνες.
Το
Μάρτιο του 1992, το λαμπρό αυτό επιχείρημα
για να μείνει στην αιωνιότητα και να μη
λέγεται μόνον ιδιωτικά, δημοσιεύθηκε
στην εφημερίδα DIE WELT και αναδημοσιεύθηκε
στην ελληνική ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ.
Κυρίες
και κύριοι συνάδελφοι, η Κυβέρνηση του
ΠΑΣΟΚ διακηρύσσει ότι θα προχωρήσει
στις διαπραγματεύσεις με τα Σκόπια,
μόλις αυτά δεχθούν και εκπληρώσουν τους
τρεις όρους που έχει θέσει. Η αναφορά
στους τρεις συγκεκριμένους όρους είναι,
κύριοι συνάδελφοι, σκόπιμα
αποπροσανατολιστική. Αποσκοπεί στο να
παγιδεύσει τον Ελληνικό Λαό, γιατί
συνειρμικά παραπέμπει στους τρεις όρους
της 16ης Δεκεμβρίου, που πέτυχε ο Αντώνης
Σαμαράς. Στην πραγματικότητα όμως οι
ταυτάριθμοι όροι που επικαλείται το
ΠΑΣΟΚ, για να αρχίσει τις διαπραγματεύσεις,
τα τρία ΣΥ, όπως λέγονται, "Σύμβολα -
Σύνταγμα - Σύνορα", αποτελούν την
εγκατάλειψη των τριών όρων του Αντώνη
Σαμαρά.
Επειδή,
κάποτε πρέπει να λέμε τα πράγματα με το
όνομά τους, η θέση αυτή αποτελεί
οπισθοδρόμηση από τα ήδη κεκτημένα. Πιο
σωστά: Νέα οπισθοδρόμηση από τα ήδη
κεκτημένα. Γιατί, από την εποχή που
φτιάχτηκε το πακέτο Πινέιρο, που έπρεπε
να λέγεται πακέτο Σαμαρά ή έστω πακέτο
Σαμαρά - Πινέιρο, συνεχώς οπισθοδρομούμε.
Και επειδή δεν δεχόμαστε την οπισθοδρόμηση
αυτή, ο κ. Πάγκαλος μας κατηγόρησε από
την Κέρκυρα σαν πατριδοκάπηλους,
δηλώνοντας ταυτόχρονα ότι η Κυβέρνηση
δεν δέχεται μαθήματα πατριωτισμού.
Σωστά, γιατί τα μαθήματα γίνονται σε
επιδεκτικούς μαθήσεως και εδώ πλέον
έχουμε να κάνουμε με ανεπίδεκτους
μαθήσεως. Και μιλάω για τον συγκεκριμένο
Υπουργό.
Όμως,
στην κατηγορία περί πατριδοκαπηλίας
έρχεται συνεπίκουρη του κ. Πάγκαλου και
η Νέα Δημοκρατία. Ο επί των Εξωτερικών
εκπρόσωπός της, μας κατηγόρησε σαν
πατριδοκάπηλους.
Στη
Νέα Δημοκρατία η Πολιτική Άνοιξη έχει
να σημειώσει:
Πρώτον,
ότι αυτή ειδικά, πρέπει να αποφεύγει
συστηματικά κάθε σύνθετη λέξη που το
δεύτερο συνθετικό της έχει τον όρο
"καπηλεία". Ειδικά αυτή.
Δεύτερον,
ότι είναι γνωστό πως όσοι επιτελούν το
χρέος τους εις το ακέραιο κατηγορούνται
και λοιδορούνται μόνιμα από εκείνους
που βρίσκονται πάντα στην οπισθοφυλακή
των εθνικών αγώνων.
Η
Πολιτική Άνοιξη, αντίθετα από την
Κυβέρνηση και τη Νέα Δημοκρατία, θα
συνεχίσει να αγωνίζεται στην εμπροσθοφυλακή
για τη Μακεδονία και επιμένει να είναι
διαχρονική και όχι ευκαιριακή στις
θέσεις της και τις ουσιαστικές και τις
διαδικαστικές. Θα λέει "ναι" στη
σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών και θα
επιμένει, γιατί δεν καταλαβαίνει πώς
μπορούμε να διαλεγόμαστε με τους
Σκοπιανούς και δε μπορούμε να διαλεγόμαστε
μεταξύ μας. Ακόμα και αν η σύσκεψη δε
θεωρείται απαραίτητη, από πότε το
επιπλέον βλάπτει, κύριοι συνάδελφοι;
Εγώ ξέρω ότι το λιγότερο βλάπτει.
Είπε
ο κύριος Πρωθυπουργός ότι θα το κάνει,
όταν το θέμα ωριμάσει. Αλλά, πόσο διαρκεί
πια αυτή η ωρίμανση; Είναι ίσως ένα θέμα
που πρέπει να το επανεξετάσει, ο κύριος
Πρωθυπουργός. Άλλο ωρίμανση, που θέλει
μερικούς μήνες, άλλο κύηση που χρειάζεται
9 μήνες.
Τι
κρύβεται, κύριοι συνάδελφοι, πίσω από
αυτήν την πείσμονα άρνηση, μέχρι σήμερα
τουλάχιστον, να συγκληθεί το συμβούλιο
των αρχηγών; Τι και ποιον προσπαθούμε
να καλύψουμε;
Η
Άνοιξη ακόμα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
λέει "όχι" στο όνομα, στην αναγνώριση,
στις οικονομικές σχέσεις, στις
διευκολύνσεις. Η Άνοιξη θα λέει "ναι"
στο δημοψήφισμα, για τους λόγους που ο
Πρόεδρός μας κατ’ επανάληψιν είπε. Όχι
για να βεβαιωθεί ο Ελληνικός Λαός ότι
στο σύνολό του είναι υπέρ αυτής της
άποψης, αλλά γιατί χρειαζόμαστε ένα
ισχυρό διαπραγματευτικό όπλο τώρα. Θα
λέει "ναι" στην επαναφορά του
θέματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στον ΟΗΕ
ακούσατε ότι δεν πρόκειται να κερδίσουμε
τίποτα. Θα λέει "ναι" στην επαναφορά,
γιατί δυστυχώς, φίλες και φίλοι, στις
Βρυξέλλες ο εθνικός μας αγώνας υπέστη
τροφική δηλητηρίαση και η εθνική μας
αξιοπρέπεια λιποθύμησε.
Κυρίες
και κύριοι συνάδελφοι, η Άνοιξη θα
συνεχίσει να μην ιεραρχεί τα εθνικά μας
θέματα, όπως κάνει ο κ. Έβερτ. Γιατί δεν
μπορεί να υπάρχει πρώτο και δεύτερο και
τρίτο εθνικό θέμα και ούτε τα εθνικά
θέματα μπαίνουν σε ένα ασανσέρ ώστε να
ανεβαίνουν από την τρίτη θέση στη δεύτερη
ή να κατεβαίνουν από τη δεύτερη στην
τέταρτη ανάλογα με το ποιος είναι ο
συνομιλητής μας.
Η
Άνοιξη λέει "ναι" στα αντίμετρα
γιατί, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αν
δεχθούμε ότι έχουν το δικαίωμα, πέρα
από κάθε έννοια κοινοτικής αλληλεγγύης,
οι πρέσβεις των δυτικών δυνάμεων να
εγκαθίστανται στα Σκόπια και ότι αυτό
αποτελεί κυρίαρχη βούληση του κάθε
κράτους, πρέπει και εμείς να ρωτήσουμε:
πού είναι ο πρέσβυς μας στο Βελιγράδι;
Γιατί εμείς δεσμευόμαστε από την
κοινοτική αλληλεγγύη και έχουμε
αποστερήσει την πρεσβεία μας στο
Βελιγράδι από έναν έμπειρο πρέσβυ και
έχουμε αποστερήσει τους φίλους μας τους
Σέρβους από ένα ισχυρό στήριγμα; Γιατί
εμείς είμαστε τα καλά παιδιά και οι
άλλοι μπορούν να χειρίζονται τα θέματα
των αναγνωρίσεων και των διαπιστεύσεων
όπως αυτοί θέλουν.
Κυρίες
και κύριοι συνάδελφοι, ο κύριος
Πρωθυπουργός που μας είχε συνηθίσει
στο "εγώ απλώς προεδρεύω" ξαφνικά
μας πληροφόρησε πως από δω και εμπρός
δε θα προεδρεύει απλώς, αλλά θα καθορίζει
ο ίδιος την πολιτική στο θέμα των Σκοπίων.
Η δήλωση, όμως, αυτή που ερμηνεύτηκε σαν
αποδοκιμαστική στις δηλώσεις Υπουργών
δεν έγινε αμέσως μετά τις σχετικές
δηλώσεις του Αναπληρωτή Υπουργού των
Εξωτερικών, του κ. Πάγκαλου, σε ξένη
εφημερίδα. Ξέρετε, βέβαια, ότι και επί
Νέας Δημοκρατίας από ξένες εφημερίδες
μαθαίναμε τις αλλαγές της εξωτερικής
μας πολιτικής. Η δήλωση του κ. Πρωθυπουργού
έγινε δύο μέρες μετά, αφού είχαν προηγηθεί
οι γνωστές περί του θέματος θέσεις του
κ. Παπαθεμελή. Για την ακύρωση, για την
απονεύρωση των θέσεων αυτών έγιναν οι
δηλώσεις του Πρωθυπουργού. Αυτό επεδίωκε
ο κ. Παπανδρέου. Και έτσι μπορούν σήμερα
να συνεχίσουν να φωνάζουν ορισμένοι,
εκμεταλλευόμενοι τις οικονομικές
σχέσεις, στη Θεσσαλονίκη ή οπουδήποτε
αλλού στην Ελλάδα, χωρίς αναγκαστικά
να το επιδιώκει το ΠΑ.ΣΟ.Κ. -δεν εννοώ
ότι το θέλετε κύριοι συνάδελφοι του
ΠΑ.ΣΟ.Κ.- μπορούν να φωνάζουν, επαναλαμβάνω,
"βάστα, Γκλιγκόρωφ", όπως φώναζαν
πιο παλιά μερικοί "αξιέπαινοι"
μαυραγορίτες Έλληνες "βάστα, Ρόμελ"
για να πουλήσουν την πραμάτεια τους και
να κερδίσουν εις βάρος του υποφέροντος
τότε Ελληνικού Λαού.
Κυρίες
και κύριοι συνάδελφοι, εμείς το δικό
μας δρόμο τον διαλέξαμε και τον ακολουθούμε
με συνέπεια. Είναι ο δρόμος της συνείδησης,
ο δρόμος της θυσίας. Δύσκολος, ανηφορικός
αλλά ωραίος. Δεν μένει παρά να επιλέξετε
και εσείς το δικό σας δρόμο. Οψόμεθα!
(Χειροκροτήματα
από την Πτέρυγα της Πολιτικής Άνοιξης.)
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ
(Παναγιώτης Σγουρίδης): Ο κ. Ορέστης
Κολοζώφ, εκ μέρους του ΚΚΕ έχει το λόγο.
ΜΙΧΑΛΗΣ
ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ: Κύριε Πρόεδρε, είναι
δυνατόν να πάρω το λόγο για ένα λεπτό
μόνο;
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ
(Παναγιώτης Σγουρίδης): Όχι, κύριε
Παπακωνσταντίνου. Δεν προβλέπεται.
ΜΙΧΑΛΗΣ
ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ: Θα παρακαλέσω, γιατί
ανέφερε κάτι ο κ. Ροκόφυλλος.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ
(Παναγιώτης Σγουρίδης): Δεν προβλέπεται
από την ημερήσια διάταξη.
ΜΙΧΑΛΗΣ
ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ: Αν δεν επιτρέπει ο
Πρόεδρος, δεν θα ήθελα να αντιδικήσω με
το Προεδρείο.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ
(Παναγιώτης Σγουρίδης): Έχετε το λόγο,
κύριε Κολοζώφ.
ΟΡΕΣΤΗΣ
ΚΟΛΟΖΩΦ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
δεν θα σας κουράσω πολύ. Όλοι μας είμαστε
κουρασμένοι αυτήν την ώρα. Όμως θα ήθελα
να κάνω ορισμένες παρατηρήσεις σχετικά
με το ζήτημα που μας απασχολεί.
Θέλω
και εγώ να υπογραμμίσω με τη σειρά μου
ότι το ζήτημα που συζητάμε, τα Σκόπια,
δεν μπορεί κανένας να το δει ξεκομμένο.
Ούτε και η κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε
σήμερα και είμαστε αναγκασμένοι να
συζητάμε στη Βουλή, είναι κάτι που ήρθε
έτσι ξαφνικά. Σχετίζεται με τη γενικότερη
κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στον
κόσμο, σχετίζεται με τη συγκεκριμένη
κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στα
Βαλκάνια.
(Θόρυβος
στην Αίθουσα.)
Λίγα
λεπτά υπομονή. Τελειώσαμε.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ
(Παναγιώτης Σγουρίδης): Συνεχίστε, κύριε
Κολοζώφ.
ΧΡΗΣΤΟΣ
ΡΟΚΟΦΥΛΛΟΣ: Έχουν μεταξύ τους διαφορές,
κύριε Κολοζώφ. Μήπως παρεξηγείτε.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ
(Παναγιώτης Σγουρίδης): Κύριε Ροκόφυλλε,
σας παρακαλώ!
ΟΡΕΣΤΗΣ
ΚΟΛΟΖΩΦ: Πρέπει να πούμε ότι αυτή η
κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στα
Βαλκάνια, έχει τις αιτίες της. Και δεν
μπορεί -πραγματικά δεν μπορεί- αποσπασματικά
να μιλάμε για τις ενέργειες της Γερμανίας
ή να μιλάμε για τις ενέργειες του
Βατικανού ή να μιλάμε για τις ενέργειες
των ΗΠΑ, σαν να έρχονται έτσι ξεκομμένα.
Όλες αυτές οι μεγάλες χώρες, σχεδιασμένα,
μετά την κατάσταση που δημιουργήθηκε
ύστερα από τη διάλυση του Συμφώνου της
Βαρσοβίας και ύστερα από τη διάλυση του
σοσιαλιστικού συστήματος, πάνε να
καλύψουν το κενό που έχει δημιουργηθεί
και συνωστίζονται για να κερδίσουν
επιρροή στην περιοχή μας.
Αυτή
είναι η αναμφισβήτητη αλήθεια. Και μέσα
σ’ αυτό τον ανταγωνισμό που έχουν μεταξύ
τους, χρησιμοποιούν τις αντιθέσεις των
λαών τις θρησκευτικές, τις πολιτιστικές,
τις εθνικές αντιθέσεις. Και όχι απλώς
τις χρησιμοποιούν. Τις ενθαρρύνουν. Τις
σπρώχνουν στα άκρα για να πετύχουν το
στόχο τους. Και ποιος είναι ο στόχος
τους; Να ξαναμοιράσουν την περιοχή κάτω
από τις δικές τους σφαίρες επιρροής.
Εάν
δεν το βάλουμε και το ζήτημα αυτό των
Σκοπίων μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, ε, τότε
φυσικά, θα καταλήξουμε ότι φταίει είτε
ο κ. Σαμαράς είτε ο κ. Παπούλιας είτε δεν
ξέρω και εγώ ποιος άλλος θα έχει την
ατυχία να καθίσει στην καρέκλα του
Υπουργού Εξωτερικών. Εάν όμως το εντάξουμε
μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια, τότε καλύτερα
μπορούμε να αντιληφθούμε και ορισμένα
πράγματα. Καλύτερα μπορούμε να αντιληφθούμε
τι συνέβη στις 16 του Δεκέμβρη του 1991.
Ο
κ. Σαμαράς έχει ευθύνη. Ήταν εκεί και
συνυπέγραψε μαζί με τους άλλους τη
διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Απολογείται
εδώ. Λέει, "το έκανα γιατί δεν μπορούσα
να αντισταθώ στους Γερμανούς, προσπάθησα
να διασφαλίσω ότι μπορώ να διασφαλίσω,
τους τρεις όρους". Ανάλογα θα έλεγε
και ο κ. Παπακωνσταντίνου στην κριτική
που ασκήσαμε εμείς τότε όταν στη Σύνοδο
του ΝΑΤΟ, εδώ στην Αθήνα, αποφασίστηκε
να πάνε τα αμερικάνικα στρατεύματα στα
Σκόπια. Θα μπορούσαμε να του πούμε, "μα
κύριε Παπακωνσταντίνου, γιατί δεν
προβάλλατε βέτο"; Αυτά είναι αστεία
πράγματα. Το ίδιο θα πούμε μεθαύριο και
στον κ. Παπούλια.
Μάλιστα,
ο κ. Σαμαράς μας υπέδειξε και τα άρθρα
της Συνθήκης του Μάαστριχτ, που μπορούμε
να κάνουμε χρήση, να τα αξιοποιήσουμε,
για να εκβιάσουμε τους μεγάλους της
"ΕΕ", να μην γίνει διεύρυνση. Γιατί
δεν τα χρησιμοποίησε αυτά τα άρθρα ο κ.
Σαμαράς, εκείνη την ημέρα; Δεν επρόκειτο
για εθνικό συμφέρον; Δεν είμαστε όλοι
σύμφωνοι ότι η πηγή του κακού για μας
εδώ στα Βαλκάνια ήταν η διάλυση της
Γιουγκοσλαβίας, ότι οι κίνδυνοι που
διατρέχουμε σήμερα οφείλονται σ’ αυτό
το γεγονός;
Δεν
μπορούμε να κοροϊδευόμαστε, ούτε και
να κοροϊδεύουμε τον Ελληνικό Λαό με
αυτά τα ζητήματα. Υπάρχουν συγκεκριμένοι
συσχετισμοί. Μπορούν να ανατραπούν,
ναι, αλλά χρειάζεται και πολιτικό θάρρος.
Και όταν μια κυβέρνηση εναρμονίζει την
εξωτερική της πολιτική είτε με την
ευρωπαϊκή κοινή εξωτερική πολιτική
είτε με αυτή των Ηνωμένων Πολιτειών της
Αμερικής, έχετε την απαίτηση σε ένα
επιμέρους ζήτημα, να προβάλλει βέτο, να
υποτάσσεται σε όλα τα άλλα και να σηκώνει
το κεφάλι σε ένα; Όχι, θα υποταχτεί και
εκεί. Αυτή είναι η μοίρα της, όσο και αν
ορισμένοι άνθρωποι πιθανά να έχουν και
καλές προθέσεις.
Όταν,
λοιπόν, στις 16 Δεκεμβρίου του 1991
υπογράφτηκαν οι όροι κάτω από τους
οποίους θα αναγνωριζόντουσαν οι
δημοκρατίες που αποτελούσαν την Ομόσπονδη
Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας, δύο
πράγματα εμφανίστηκαν μπροστά μας: Η
απόσχιση των κρατών αυτών από τον κορμό
της Ομοσπονδίας και η αναγνώρισή τους,
φυσικά με την ταυτότητα που είχαν στα
πλαίσια αυτής της Ομοσπονδίας. Μπορεί
κανείς να το αγνοήσει αυτό; Μπορεί να
φανταστεί κανείς ότι η Κροατία θα είχε
άλλο όνομα, από αυτό που είχε, όταν ήταν
μέσα στην Ομοσπονδία; Δεν γνωρίζαμε
εμείς ότι, όταν πηγαίναμε να αναγνωρίσουμε
τη Σλοβενία, την Κροατία, θα ερχόταν και
η σειρά της Μακεδονίας, της Σοσιαλιστικής
Δημοκρατίας της Μακεδονίας, όπως λεγόταν
τότε; Δεν γνωρίζαμε ότι, όταν πηγαίναμε
να αναγνωρίσουμε την Βοσνία-Ερζεγοβίνη,
αμέσως μετά θα ερχόταν η σειρά αυτού
του κράτους, αυτής της δημοκρατίας; Και
γιατί ακριβώς εκείνην την εποχή,
επιμένουμε -τόσο πολύ και τώρα ακόμα,
εδώ μέσα, η μεγάλη πλειοψηφία του
Κοινοβουλίου εκτός από την αριστερή
πτέρυγα- υπέρ της κοινής εξωτερικής
πολιτικής στην ΕΟΚ;
Υπήρχαν
αυτά τα στοιχεία. Αυτήν την κατάσταση,
πώς την αντιμετωπίσαμε εδώ, στη Χώρα
μας; Από τις 16 του Δεκέμβρη, άρχισε μία
συστηματική προπαγάνδα προετοιμασίας
της κοινής γνώμης, με προβολή εθνικιστικών
ζητημάτων, με αφορμή το ζήτημα αυτό. Και
δεν ήταν μόνο το θέμα με τα Σκόπια ή την
πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της
Μακεδονίας. Στην ημερήσια διάταξη
ερχόταν και η Βόρειος Ήπειρος. Αλλά, όλα
αυτά συζητούνταν χαμηλόφωνα τότε. Εμείς
εκείνην την εποχή κάναμε σαν Κόμμα μία
προσπάθεια να αναλύσουμε την κατάσταση
και βγήκαμε με τις θέσεις μας. Και έδωσε
μία συνέντευξη η Γενική μας Γραμματέας
στις 30 του Γενάρη το 1992.
Ήταν
η ευκαιρία, η χρυσή ευκαιρία για αυτές
τις δυνάμεις να εξαπολύσουν μια φοβερή
επίθεση όχι ενάντια στο Κομμουνιστικό
Κόμμα, αυτό ήταν το πρόσχημα. Φυσικά μας
έβρισαν χυδαιότατα και εδώ μέσα σε αυτήν
την Αίθουσα του Κοινοβουλίου. Ο στόχος
δεν ήταν αυτός. Ο στόχος ήταν εκείνα που
λέγονταν χαμηλόφωνα, πριν να βγουν
φωναχτά τώρα. Και κατάληξη αυτού ήταν
το συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης.
Και
όμως εκείνη ακριβώς η εποχή ήταν η πιο
κατάλληλη για την ελληνική διπλωματία
να αναπτύξει πρωτοβουλίες και στα
Βαλκάνια και προς την κατεύθυνση αυτού
του νέου κράτους που εμφανιζόταν στα
Βόρεια σύνορά μας, που είχε ανάγκη
εκείνην τη στιγμή από στήριξη, που ήταν
γεγονός ότι στην προσπάθεια του να
στηριχθεί, να συγκροτηθεί -ήταν υπό
διαμόρφωση ακόμα- είχε ανάγκη από βοήθεια
και από φίλους. Και όποιος εκείνην την
εποχή έτεινε χείρα βοηθείας προς το
Κράτος αυτό, θα τον έκανε φίλο παντοτινό.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ
ΣΠΥΡΙΟΥΝΗΣ: Σαν τα ΣΝΟΦ!
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ
(Παναγιώτης Σγουρίδης): Παρακαλώ, μην
διακόπτετε.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ
ΣΠΥΡΙΟΥΝΗΣ: Και τότε τα ΣΝΟΦ βοήθεια
παρέσχον.
ΟΡΕΣΤΗΣ
ΚΟΛΟΖΩΦ: Εγώ θα έλεγα να ξαναδείτε την
ιστορία, κύριε συνάδελφε.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ
ΣΠΥΡΙΟΥΝΗΣ: Την έχω διαβάσει.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ
(Παναγιώτης Σγουρίδης): Σας παρακαλώ,
κύριε Σπυριούνη.
Συνεχίστε,
κύριε Κολοζώφ.
ΟΡΕΣΤΗΣ
ΚΟΛΟΖΩΦ: Την ξέρετε όπως τη διδάσκουν
από τα φυλλάδια, από ορισμένες υπηρεσίες.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ
ΣΠΥΡΙΟΥΝΗΣ: Αν δεν ήταν ο Σαράφης, τα
ΣΝΟΦ θα ήταν ανεξάρτητα τάγματα στον
ιερό χώρο της Μακεδονίας.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ
(Παναγιώτης Σγουρίδης): Κύριε Σπυριούνη
σας παρακαλώ.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ
ΣΠΥΡΙΟΥΝΗΣ: Μα είναι η ιστορία. Τι να
κάνουμε;
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ
(Παναγιώτης Σγουρίδης): Κύριε Κολοζώφ,
συνεχίστε επί του θέματος μην κάνετε
διάλογο.
ΟΡΕΣΤΗΣ
ΚΟΛΟΖΩΦ: Θα συνεχίσω, κύριε Πρόεδρε.
Όμως δεν μπορώ -γιατί έγινε και μια νύξη
από τον κ. Ροκόφυλλο στην ομιλία του- να
μην απαντήσω. Θα πρέπει να δοθεί από
αυτό το Βήμα για άλλη μια φορά απάντηση
γύρω από αυτήν τη συκοφαντία σε βάρος
του Κομμουνιστικού Κόμματος, ενώ
γνωρίζουν πολύ καλά εκείνη τη δύσκολη
εποχή ποιος συσπείρωσε εκείνον τον
κόσμο, ποιος τον απέσπασε από την επιρροή
του Τίτο εκείνην την εποχή, ποιος
συγκρούστηκε εκείνη την εποχή με την
προσπάθεια που γινόταν.
Συνεχίζοντας
θέλω να πω ότι εκείνη ήταν η στιγμή που
θα μπορούσαμε εμείς όχι μόνο τις εγγυήσεις
που ήταν απαραίτητες να δώσει ένα νέο
κράτος στη διεθνή κοινότητα, ιδιαίτερα
στους γείτονές του, θα μπορούσαμε να
τις εξασφαλίσουμε, αλλά εγώ πιστεύω ότι
ακόμη και σε αυτό το ζήτημα που τόσο
ενοχλεί θα μπορούσαν να υπήρχαν καλύτερα
αποτελέσματα.
Αναρωτιόταν
η διεθνής κοινότητα και κανένας δεν
μπορούσε να δώσει απάντηση σε αυτό:
Γιατί αγαπητοί κύριοι, 48 χρόνια δεχόσαστε
αυτήν την οντότητα εκεί πέρα; Ποιος ήταν
ο λόγος που δεν βάλατε ζήτημα;
Υπήρχαν
πιστεύω δύο λόγοι. Δύο λόγοι που ισχύουν
και σήμερα. Ο πρώτος ότι ήταν ενταγμένο
-συχνά το έχω ακούσει από συναδέλφους-
στην Ομόσπονδη Δημοκρατία της
Γιουγκοσλαβίας και επομένως έδινε
εγγυήσεις το Κράτος αυτό. Ο δεύτερος
ήταν ο συμμαχικός παράγοντας. Ειπώθηκε
από αυτό το Βήμα σήμερα. Μας υποχρέωναν
-λέει- να πουλήσουμε τα ιερά και όσια.
Και εμείς ενδίδαμε, 50 χρόνια!
Μα
αν είναι έτσι το πράγμα, εάν δηλαδή το
όνομα δεν μας ενοχλούσε τόσο πολύ, επειδή
είχαμε αυτές τις εγγυήσεις, το πρόβλημα
είναι ακριβώς οι εγγυήσεις και όχι το
όνομα. Γιατί τα αντιστρέψαμε; Γιατί η
εξωτερική μας πολιτική το τελευταίο
καιρό γύριζε γύρω από το όνομα;
Εκείνην
την εποχή η μόνη λογική φωνή, η μόνη φωνή
νηφάλια ενάντια στο ρεύμα, αν θέλετε, η
φωνή της λογικής ήταν εκείνη του
Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΜΠΑΝΤΟΥΒΑΣ:Ποια δηλαδή;
ΟΡΕΣΤΗΣ
ΚΟΛΟΖΩΦ:Με θάρρος είπαμε την αλήθεια
στον Ελληνικό Λαό, είπαμε αυτό που
συνέβαινε. Είπαμε ότι θα βρεθεί σε
αδιέξοδο αυτή η πολιτική. Και αναρωτιέμαι
αν σήμερα υπάρχουν ακόμα συνάδελφοι,
πέρα από σκοπιμότητες, που πιστεύουν
ότι η επιμονή σ’ αυτήν τη λογική της
ονοματολογίας, τελικά μπορεί να δώσει
λύση.
Είναι
πια φανερό ότι έχει μπει σε πλήρες
αδιέξοδο και από τις ομιλίες της
Κυβέρνησης και της Αξιωματικής
Αντιπολίτευσης, με εξαίρεση την Πολιτική
Άνοιξη. Αυτό σημαίνει. Δείχνουν τις
διαδικασίες για να λυθεί το ζήτημα
ξεπερνώντας το θέμα του ονόματος και
πηγαίνοντας σε μια λύση που οι ίδιοι
ονομάζουν "πιο ρεαλιστική".
Υπάρχει
σύμπτωση, αγαπητοί συνάδελφοι, της
Κυβέρνησης με την Αξιωματική Αντιπολίτευση.
Ανεξάρτητα από ορισμένες αποχρώσεις,
υπάρχει σύμπτωση. Ποια είναι η σύμπτωση;
Η σύμπτωση είναι αυτό που τελικά μας
λένε "οι φίλοι" μας, ότι πρέπει να
κάνουμε αυτήν τη στιγμή. Να ξεπεράσουμε
αυτήν τη δυσκολία που δημιουργήθηκε με
την πόλωση και να αναζητήσουμε μια
διαδικασία συναινετική, για να κλείσει
αυτό το ζήτημα.
Εμείς
πιστεύουμε ότι πρέπει να αναζητηθεί
μια πολιτική διαλόγου. Εμείς έχουμε πει
πολλές φορές -και τότε στην αρχή το
είχαμε πει- ότι πρέπει να γίνει άμεσος
διάλογος. Υπάρχουν ενστάσεις, που έχουν
και κάποια βάση, ότι μπορεί να σήμαινε
και a priori αναγνώριση. Υπάρχουν ιστορικά
δεδομένα που λένε ότι "δεν ισχύει
αυτό, όταν το μεθοδεύσεις μπορεί να
γίνει". Ποια είναι η δική μας ανησυχία
όταν πάμε στο διάλογο, αλλά πάμε μέσω
μεσαζόντων, είτε αυτός είναι οι ΗΠΑ είτε
είναι η Ενωμένη Ευρώπη; Δεν ερχόμαστε
σε άμεση επικοινωνία. Δεν γνωρίζουμε
τι ακριβώς θέλουμε και δεν γνωρίζουν
και αυτοί τι ακριβώς θέλουμε. Οι
πληροφορίες μας περνάνε από φίλτρα ή
από τις δημόσιες δηλώσεις.
Μα,
αν πάρουμε, αγαπητοί συνάδελφοι, τις
δικές μας δημόσιες δηλώσεις κατά καιρούς
και τις βάλουμε σε μια σειρά και πάμε
να διαπραγματευθούμε με αυτές τις
δηλώσεις, δεν θα καθίσουμε ποτέ σε κανένα
τραπέζι διαπραγμάτευσης, ακόμα και αν
μας λένε "σας δίνουμε το όνομα".
Φαίνεται
παράξενο, αλλά υπάρχει μια πορεία προς
τα εκεί.
Εμείς
θέλουμε να πούμε ότι εφόσον θα κινηθεί
η διαδικασία προς την κατεύθυνση
αναζήτησης λύσης με διάλογο, θα τη
στηρίξουμε. Θα προτιμούσαμε διάλογο
χωρίς ενδιάμεσους, αλλά εν πάση περιπτώσει
μπορεί να αναζητηθεί λύση.
Είμαστε
αντίθετοι όμως με τη λογική ορισμένων
ομιλητών και ορισμένων κομμάτων. Είμαστε
αντίθετοι με τη λογική -και το είπε και
η Αξιωματική Αντιπολίτευση, για να
κρατήσει τις ισορροπίες- των αντίμετρων.
Μα,
δεν γίνεται εξωτερική πολιτική μιας
χώρας σαν τη δική μας, "με το καρότο
και τη σανίδα", ας μου επιτρέψετε να
πω.
Οι
ΗΠΑ έχουν αυτήν την ευχέρεια, η Γερμανία
έχει αυτήν την ευχέρεια. Εμείς, μοναδική
δύναμη που έχουμε, είναι η πίστη που
έχει ο Ελληνικός Λαός στα δίκια του και
τα σημεία αναφοράς που λένε ότι "η
εξωτερική μας πολιτική πρέπει να
εξασφαλίζει τα συμφέροντα τα Πατρίδας
μας και να μη διστάζει να αντιμετωπίζει
ισχυρότερους, όταν δεν εναρμονίζονται
τα συμφέροντά μας με τα δικά τους".
Αυτό
δεν σημαίνει ότι "θα δώσουμε γροθιά
στο μαχαίρι". Σημαίνει, όμως, ότι θα
έχουμε μια δική μας πολιτική για να
κινηθούμε και εδώ φαίνεται ότι αυτή
λείπει.
Θέλω
να πω ακόμα ότι, μια πολιτική φιλίας και
συνεργασίας είναι απαραίτητο να ασκηθεί,
με όλες τις γειτονικές χώρες. Έχει σχέση
και με τα Σκόπια αυτό, το ποιος είναι ο
περίγυρός μας και ποιος είναι ο ρόλος
που εμείς παίζουμε με τις γύρω χώρες.
Έχουμε δυσκολίες και με την Αλβανία και
με την Τουρκία.
Νομίζω
ότι και προς τα κει πρέπει να αναζητήσουμε
δρόμους διαλόγου -και αυτό το υπογραμμίζω,
γιατί συχνά, ορισμένοι θέλουν να ταυτίσουν
το διάλογο με την υποχώρηση, με το
συμβιβασμό- με σταθερότητα στις θέσεις,
αλλά οπωσδήποτε με πολιτικές διαδικασίες
διαλόγου. Αυτός είναι ο μόνος δρόμος. Ο
άλλος δρόμος είναι ο δρόμος της
αντιπαράθεσης, ο δρόμος της σύγκρουσης
και νομίζω ότι στα Βαλκάνια δεν υπάρχουν
περιθώρια για παραπέρα αποσταθεροποιήσεις,
ούτε η Χώρα μας μπορεί να έχει αυτό το
λούσο.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ
(Παναγιώτης Σγουρίδης): Κύριοι συνάδελφοι,
παρακαλώ το Σώμα να συγκατατεθεί να
συζητηθούν την Τετάρτη 26 Ιανουαρίου
1994, στο χρόνο που αφιερώνεται για τη
συζήτηση αναφορών και ερωτήσεων, οι
επίκαιρες ερωτήσεις, που επρόκειτο να
συζητηθούν σήμερα και δεν συζητήθηκαν
και έχουν ανακοινωθεί την Παρασκευή.
ΠΟΛΛΟΙ
ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ: Μάλιστα, μάλιστα.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ
(Παναγιώτης Σγουρίδης):Το Σώμα παρέσχε
τη συγκατάθεσή του.
Κηρύσσεται
περαιωμένη η προ ημερησίας διατάξεως
συζήτηση σε επίπεδο Αρχηγών Κομμάτων,
με θέμα: "Οι εξελίξεις στο θέμα των
Σκοπίων".
Κύριοι
συνάδελφοι, στο σημείο αυτό δέχεστε να
λύσουμε τη συνεδρίαση;
ΠΟΛΛΟΙ
ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ: Μάλιστα, μάλιστα.
Με
τη συναίνεση του Σώματος και ώρα 00.02’
λύεται η συνεδρίαση για σήμερα Τρίτη
25 Ιανουαρίου 1994 και ώρα 18.00’, με αντικείμενο
εργασιών του Σώματος νομοθετική εργασία,
σύμφωνα με την ημερήσια διάταξη.
Ο
ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΟΙ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου